Ρέα Βιτάλη
Η Ζωή καθόταν αναπαυτικά πάνω στον χρυσοποίκιλτο, περίτεχνο θρόνο της. Η Ζωή καθόταν σε μια πολυθρόνα, αλλά εγώ πάντα πάνω σε θρόνο τη φαντάζομαι. Η Ζωή άνοιξε -με ένα φραπ!- τα τεραααάστια φτερά του παγωνιού, που έχει καρφωμένα στην πλάτη της! Η Ζωή δεν έχει φτερά παγωνιού στην πλάτη της, αλλά εγώ πάντα με φτερά παγωνιού τη φαντάζομαι. Η Ζωή κοιτούσε δεξιά αριστερά σαν στολισμένο αλογάκι σε πίστα τσίρκου και μιλούσε με στόμφο, μεταδίδοντας διδάγματα, έννοιες και υπονοούμενα ενώ έπαιζε το παιχνίδι «κουμπάρες», με τις κυρίες καθαρίστριες.
Η Ζωή δεν έπαιζε τις «κουμπάρες», θεωρούσε ότι μίλαγε σοβαρά στις κυρίες καθαρίστριες αλλά εμένα πάντα μου θυμίζει όταν παίζαμε μικρά υποκρινόμενοι ότι είμαστε σοβαροί-μεγάλοι. Οι κυρίες καθαρίστριες είχαν ένα βλέμμα επιφυλακής, το ίδιο κι ένα κάθισμα επιφυλακής... Δεν μπορούσαν να διακρίνουν καθαρά αν έπαιζαν σε κωμωδία ή δράμα... Ήταν μια φαρσοκωμωδία. Μπορεί και να σκέφτονταν μέσα τους «Μια με τη Νάντια -λέγε με Νάντια-, μια με τη Ζωή -λέγε με Ζωή- να δούμε πότε θα
πιάσουμε δουλειά... Τι να κάνουμε όμως; Ας παίξουμε και με τη Ζωή μέχρι να ξενοιάσουμε». Η Ζωή μετά τις «ανέβασε» λεκτικά σαν να είχαν πάρει το Τεπελένι για πάρτη μας, σαν να μας είχαν φέρει πίσω τις χαμένες μας πατρίδες! Όλα είχαν έναν θριαμβευτικό χαρακτήρα. Κρίμα να μην έχουν και ορχήστρα για ένα ταρατατζούμ! Είχαν ένα δίδαγμα. Ένα; Πολλά! Χιλιάδες! Το δίδαγμα που όμως δεν είπε η Ζωή, ήταν -και πάντα είναι- ό,τι αν πιαστείς από την κρικέλα του δημοσίου σε τούτον τον τόπο, πάντα θα βρίσκεις μια άκρη. Θα είσαι υπαρκτό ον! Θα ακούγεται η φωνή σου. Θα κινηθεί η εξουσία, θα δονηθεί το σύμπαν, θα σε γλείφουν, θα σε κανακεύουν πατόκορφα. Αυτά δεν τα είπε η Ζωή, τα σκέφτηκα εγώ, με το φτωχό μου το μυαλό. Και πήρα και αέρα!
Κάθισα με τη φαντασία μου στα καναπεδάκια του πλάνου της Ζωής 1.500.000 ανέργους του ιδιωτικού τομέα, κάθισα καταστηματάρχες με άδειο βλέμμα, που περπατάνε πέρα δώθε μέσα στα μαγαζιά τους περιμένοντας τον πελάτη -σαν γερασμένες πουτάνες που δεν έχουν πέραση αλλά πρέπει κάπως να φάνε-, κάθισα εξαγωγείς ελληνικών προϊόντων που τους τινάζει κάθε πλάνο η σεισμογένεια του κράτους και ενός συστήματος-παράγκα, που πρέπει να πληρώσουν μετρητά για την εισαγωγή της πρώτης ύλης, κάθισα εισαγωγείς που καλούνται να προπληρώσουν εμπορεύματα, κάθισα κλάδους και κλάδους οικονομίας ακυρωμένους, κάθισα έντιμους φορολογούμενους που περιμένουν ανάσα και κυρίως κάποτε να πιάσουν τα χρήματά τους τόπο... Κάθισα και κάθισα. Και ενώ τους κάθισα είδα τη Ζωή μ' ανασηκωμένο φρύδι να λέει «Περικαλώ, ποιοι είναι οι κύριοι και οι κυρίες;». Και μάλιστα δεν είδα μόνο τη Ζωή... Είδα όλη την κυβέρνηση... Μη σου πω όλο το κοινοβούλιο. Ιδιώτη αγαπημένε, συγκινητικέ και ηρωικέ... Ιδιώτη που μόνο εσύ θα μπορούσες να δώσεις ανάσα στα ταμεία... Ιδιώτη χρήσιμε κρίκε σε μια εξίσωση που πλέον δε βγαίνει... Ιδιώτη μαχητή αιώνιε... Λυπάμαι να σου λέω... Ιδιώτη, απλώς δεν υπάρχεις!
Υ.Γ Μερικές μέρες μετά την παράσταση, η Ζωή έδωσε το βήμα της Βουλής σε μια κυρία καθαρίστρια, που μίλησε για δικαίωση του αγώνα, με σύμβολο το εργαλείο της απασχόλησής της, ένα πλαστικό γάντι. Μπορείτε να φανταστείτε να δίνει το βήμα η Ζωή σε έναν Έλληνα επιχειρηματία; Σε έναν Έλληνα ιδιωτικό υπάλληλο; Μήπως να γίνει μια αρχή; Μήπως να ακούσουμε και αυτών το δράμα και μάλιστα από το βήμα της Βουλής;
protagon.gr
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου