Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

Οι πονηρίες της εκπαιδευτικής συντεχνίας σε άμεση προτεραιότητα


Κωνσταντίνος Σοφούλης

Γιατί επιμένουν οι συντεχνιαστές της εκπαίδευσης με τόση μανία εναντίον της Τράπεζας Θεμάτων, που από πρώτη άποψη μοιάζει με δευτερεύον θέμα,  και γιατί τόσο εύκολα έπεσε στην παγίδα τους ο τέως  Υπουργός Παιδείας που τον είχα για πιο πονηρεμένο σε θέματα θεσμικά. 
Το μυστικό κρύβεται στην αναγκαία (λογική) σχέση της Τράπεζας Θεμάτων, με την οργάνωση και επιτέλεση του παιδαγωγικού έργου του διδάσκοντος. Χωρίς την τράπεζα θεμάτων ο διδάσκων είναι ανεξέλεγκτος ως προς την διδακτική απόδοσή του, ενώ με την υποχρεωτική χρήση της, γίνεται αμέσως διαυγής η παιδαγωγική αποτελεσματικότητά του και επομένως μπορεί πλέον να κριθεί και να αξιολογηθεί. 
Πώς προκύπτει αυτή η σχέση; Εύκολα αποδείξιμο και ιδού γιατί.

Σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, οι κάθε μορφής εξετάσεις (τεστ, γραπτές εξετάσεις, προφορικές δοκιμασίες κ.ο.κ.) προϋποθέτουν ότι ο εξεταστής, αν κάνει καλά τη δουλειά του,  έχει κατασκευάσει εκ των προτέρων και εφαρμόζει κάποιο
σύστημα που συσχετίζει τις ερωτήσεις ή την θεματολογία της εξέτασης με το σώμα της διδακτέας ύλης. Αλλιώς, οι εξετάσεις εκφυλίζονται σε ένα εικονικό υποκειμενικό σύστημα διαπίστωσης όχι της προσδοκώμενης «μάθησης» αλλά κάποιου αυθαίρετα προσδιορισμένου αντικειμένου από τον διδάσκοντα. Στη δεύτερη περίπτωση ο οκνηρός ή ανίκανος διδάσκων, μπορεί να διαμορφώσει τις ερωτήσεις του ή την θεματολογία του με τέτοιο τρόπο ώστε οι εξετάσεις να αποδώσουν «βαθμολογίες» φαινομενικής επιτυχίας. Με άλλα λόγια, ο ανίκανος δάσκαλος μπορεί να καλύψει τυπικά την ανικανότητά του, κάνοντας εξετάσεις που ταιριάζουν στους ατελώς προετοιμασμένους μαθητές του και όχι στη ουσία της διδακτέας ύλης. Η αποθέωση της στρεβλής αυτής μεθόδου διαπίστωσης του παιδαγωγικού αποτελέσματος είναι το διαβόητο σύστημα της «παπαγαλίας». Η παπαγαλία μαζί με τους παντοειδείς «τυφλοσούρτες» είναι η προσφυγή του ανίκανου εκπαιδευτικού για να κρύψει είτε την ανικανότητά του είτε την φυγοπονία του.

Τώρα, ας θυμηθούμε ότι σε κάθε επίπεδο εκπαίδευσης, η λεγόμενη διδακτέα ύλη έχει προγραμματιστεί (καλώς εχόντων των πραγμάτων) για να ικανοποιεί δύο αλληλοσχετιζόμενες απαιτήσεις της μαθησιακή διαδικασίας: Την «αποθήκευση» πληροφορίας στο μυαλό του διδασκόμενου, από την μία, και την εκμάθηση δεξιοτήτων που εφοδιάζουν τον όποιο μαθητή με την ικανότητα να κάνει δημιουργική χρήση των πληροφοριών από την άλλη. Έτσι, για παράδειγμα, στο μάθημα των μαθηματικών, ο μαθητής πρέπει να απομνημονεύσει τύπους, θεωρήματα και δομές κλπ., αλλά ταυτόχρονα πρέπει να μάθει πως θα χρησιμοποιεί αυτές τις πληροφορίες για να καταστρώνει και να λύνει προβλήματα που του παρουσιάζονται ερήμην του σε πραγματικούς όρους. Οι δύο στόχοι της εκπαιδευτικής διαδικασίας με κανένα τρόπο δεν ταυτίζονται και η τέχνη του δασκάλου φαίνεται κυρίως από την επιτυχία του να εκπαιδεύσει με το δεύτερο κριτήριο. Από την εμπειρία μου, εκεί βρίσκεται η αδυναμία του γραφειοκρατικοποιημένου εκπαιδευτικού μας συστήματος. Ο κανόνας ήταν, ότι η δυνατότητα δημιουργικής χρήσης της μαθηματικής γλώσσας, για παράδειγμα, ήταν άσχετη από τον βαθμό που ο φοιτητής ή η φοιτήτριά μου είχε στο μάθημα των μαθηματικών. Φοιτητές του 19/20 ήταν εξ ίσου ανίκανοι να χρησιμοποιήσουν την «πληροφορική πανοπλία τους» με συναδέλφους του 10/0. Γιατί; Απλούστατα επειδή οι δάσκαλοί τους στην εγκύκλια εκπαίδευση δεν τους είχαν διδάξει ουσιαστικά και ο βαθμός τους ήταν προϊόν του φροντιστηρίου και του άθλιου συστήματος των εισαγωγικών εξετάσεων (που χάριν μια υποτιθέμενης αντικειμενικότητας εξουθενώνει την κριτική και δημιουργική σκέψη των παιδιών μας).

Τι γίνεται τώρα, με την περίφημη τράπεζα ερωτήσεων. Αν είναι σωστά δομημένη και εμπλουτισμένη, αποτελεί εργαλείο για την εξέταση της μαθησιακής απόδοσης όπως αναμένεται από το πρόγραμμα σπουδών και όχι από τις υποκειμενικές εκτιμήσεις των δασκάλων. Έτσι, στο τέλος, η απόδοση των μαθητών γίνεται, έμμεσα και ορθά, τεκμήριο εκπαιδευτικής απόδοσης του δασκάλου και επομένως μαζί με τον εξεταζόμενο μαθητή κρίνεται και ο δάσκαλός του.  Αυτό ακριβώς θέλει να αποφύγει η εκπαιδευτική συντεχνία και από αυτό πηγάζει η πρεμούρα της να μην υπάρχει τράπεζα θεμάτων. Τα όσα διαφορετικά ισχυρίζονται οι συνδικαλιστές της απλώς κρύβουν αυτό που θέλουν να κρύψουν: Την ευθύνη του δασκάλου για την κατάσταση των μαθητών του. Την ευθύνη που δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι για πετύχει κάποιος στην Πανελλήνιες, πρέπει να πάει στο φροντιστήριο και όχι να ακολουθήσει με εμπιστοσύνη το σχολείο του.

Κλείνω με μια διευκρίνιση. Δεν ξέρω την ποιότητα της δικής μας τράπεζας θεμάτων και δεν μπορώ να ξέρω πόσο αποτελεσματικά έχει συσχετιστεί το περιεχόμενό της με την διδακτέα ύλη. Αν, όμως, μειονεκτεί, αυτό είναι λόγος για να βελτιωθεί και όχι για να καταργηθεί. Ευθύνη του εκπαιδευτικού μας κόσμου είναι ερευνήσει συστηματικά το πεδίο αυτό και ως εκ τούτου περιμένω να ιδώ τη σχετική βιβλιογραφία που εύχομαι να προκύψει. Αυτό που με αφήνει αδιάφορο είναι τα λόγια των συντεχνιαστών του κλάδου.

metarithmisi.gr

0 βγηκαν μπροστα:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...