Λεωνίδας Καστανάς
Δύο φαινομενικά άσχετες μεταξύ τους ειδήσεις αποτυπώνουν εμφατικά την κυρίαρχη αντίθεση της ελληνικής κοινωνίας. Η μια αναφέρεται στην επίθεση που δέχτηκαν οι επιθεωρητές του Υπουργείου Υγείας από συνδικαλιστές όταν επισκέφθηκαν για έλεγχο το νοσοκομείο της Κέρκυρας. Η άλλη αναφέρεται στα εμπόδια που βάζει η ελληνική γραφειοκρατία στον εξορθολογισμό των οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι να υποστηρίζουν τις εξαγωγές και να διευκολύνουν την ξένη επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα. Πρόκειται για δυο παραδείγματα που αναδεικνύουν, όχι απλά τα αίτια του ελληνικού δράματος, αλλά κυρίως την αδράνεια που παρουσιάζει η χώρα μας στην ανάπτυξη.
Αν το πολιτικό σύστημα έχει ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση αυτό συνίσταται στη διατήρηση των δομών του ελληνικού κράτους και κατά συνέπεια του υπάρχοντος οικονομικού μοντέλου. Βεβαίως και αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα δεν μπορούν να εξελίσσονται όπως πριν. Αλλά η νέα γι αυτό εποχή δεν περιλαμβάνει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγή παραδείγματος. Το σύστημα είναι υποχρεωμένο να αποδεχθεί την υποτίμηση των αξιών, να συμβιβαστεί με ένα φτωχότερο κράτος και λιγότερα κέρδη. Αλλά δεν θέλει με τίποτα να προχωρήσει στον εξορθολογισμό της διοίκησης και την αποδυνάμωση του πελατειακού κράτους. Γιατί αυτό το κράτος είναι ο εαυτός του.
Το πολιτικό σύστημα δεν είναι μόνο τα κόμματα και τα πολυπλόκαμα συστήματα εξουσίας. Είναι κάθε δομή που σχετίζεται με το κράτος και τη δημόσια διοίκηση, είναι τα συνδικαλιστικά όργανα και ικανό μέρος των εργαζομένων σε αυτό. Μερικές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι αγωνίζονται νυχθημερόν για να διατηρήσουν αλώβητες όλες τις παθογένειες του ελληνικού δημοσίου. Θεωρούν το δημόσιο οργανισμό στον οποίο υπηρετούν ιδιοκτησία τους και εργαλείο προσωπικής επιβίωσης. Οδηγός για κάποιους, που δεν είναι λίγοι και δεν είναι όλοι, δεν είναι το συλλογικό αλλά μόνο το ατομικό συμφέρον. Στον αγώνα αυτό αναγκάζονται να συμμαχήσουν με τους συναδέλφους τους, προκειμένου να πετύχουν τους προσωπικούς τους στόχους, αλλά η συμμαχία αυτή είναι μια λυκοφιλία και δεν έχει σχέση με συναδελφικότητα ή συντροφικότητα. Η παντελής έλλειψη αξιολόγησης, η παντελής έλλειψη του πιο στοιχειώδους πραγματικού και όχι προσχηματικού ελέγχου, η συναλλαγή των διευθυντών με τους υπαλλήλους και τους συνδικαλιστές τους, διαμορφώνει τους όρους λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης στην Ελλάδα του σήμερα, όπως και του χτες.
Ήδη στα σχολεία ετοιμάζονται απεργίες κατά του παρουσιολόγιου. Οι διοικητικοί υπάλληλοι των πανεπιστημίων κλείνουν τις σχολές, φράζουν το δρόμο στη μόρφωση και στην έρευνα, γιατί δεν θέλουν να αξιολογηθούν. Στα νοσοκομεία οι συνδικαλιστές είναι έτοιμοι να βάλουν τα στήθη τους προκειμένου να προστατεύσουν συναδέλφους τους που απουσιάζουν αδικαιολογήτως από τη θέση τους. Στη γειτονιά μου, ο πιο μισητός άνθρωπος είναι ο διευθυντής δημοτικού που έχει φτιάξει ένα σχολείο πρότυπο, επειδή δεν αφήνει τους γονείς να του το κάνουν μπάχαλο. Το 1998 στον πρώτο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ για καθηγητές Μέσης Εκπαίδευσης, ένα εξαγριωμένο πλήθος ορμούσε κατά όσων πήγαιναν να δώσουν εξετάσεις. Χρειάστηκαν δακρυγόνα για να οπισθοχωρήσει.
Οι νόμοι και οι διατάξεις, οι υπουργικές αποφάσεις είναι υποχρεωμένες να τηρούν το εθιμικό δίκαιο, να λαμβάνουν υπόψη τους τα συμφέροντα ομάδων, καστών, κομματικών φατριών προκειμένου να τύχουν αποδοχής από το παντοδύναμο σύστημα. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις μετά την πρώτη καθολική αντίσταση, γίνονται παιχνίδι στα χέρια της γραφειοκρατικής καμαρίλας όταν προσπαθούν να μπουν σε εφαρμογή. Αργά αλλά σταθερά οι αλλαγές διολισθαίνουν στην προηγούμενη κατάσταση μέχρι να έρθει ο ίδιος ο νομοθέτης να ακυρώσει το νόμο που έφτιαξε. Δεν είναι απλά το πολιτικό κόστος. Δεν είναι απλά η οικονομική διαπλοκή. Δεν είναι μόνο ζήτημα διαφθοράς. Είναι η λατρεία της κακοτεχνίας. Μια παγιωμένη πεποίθηση που θέλει το δημόσιο αναποτελεσματικό, μίζερο, βρώμικο, κακό.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν χρειάζεται να αξιολογηθούν για να βρεθούν ελλειμματικά. Αρκεί να τα επισκεφθεί κανείς, να δει τους τοίχους, τις τουαλέτες, τους κοινόχρηστους χώρους τους, το εξωτερικό περιβάλλον. Και όμως εκεί μέσα δουλεύουν επιστήμονες και σπουδάζουν νέοι άνθρωποι. Πως το ανέχονται; Φωνάζουν οι δήμοι ότι αδικούνται από την κεντρική διοίκηση, ότι δεν έχουν χρήματα. Και τα χρόνια της δανεικής ευφορίας, όταν πλημμύριζαν από τα χρήματα των ΜΟΠ και των ΕΣΠΑ, ποια ήταν η εικόνα της κάθε πλατείας, των δρόμων, των γηπέδων και των «παιδικών χαρών»; Υπήρχαν και υπάρχουν σε άλλη χώρα της Ευρώπης πιο ξεροί και κίτρινοι «χώροι πρασίνου»; Υπάρχουν στον κόσμο ομορφότερες παραλίες με περισσότερες φυτεμένες γόπες τσιγάρου;
Δεξιά και Αριστερά ως κομματικοί σχηματισμοί συναγωνίζονται είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση να αποδείξουν στο πλήθος ότι καμιά αλλαγή δεν θα περάσει, κανένα μνημόνιο δεν θα επιβάλλει την αλλαγή παραδείγματος, καμιά τρόικα δεν θα μας αλλάξει συνήθειες. Γιατί η καθημερινότητα συνθλίβει κάθε θετικό νομοθέτημα, γιατί «δεν υπάρχουν θεσμοί, υπάρχει μόνο λαός». Και ο «λαός», δηλαδή το δικό τους σύστημα, δεν θέλει να προδώσει το τριτοκοσμικό παρελθόν του δεν θέλει να γίνει Ευρώπη, έστω και αν θέλει να ανήκει σ αυτήν.
ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ως κυβερνώσες πολιτικές δυνάμεις είναι υποχρεωμένες από την τρόικα να κάνουν κάποιες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα. Είναι όμως κυρίως λογιστικού τύπου και οδηγούν απλά σε απολύσεις και όχι σε αναδιάρθρωση. Απολύσεις που λέγονται αλλά δεν γίνονται. Ή γίνονται αλλά επανέρχονται από το παράθυρο. Ή γίνονται οριζόντια χωρίς καμιά ουσιαστική αξιολόγηση και πιθανά να αδικούν τόσο τους εργαζόμενους όσο και το δημόσιο. Μεταρρυθμίσεις όμως δεν είναι μόνο η μείωση ή η κινητικότητα του προσωπικού. Είναι η αναμόρφωση του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, η ανακατασκευή των οργανωτικών δομών ( ιεραρχία κλπ), ο επαναπροσδιορισμός του αντικειμένου χιλιάδων υπηρεσιών, τμημάτων, διευθύνσεων κλπ. Που ως γνωστό δεν γίνονται και δεν θα γίνουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ (και από κοντά και η ηγεσία ΔΗΜΑΡ) αντιστέκονται σε κάθε εξορθολογισμό του δημοσίου. Ο ένας ευθαρσώς και δυναμικά, η άλλη υπόρρητα και διαλλακτικά. Δεν είναι απλά η θέση της αντιπολίτευσης που τους επιβάλει μια τέτοια στάση. Είναι η διαχρονική πολιτική αντίληψη της Αριστεράς, ότι το κράτος πρέπει να είναι υδροκεφαλικό, σπάταλο, βραδύ και να δουλεύει μόνο προς όφελος των εργαζομένων σε αυτό. Η απέχθεια για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα, μεγάλη ή μικρή, η ογκώδης άγνοια της πραγματικής οικονομίας τους οδήγησε να θεωρούν τα σκανδαλώδη προνόμια και τη λούφα του δημοσίου, ως κεκτημένα εργατικά δικαιώματα και να τα προστατεύουν. Η Αριστερά σήμερα διαθέτει τα πιο τυπικά κόμματα του Δημοσίου, τόσο ως στελεχικό δυναμικό, όσο και ως πολιτικό λόγο.
Η κομμουνιστική Αριστερά ήταν υποχρεωμένη να υπερασπίζεται την εργατική τάξη και έθετε πάντοτε, σε όλον τον κόσμο, το πρόβλημα της παραγωγής. Στην Ελλάδα του 2013 ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ δεν λένε κουβέντα για το παραγωγικό πρόβλημα της χώρας. Για τη στενή και αδύναμη παραγωγική βάση και πως αυτή θα αλλάξει. Αντιθέτως σε κάθε ευκαιρία δηλώνουν ότι αν έρθουν στην εξουσία θα εκδιώξουν τις ξένες εταιρίες και θα κρατικοποιήσουν τα πάντα, από τις ΔΕΚΟ και τις Τράπεζες, μέχρι τα λιμάνια και τις μεγάλες παραγωγικές μονάδες που έχουν απομείνει. Για την Αριστερά του σήμερα οι νέες θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν μόνο στο δημόσιο και τις ΔΕΚΟ. Οι μισθοί θα καλυφθούν από τη βαριά φορολογία που θα εφαρμοστεί πάνω στο εγχώριο μεγάλο κεφάλαιο. Το οποίο παρεμπιπτόντως ή έχει φύγει στο εξωτερικό ή ψυχορραγεί ή ήδη φορολογείται αγρίως. Ή φοροδιαφεύγει συνεργαζόμενο με αυτό το ίδιο το κράτος που η Αριστερά θέλει να διασώσει. Θα καλυφθούν από τα χρήματα που έχουν διαφύγει στις offshore που ως γνωστόν είναι αδύνατον να ελεγχθούν. Αλλά στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ποιος θα κάτσει στην Ελλάδα να φορολογείται αγρίως και να παλεύει με τα θηρία για να τρέφονται στρατιές δημοσίων υπαλλήλων που δεν παράγουν καμιά προστιθέμενη αξία; Και ποιος θα έρθει να επενδύσει τα λεφτά του σε μια χώρα που η αξιωματική αντιπολίτευση τον απειλεί με εθνικοποιήσεις; Μόνο σκοτεινοί ανατολικοί ολιγάρχες για αρπακτές και ξέπλυμα με το πιστόλι στην μασχάλη.
Ακόμα και αν πιστέψουμε ότι η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμη να εκτελέσει τα μνημόνια και να συμβιβαστεί με το καπιταλιστικό σύστημα, η ίδια η πολιτική προετοιμασία του κόμματος μας γεμίζει αμφιβολίες. Γιατί πως ξαφνικά χωρίς καμιά επεξεργασία, θα αναλάβουν να τρέξουν την κρατικοδίαιτη οικονομία; Και πως θα τη βγάλουν από το τέλμα χωρίς διεθνείς πολιτικές συμμαχίες; Ποιον ξένο επενδυτή θα πείσουν ως κυβέρνηση όταν μέχρι χτες τον φοβέριζαν ως αντιπολίτευση; Όσοι λοιπόν προσπαθούν να μας πείσουν ότι η παραδοσιακή Αριστερά έχει κρυφή πολιτική ατζέντα μας ζητούν να την υποστηρίξουμε χωρίς να τη γνωρίζουμε. Καταλαβαίνω ότι ο «λαός» ενθουσιάζεται στην ιδέα να γίνει σύσσωμος ένας δημόσιος υπάλληλος, αλλά δεν είναι όλοι οι πολίτες κουτοί. Και αν ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα δεν μπορεί να πάρει κεφάλι στις δημοσκοπήσεις αυτό δεν οφείλεται τόσο στην ανοχή της βίας, όσο στην έλλειψη λογικής πρότασης για το παραγωγικό ζήτημα. Διότι αυτός ο «λαός» που θέλει να γίνει ΔΥ ελληνικών προδιαγραφών, ξέρει πολύ καλά ότι χρειάζεται και κάποιους να δουλεύουν στην παραγωγή για να τον πληρώνουν.
Το άμεσο μεγάλο πρόβλημα είναι η κυβέρνηση. Η ΝΔ που διαχειρίζεται την κρίση. Θα περίμενε κανείς ότι μια κυβέρνηση που εφαρμόζει ένα τόσο σκληρό πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής με αυστηρές ρήτρες, θα αναζητούσε σωσίβιο στην ιδιωτική οικονομία. Θα ενθάρρυνε τις επενδύσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό και την τοποθέτηση ξένων κεφαλαίων στη χώρα. Θα διαμόρφωνε ένα ελκυστικό περιβάλλον για επενδύσεις γενικώς. Αντιθέτως, βλέπουμε ότι το αποφεύγει. Ούτε διαμορφώνει ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, ούτε φτιάχνει ειδικές φορολογικές ζώνες, ούτε μειώνει τη γραφειοκρατία, ούτε περιορίζει τη διαφθορά. Δεν κάνει τίποτα το φιλελεύθερο. Γιατί ακόμα και η Δεξιά στη χώρα αυτή είναι κρατικιστική. Μόνο το κατώτερο μεροκάματο υποβίβασε, κάτι όμως που το είχε ήδη επιβάλει η αγορά εργασίας λόγω της ύφεσης. Η Δεξιά έχει μάθει να δουλεύει μόνο με κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, με εθνικούς προμηθευτές. Καταλαβαίνει ότι αν το επιχειρηματικό παιχνίδι ανοίξει σε ένα σύγχρονο γήπεδο, ο ρόλος των πολιτικών παραγόντων θα περιοριστεί και η ισχύς τους θα μειωθεί. Νέες ελίτ θα δημιουργηθούν οι οποίες δεν θα ελέγχονται από το παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό. Νέα κόμματα θα αντικαταστήσουν τα παλιά.
Και εδώ έρχεται στο προσκήνιο η πρωτοβουλία των 58 κανονικών ανθρώπων. Αν έχει ένα λόγο ύπαρξης η ΕΛΙΑ δεν είναι αφηρημένα η ανασύσταση του χώρου της κεντροαριστεράς κλπ. Είναι η πρόταση άλλου οικονομικού μοντέλου, δηλαδή άλλου κράτους. Αιχμή της ΕΛΙΑΣ δεν μπορεί παρά να είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση, η διεύρυνση της παραγωγικής βάσης με οδηγό τη γνώση και έμφαση στις εξαγωγές. Και δεν θα είναι η ΕΛΙΑ αυτή που θα προτείνει, αλλά η ίδια η αγορά για το είδος, τον όγκο, τον τρόπο των επενδύσεων. Η ΕΛΙΑ θα φροντίσει να διαμορφώσει ένα κράτος φιλικό προς τον επιχειρηματία αλλά και τον εργαζόμενο. Ένα κράτος δικαίου που θα ευνοεί την παραγωγή πλούτου για όλους και θα παρακολουθεί στενά αν τηρούνται οι κανόνες του παιχνιδιού. Ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό και ερευνητικό δίκτυο που θα υποστηρίζει με στελέχη και γνώσεις την ιδιωτική οικονομία. Δεν ξέρω ειλικρινά αν ΔΗΜΑΡ και ΠΑΣΟΚ που καλούνται ως συνεταίροι στην ΕΛΙΑ έχουν παρόμοιες αντιλήψεις. Η ιστορία τους αποδεικνύει το αντίθετο, αλλά αυτό δεν σημαίνει και τίποτα. Η πραγματικότητα συνθλίβει και αλλάζει τις πολιτικές και τους ανθρώπους. Διαφορετικά, δεν βλέπω να υπάρχει άλλος τρόπος να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, να αξιοποιηθούν το επιστημονικό δυναμικό και οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας που δεν είναι και πολλές.
Το καταναλωτικό μοντέλο οικονομίας που είχαμε έχει πεθάνει προ πολλού. Είναι αδύνατον να αναστηθεί και να δώσει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Τα λίγα και αδύναμα έργα υποδομής που φαντάζουν ως λύση δεν αρκούν, άσε που δεν ξεκινούν ποτέ. Ποτέ δεν αρκούσαν έστω και αν ήταν μεγάλα. Οι δρόμοι, οι γραμμές και τα λιμάνια θέλουν προϊόντα για να τα τρέξουν. Κανένα κούρεμα χρέους και καμιά έξοδος στις αγορές χρήματος των υψηλών επιτοκίων δεν θα λυτρώσουν μια χώρα που αδυνατεί να επενδύσει και να παράγει. Που αδυνατεί να γίνει εμπορικός κόμβος και κοιτίδα καινοτομιών. Που αδυνατεί να έχει πολιτικό προσωπικό που συνεννοείται. Το κράτος ακόμα και αν μειώσει δραστικά τα έξοδά του, ακόμα κι αν φτιάξει τα αναγκαία πλεονάσματα, δεν θα παράγει ποτέ από μόνο του και δεν θα διανείμει πλούτο στους πολίτες του. Θα είναι ένα φτωχό, περισσότερο ταξικό και άδικο κράτος που θα γεννά στην κοινωνία εκρηκτικές και ανώφελες αντιθέσεις μέχρι την ολοκληρωτική καταστροφή του.
Η ΕΛΙΑ, που φυτρώνει σήμερα στην ελληνική γη, πρέπει να γίνει η πολιτική έκφραση μιας καινούργιας μεσαία τάξης. Μιας τάξης νέων, υγιών και κανονικών ανθρώπων που αγαπούν την δουλειά, τον πλούτο ( αλλά δεν το κάνουν θέμα) και τη δικαιοσύνη, που πιστεύουν στη συνεργασία και στην αλληλεγγύη. Μια έκφραση ελευθερίας και δημοκρατίας. Ένα τέτοιο κόμμα είναι αδύνατο να γίνει διασώστης του παλιού. Γιατί θα είναι φτιαγμένο από μέλλον.
athensvoice.gr
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου