-
Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010
καλη,καλη...
αυτο το φως ας ειναι το ιχνος πολιτισμου και αξιοπρεπειας που θα μας οδηγησει τη νεα χρονια.
να μη τα χασουμε.
καλη χρονια....
ποιος εισαι εσυ που θα μου πεις εμενα....
σαφως οχι.
υπαρχει ενα μεγαλοπρεπες τοτεμ,που απαγορευεται να το αγγιξεις,να το κατηγορησεις,να το αμφισβητησεις.τυφλη υποταγη και λατρεια.μη τολμησεις να πεις κατι,οποιος και να εισαι οτι και να εισαι.ακομη και αν εισαι ενας απο τους αρχιερεις.
τον βαραβα, φωναζουν ολοι αν και χρονικα η κραυγη αυτη θα επρεπε να ερθει αργοτερα.για τη συγκεκριμενη ομως περιπτωση,ο βαραβας ειναι all weather.
αυτο το τοτεμ αμφισβητει ο παγκαλος,με ενα τροπο politically uncorect.
εξιστορει στην προκειμενη περιπτωση λοιπον,το συντομο δρομο προς την ευτυχια,που σημαδεψε τη μεταπολιτευση.ο κοπριτης και ο διορισμος.δε συνεβει;ποσους ξερεις μονο εσυ;
σαφως βεβαια,η οικονομια δεν κατερευσε μονο απο αυτο.ηταν ομως ενα λαμπρο παραδειγμα νοοτροπιας του συγχρονου ελληνα.
"να γινει η δουλεια".με οποιοδηποτε τροπο.
εαν μας φταιει το διεθνες και απανθρωπο κεφαλαιο,πασο.εαν φταιει ο ακρατος καπιταλισμος,μενουμε εκει.
ολοι ομως εχουμε και μερικες δευτερευουσες σκεψεις.μια απο αυτες ειναι και η ελλειψη αξιοκρατιας.μια αλλη ειναι το γεγονος πως μονο σε ενα δημοσιο οργανισμο,θα μπορουσε καποιος να ζησει μια ομορφη ζωη.οι υπευθυνοι για τους διορισμους δεν ηταν μονο οι ντεμεκ υπηρετες πολιτικοι,αλλα και οι τομεαρχες,οι διευθυντες,οι συνδικαλιστες κ.ο.κ.
ο κοπριτης τελικα οχι μονο εμεινε κοπριτης,αλλα στη διαρκεια και οσους καινουργιους εβρισκε που μπαινανε στο δημοσιο,τους προσυλιτιζε με ενα εντυπωσιακο τροπο στη δικη του κοπρια.
δουλευες και ησουν ηθικος;ησουν εκτος.ή τουλαχιστον κοροϊδο καθως κατεληγες να κανεις και τη δουλεια του κοπριτη.
το τοτεμ ομως θιχτηκε.και για να γινει πιστευτο,κρυφτηκε πισω απο τη γενικοτητα.
κατηγορησε ο κοιλαρας τους δημοσιους.αισχος.ολοι μαζι εναντια στο παχυδερμο.
οχι φιλε.εδω εισαι μονος σου.γιατι η παρουσια του ευσυνειδητου θα σου δωσει το αλλοθι που ειχες καβατζωμενο δεκαετιες τωρα.και αυτο σου επετρεπε να εισαι κοπριτης και τεμπελχανας.κρυμμενος πισω απο τους υγιεις συναδελφους σου,να την κοπανας στις 12.00,να μετατρεπεις το γραφειο σου σε ιδιωτικο με τις αναλογες αποδοχες,να εφευρισκεις τη γραφειοκρατια για να πιεις τον καφε σου με την ησυχια σου.σπιλωνοντας ολους τους συναδελφους σου.
μεσα σε ολα αυτα,ετρωγες και τη θεση απο αλλους,ενδεχομενως περισσοτερο καταρτισμενους απο εσενα.αυτοι προφανως δεν ειχαν τις γνωριμιες ή δεν τους το επετρεπε η αξιοπρεπεια τους.
παντως το να κατηγορουν οι πολιτες τους πολιτικους ειναι θεσφατο.το αντιθετο ειναι υβρις.
ειπαμε το τοτεμ στεκει αγερωχο οσο υπαρχουν φανατικοι προσκυνητες.
αντε μερες που ειναι...
υπαρχει ενα μεγαλοπρεπες τοτεμ,που απαγορευεται να το αγγιξεις,να το κατηγορησεις,να το αμφισβητησεις.τυφλη υποταγη και λατρεια.μη τολμησεις να πεις κατι,οποιος και να εισαι οτι και να εισαι.ακομη και αν εισαι ενας απο τους αρχιερεις.
τον βαραβα, φωναζουν ολοι αν και χρονικα η κραυγη αυτη θα επρεπε να ερθει αργοτερα.για τη συγκεκριμενη ομως περιπτωση,ο βαραβας ειναι all weather.
αυτο το τοτεμ αμφισβητει ο παγκαλος,με ενα τροπο politically uncorect.
εξιστορει στην προκειμενη περιπτωση λοιπον,το συντομο δρομο προς την ευτυχια,που σημαδεψε τη μεταπολιτευση.ο κοπριτης και ο διορισμος.δε συνεβει;ποσους ξερεις μονο εσυ;
σαφως βεβαια,η οικονομια δεν κατερευσε μονο απο αυτο.ηταν ομως ενα λαμπρο παραδειγμα νοοτροπιας του συγχρονου ελληνα.
"να γινει η δουλεια".με οποιοδηποτε τροπο.
εαν μας φταιει το διεθνες και απανθρωπο κεφαλαιο,πασο.εαν φταιει ο ακρατος καπιταλισμος,μενουμε εκει.
ολοι ομως εχουμε και μερικες δευτερευουσες σκεψεις.μια απο αυτες ειναι και η ελλειψη αξιοκρατιας.μια αλλη ειναι το γεγονος πως μονο σε ενα δημοσιο οργανισμο,θα μπορουσε καποιος να ζησει μια ομορφη ζωη.οι υπευθυνοι για τους διορισμους δεν ηταν μονο οι ντεμεκ υπηρετες πολιτικοι,αλλα και οι τομεαρχες,οι διευθυντες,οι συνδικαλιστες κ.ο.κ.
ο κοπριτης τελικα οχι μονο εμεινε κοπριτης,αλλα στη διαρκεια και οσους καινουργιους εβρισκε που μπαινανε στο δημοσιο,τους προσυλιτιζε με ενα εντυπωσιακο τροπο στη δικη του κοπρια.
δουλευες και ησουν ηθικος;ησουν εκτος.ή τουλαχιστον κοροϊδο καθως κατεληγες να κανεις και τη δουλεια του κοπριτη.
το τοτεμ ομως θιχτηκε.και για να γινει πιστευτο,κρυφτηκε πισω απο τη γενικοτητα.
κατηγορησε ο κοιλαρας τους δημοσιους.αισχος.ολοι μαζι εναντια στο παχυδερμο.
οχι φιλε.εδω εισαι μονος σου.γιατι η παρουσια του ευσυνειδητου θα σου δωσει το αλλοθι που ειχες καβατζωμενο δεκαετιες τωρα.και αυτο σου επετρεπε να εισαι κοπριτης και τεμπελχανας.κρυμμενος πισω απο τους υγιεις συναδελφους σου,να την κοπανας στις 12.00,να μετατρεπεις το γραφειο σου σε ιδιωτικο με τις αναλογες αποδοχες,να εφευρισκεις τη γραφειοκρατια για να πιεις τον καφε σου με την ησυχια σου.σπιλωνοντας ολους τους συναδελφους σου.
μεσα σε ολα αυτα,ετρωγες και τη θεση απο αλλους,ενδεχομενως περισσοτερο καταρτισμενους απο εσενα.αυτοι προφανως δεν ειχαν τις γνωριμιες ή δεν τους το επετρεπε η αξιοπρεπεια τους.
παντως το να κατηγορουν οι πολιτες τους πολιτικους ειναι θεσφατο.το αντιθετο ειναι υβρις.
ειπαμε το τοτεμ στεκει αγερωχο οσο υπαρχουν φανατικοι προσκυνητες.
αντε μερες που ειναι...
Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010
το νησι των λουλουδιων
η "ελευθερια" ειναι μια λεξη που βαζει φωτια στα ονειρα των ανθρωπων.
δεν υπαρχει κανεις που να μπορει να την εξηγησει και κανεις που δεν την καταλαβαινει.
απο http://fantastikoihxoi.blogspot.com/
δεν υπαρχει κανεις που να μπορει να την εξηγησει και κανεις που δεν την καταλαβαινει.
απο http://fantastikoihxoi.blogspot.com/
Επανεκκίνηση
Η χρονιά που φεύγει μάς αφήνει πιο αδύναμους, ζαρωμένους, τρομαγμένους. Αλλά και πιο πλούσιους. Η ανατροπή των στερεότυπων είναι κέρδος, η αφύπνιση είναι πλούτος, η ανανοηματοδότηση, κέρδος κι αυτή. Εφόσον ασφαλώς μπορέσουμε να αντιληφθούμε την κρίση ως ρήγμα στο παλαιό σώμα και ως τρόπο νέας συνέχισης, εφόσον αντιληφθούμε το ρήγμα ως ευκαιρία αναγέννησης. Και εφόσον νιώσουμε βαθιά μέσα μας την ανάγκη για ανανεωμένη επαναφορά σε βασικές αξίες: αλληλεγγύη, συλλογικότητα, προάσπιση του κοινού καλού.
Μια επανεκκίνηση της κοινωνίας, λοιπόν. Που θα είναι οδυνηρή όμως: η επανεκκίνηση θα τελεσθεί επί των ερειπίων του παλαιού. Ακριβώς αυτά τα ερείπια πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα: πώς θα είναι λιγότερα, αφενός, πώς θα τα αξιοποιήσουμε, αφετέρου. Πώς θα πάρουμε στα χέρια μας προσεκτικά τα όστρακα, τα θραύσματα, για να τα συντηρήσουμε, να τα συγκολλήσουμε, να ανατάξουμε ό,τι αξίζει να σωθεί: το σχήμα των προσώπων. Σαν αρχαιολόγοι του μέλλοντός μας, σαν ιστορικοί άνθρωποι, σαν κληρονόμοι βαριάς κληρονομιάς, σαν τυχεροί κάτοικοι τόπου ευλογημένου, ταγμένοι να συνομιλούμε με νεκρούς, με φαντάσματα εμφυλίων, ακούγοντας διαρκώς φωνές ποιητών και φιλοσόφων, πολεμιστών και ταξιδευτών, γνωρίζοντας διαρκώς ότι το ποτάμι δεν γυρνάει πίσω, μ’ εμάς ή χωρίς εμάς.
Ας πάρουμε απόφαση λοιπόν ότι το ποτάμι θα μας περιέχει, θα μας φέρει προς τους νέους καιρούς· κι ας επιπλεύσουμε, σώοι, ανάμεσα σε κορμούς και πτώματα. Επιπλέοντας, ας υφαίνουμε το μέλλον μες στο παρόν. Το σοκ του παρόντος δεν πρέπει να θολώνει την κρίση μας, να αμβλύνει την ιστορική όραση – είπαμε: είμαστε ιστορικοί άνθρωποι. Το ξαναδιάβασμα της Ιστορίας δεν υπαγορεύει τι να κάνουμε, αλλά τουλάχιστον μάς λέει ότι μια-δυο γενιές πριν από μας οι άνθρωποι επλήγησαν από τρομερές καταστροφές και παρ’ όλα αυτά σηκώθηκαν, ανασυγκολλήθηκαν, επανεκκίνησαν, δημιούργησαν.
Η παρούσα περιπέτεια του ελληνικού λαού δεν είναι η πιο τρομερή. Ο περασμένος αιώνας άλλαξε και εμπλούτισε τον πληθυσμό, τη συνείδησή του, έφερε καταστροφές και λιμούς, πολέμους και εμφυλίους, ηρωισμούς και υπερβάσεις, ταπεινώσεις. Ο παρών αιώνας μας ξαναβάζει επιτακτικό, επείγον, το ερώτημα: Ποιοι είμαστε; Πώς συνεχίζουμε;
Ας δούμε γύρω: βουνά και θάλασσα, ολίγος κάμπος. Μαρμάρινα μέλη, ελιές, ναΐσκοι, αμπέλια, κήποι, πολίσματα ― τέτοια πήραμε. Και πολιτείες αχόρταγες, αυτοκινητόδρομοι, μολ, τουριστική ανοχή, βενζίνες και καλώδια, κατάμεστα καφενεία ― τέτοια αφήνουμε. Είμαστε όλα. Το ολίγο και το υπερβολικό, το ωραίο και το άσχημο. Παλαιοί και μοντέρνοι, υπερήφανοι και υποτελείς, έτοιμοι για θάνατο και έτοιμοι για ντροπιασμένη επιβίωση. Αναγκασμένοι όμως κάθε τόσο να επιλέγουμε, και να υπερασπιζόμαστε την εκάστοτε επιλογή: το κάλλος ή την ασχήμια, τη δυνατότητα ελευθερίας ή την υποταγή;
Η ελευθερία και το κάλλος δεν είναι μοίρα, είναι επιλογή.
http://vlemma.wordpress.com/
Μια επανεκκίνηση της κοινωνίας, λοιπόν. Που θα είναι οδυνηρή όμως: η επανεκκίνηση θα τελεσθεί επί των ερειπίων του παλαιού. Ακριβώς αυτά τα ερείπια πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα: πώς θα είναι λιγότερα, αφενός, πώς θα τα αξιοποιήσουμε, αφετέρου. Πώς θα πάρουμε στα χέρια μας προσεκτικά τα όστρακα, τα θραύσματα, για να τα συντηρήσουμε, να τα συγκολλήσουμε, να ανατάξουμε ό,τι αξίζει να σωθεί: το σχήμα των προσώπων. Σαν αρχαιολόγοι του μέλλοντός μας, σαν ιστορικοί άνθρωποι, σαν κληρονόμοι βαριάς κληρονομιάς, σαν τυχεροί κάτοικοι τόπου ευλογημένου, ταγμένοι να συνομιλούμε με νεκρούς, με φαντάσματα εμφυλίων, ακούγοντας διαρκώς φωνές ποιητών και φιλοσόφων, πολεμιστών και ταξιδευτών, γνωρίζοντας διαρκώς ότι το ποτάμι δεν γυρνάει πίσω, μ’ εμάς ή χωρίς εμάς.
Ας πάρουμε απόφαση λοιπόν ότι το ποτάμι θα μας περιέχει, θα μας φέρει προς τους νέους καιρούς· κι ας επιπλεύσουμε, σώοι, ανάμεσα σε κορμούς και πτώματα. Επιπλέοντας, ας υφαίνουμε το μέλλον μες στο παρόν. Το σοκ του παρόντος δεν πρέπει να θολώνει την κρίση μας, να αμβλύνει την ιστορική όραση – είπαμε: είμαστε ιστορικοί άνθρωποι. Το ξαναδιάβασμα της Ιστορίας δεν υπαγορεύει τι να κάνουμε, αλλά τουλάχιστον μάς λέει ότι μια-δυο γενιές πριν από μας οι άνθρωποι επλήγησαν από τρομερές καταστροφές και παρ’ όλα αυτά σηκώθηκαν, ανασυγκολλήθηκαν, επανεκκίνησαν, δημιούργησαν.
Η παρούσα περιπέτεια του ελληνικού λαού δεν είναι η πιο τρομερή. Ο περασμένος αιώνας άλλαξε και εμπλούτισε τον πληθυσμό, τη συνείδησή του, έφερε καταστροφές και λιμούς, πολέμους και εμφυλίους, ηρωισμούς και υπερβάσεις, ταπεινώσεις. Ο παρών αιώνας μας ξαναβάζει επιτακτικό, επείγον, το ερώτημα: Ποιοι είμαστε; Πώς συνεχίζουμε;
Ας δούμε γύρω: βουνά και θάλασσα, ολίγος κάμπος. Μαρμάρινα μέλη, ελιές, ναΐσκοι, αμπέλια, κήποι, πολίσματα ― τέτοια πήραμε. Και πολιτείες αχόρταγες, αυτοκινητόδρομοι, μολ, τουριστική ανοχή, βενζίνες και καλώδια, κατάμεστα καφενεία ― τέτοια αφήνουμε. Είμαστε όλα. Το ολίγο και το υπερβολικό, το ωραίο και το άσχημο. Παλαιοί και μοντέρνοι, υπερήφανοι και υποτελείς, έτοιμοι για θάνατο και έτοιμοι για ντροπιασμένη επιβίωση. Αναγκασμένοι όμως κάθε τόσο να επιλέγουμε, και να υπερασπιζόμαστε την εκάστοτε επιλογή: το κάλλος ή την ασχήμια, τη δυνατότητα ελευθερίας ή την υποταγή;
Η ελευθερία και το κάλλος δεν είναι μοίρα, είναι επιλογή.
http://vlemma.wordpress.com/
Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
Έλαιον, Ου Θυσίαν
Έλαιον θέλω και ου θυσίαν
Κι εμείς που θυσιαστήκαμε;
Κι εμείς που δε λαδώσαμε;
Ντίνος Χριστιανόπουλος
http://tamieftirio.blogspot.com/
Κι εμείς που θυσιαστήκαμε;
Κι εμείς που δε λαδώσαμε;
Ντίνος Χριστιανόπουλος
http://tamieftirio.blogspot.com/
Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
be ή μπε
βαρεθηκα να περιμενω και να κανω υπομονη.
βαρεθηκα να μιλαω για ανουσια και καθημερινα
κουραζομαι να βλεπω τους γνωστους να κουνανε το κεφαλι.
μπουχτισα με τις οικονομικες αναλυσεις.
οι καταγγελιες εχουν χασει τη σοβαροτητα που θα μπορουσαν να εχουν,καθως επαναλαμβανομενες συνεχως,γινονται απλα τετριμενες ιστοριες.
με αηδιαζει να βλεπω τους ιδιους πρωτομαστορες της γελιοτητας να ειναι πρωταγωνιστες.
οι φαιδροι προβληματικοι να ειναι ταυτοχρονα η μονη λυση στο προβλημα.
να διαβαζω λαϊκιστικες αναφορες με το μανδυα της αποκαλυψης γεγονοτων.
να διακρινω στους "ανταρτες", τους δοσιλογους.
στους παραπονουμενους,αυτους που εχασαν τα κλεμμενα προνομια.
βαρεθηκα την παρουσια της αγανακτησης που μπλοκαρει και δεν μου επιτρεπει να εκφραστω και να μιλησω.
η ιδιοτελεια της συγκαταβατικοτητας ειναι εκει και κοροϊδευει.
χανω χρονο;
χανω λογια;
χανω φιλους;
περιμενοντας τι;
μπες στο συστημα φιλε.
σε ποιο;υπαρχει;
ναι.γινε "αντι" και θα εισαι μεσα σε ολα.γυφτος.
βαρεθηκα να μιλαω για ανουσια και καθημερινα
κουραζομαι να βλεπω τους γνωστους να κουνανε το κεφαλι.
μπουχτισα με τις οικονομικες αναλυσεις.
οι καταγγελιες εχουν χασει τη σοβαροτητα που θα μπορουσαν να εχουν,καθως επαναλαμβανομενες συνεχως,γινονται απλα τετριμενες ιστοριες.
με αηδιαζει να βλεπω τους ιδιους πρωτομαστορες της γελιοτητας να ειναι πρωταγωνιστες.
οι φαιδροι προβληματικοι να ειναι ταυτοχρονα η μονη λυση στο προβλημα.
να διαβαζω λαϊκιστικες αναφορες με το μανδυα της αποκαλυψης γεγονοτων.
να διακρινω στους "ανταρτες", τους δοσιλογους.
στους παραπονουμενους,αυτους που εχασαν τα κλεμμενα προνομια.
βαρεθηκα την παρουσια της αγανακτησης που μπλοκαρει και δεν μου επιτρεπει να εκφραστω και να μιλησω.
η ιδιοτελεια της συγκαταβατικοτητας ειναι εκει και κοροϊδευει.
χανω χρονο;
χανω λογια;
χανω φιλους;
περιμενοντας τι;
μπες στο συστημα φιλε.
σε ποιο;υπαρχει;
ναι.γινε "αντι" και θα εισαι μεσα σε ολα.γυφτος.
Ο κόσμος όλος
Περπατούσα στο κέντρο σήμερα. Στο χέρι μου είχα μια μεταξοτυπία που κέρδισα τον Δεκέμβριο του 2009 και μόλις αξιώθηκα να παραλάβω, έναν κουμπαρά και -- κατόπιν -- βιβλία και ντιβιντί. Περπάτησα αρκετά και χαιρόμουν, έκανα πάλι την απατηλή σκέψη ότι όσο θα μπορώ να ανεβοκατεβαίνω την Πανεπιστημίου περπατώντας και να κοιτάζω τους ανθρώπους θα αισθάνομαι ελεύθερος.
Εκεί που ανέπνεα το ψιλόβροχο και χάζευα τα πλήθη, το μάτι μου πήρε έναν ζητιάνο με ένα παιδί. Συζητούσα την παγκόσμια συνήθεια να ζητιανεύεις τραβολογώντας κι ένα παιδάκι για να εκβιάσεις τους περαστικούς με μια φίλη πριν μήνες και με τον Βυτίο πριν λίγες μέρες. Εδώ όμως συνέβαινε κάτι άλλο: και το παιδί, αρκετά μεγάλο, και ο ζητιάνος, μάλλον νέος, σχεδόν κοιμόντουσαν σφιχταγκαλιασμένοι, σαν να κρύωναν. Αναστατώθηκα κι ανοίχτηκαν τα μάτια μου: θυμήθηκα τον "πεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάω", πρόσεξα αυτόν που φωνάζει και κυνηγάει τους περαστικούς σπρώχνοντας το αναπηρικό καροτσάκι του με τα χέρια και πατώντας τα πόδια του στο πεζοδρόμιο, ξαναείδα αυτήν που παρακαλάει σε στάση εδαφιαίας μετάνοιας: συνειδητοποίησα ότι η εξάσκηση της επαιτείας έχει επιστρέψει στις δραματικές ερμηνείες της παιδικής μου ηλικίας, σε λατινοαμερικάνικες επιδείξεις ουλών, πληγών και κάθε λογής φλύκταινας.
Δεν είναι αισθητικό το πρόβλημά μου "αχ, καλέ, τι απωθητικοί που είναι αυτοί οι ζητιάνοι" -- στο κάτω-κάτω στο Λονδίνο ενηλικιώθηκα συναισθηματικά, εκεί όπου οι άστεγοι αργοσβήνουν καθώς εξαχνώνονται στο κρύο, εκεί όπου δεν υπάρχουν αδέσποτα σκυλιά παρά μόνον αδεσποτοι άνθρωποι. Απλώς αισθάνομαι θλίψη και ταραχή στη σκέψη ότι κάποιοι ζητιάνοι μάλλον δεν είναι επαγγελματίες κι ότι μάλλον έχουν πραγματική ανάγκη. Κυρίως με αφορμή τον τύπο που μισοκοιμόταν αγκαλιασμένος με το παιδάκι.
Στο σπίτι άνοιξα την τηλεόραση, η ναυτία από τις ίδιες επαναλαμβανόμενες διαφημίσεις. Η προσποιητή και βεβιασμένη χαρά των εκμπομπών. Τα τεχνητά μούτρα του ενός και του άλλου. Οι κόσμοι που πλασάρονται σε εξαθλιωμένους συνταξιούχους, σε άνεργους, σε νοικοκυρές, σε πηγμένους εργαζόμενους: η τηλεόραση με τα στημένα γλέντια της, η τηλεόραση που μιλάει για την τηλεόραση και για την ελλειμματική ευφυία του κόσμου της τηλεόρασης (και πόσο κωμική είναι), η τηλεόραση που παρουσιάζει συνταγές που δεν μπορεί κανείς να μαγειρέψει, που μας εξηγεί επιστημονικώς γιατί μετά από τόσους μήνες κρίσης οι πλούσιοι απλώς ξεβολεύτηκαν και πάνε στην Αράχωβα αντί για τη Βιέννη τα Χριστούγεννα, ενώ όλοι οι άλλοι πρέπει απλώς να πεινάσουν.
Θα το ξαναρίξω στο διάβασμα και στα βιβλία.
http://sraosha2.blogspot.com/
Εκεί που ανέπνεα το ψιλόβροχο και χάζευα τα πλήθη, το μάτι μου πήρε έναν ζητιάνο με ένα παιδί. Συζητούσα την παγκόσμια συνήθεια να ζητιανεύεις τραβολογώντας κι ένα παιδάκι για να εκβιάσεις τους περαστικούς με μια φίλη πριν μήνες και με τον Βυτίο πριν λίγες μέρες. Εδώ όμως συνέβαινε κάτι άλλο: και το παιδί, αρκετά μεγάλο, και ο ζητιάνος, μάλλον νέος, σχεδόν κοιμόντουσαν σφιχταγκαλιασμένοι, σαν να κρύωναν. Αναστατώθηκα κι ανοίχτηκαν τα μάτια μου: θυμήθηκα τον "πεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάω", πρόσεξα αυτόν που φωνάζει και κυνηγάει τους περαστικούς σπρώχνοντας το αναπηρικό καροτσάκι του με τα χέρια και πατώντας τα πόδια του στο πεζοδρόμιο, ξαναείδα αυτήν που παρακαλάει σε στάση εδαφιαίας μετάνοιας: συνειδητοποίησα ότι η εξάσκηση της επαιτείας έχει επιστρέψει στις δραματικές ερμηνείες της παιδικής μου ηλικίας, σε λατινοαμερικάνικες επιδείξεις ουλών, πληγών και κάθε λογής φλύκταινας.
Δεν είναι αισθητικό το πρόβλημά μου "αχ, καλέ, τι απωθητικοί που είναι αυτοί οι ζητιάνοι" -- στο κάτω-κάτω στο Λονδίνο ενηλικιώθηκα συναισθηματικά, εκεί όπου οι άστεγοι αργοσβήνουν καθώς εξαχνώνονται στο κρύο, εκεί όπου δεν υπάρχουν αδέσποτα σκυλιά παρά μόνον αδεσποτοι άνθρωποι. Απλώς αισθάνομαι θλίψη και ταραχή στη σκέψη ότι κάποιοι ζητιάνοι μάλλον δεν είναι επαγγελματίες κι ότι μάλλον έχουν πραγματική ανάγκη. Κυρίως με αφορμή τον τύπο που μισοκοιμόταν αγκαλιασμένος με το παιδάκι.
Στο σπίτι άνοιξα την τηλεόραση, η ναυτία από τις ίδιες επαναλαμβανόμενες διαφημίσεις. Η προσποιητή και βεβιασμένη χαρά των εκμπομπών. Τα τεχνητά μούτρα του ενός και του άλλου. Οι κόσμοι που πλασάρονται σε εξαθλιωμένους συνταξιούχους, σε άνεργους, σε νοικοκυρές, σε πηγμένους εργαζόμενους: η τηλεόραση με τα στημένα γλέντια της, η τηλεόραση που μιλάει για την τηλεόραση και για την ελλειμματική ευφυία του κόσμου της τηλεόρασης (και πόσο κωμική είναι), η τηλεόραση που παρουσιάζει συνταγές που δεν μπορεί κανείς να μαγειρέψει, που μας εξηγεί επιστημονικώς γιατί μετά από τόσους μήνες κρίσης οι πλούσιοι απλώς ξεβολεύτηκαν και πάνε στην Αράχωβα αντί για τη Βιέννη τα Χριστούγεννα, ενώ όλοι οι άλλοι πρέπει απλώς να πεινάσουν.
Θα το ξαναρίξω στο διάβασμα και στα βιβλία.
http://sraosha2.blogspot.com/
Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010
Το δώρο των μάγων
Πώς είναι άραγε τα Χριστούγεννα χωρίς δώρα; Σύμφωνα με το διασημότερο χριστουγεννιάτικο διήγημα όλων των εποχών, μια χαρά. Φτάνει να υπάρχει αγάπη (και μπριζόλες).
Σάββατο, 6:30 το απόγευμα
Mετράω ξανά και ξανά λογαριασμούς και έξοδα - ξέρω ότι αν δεν το κάνω, στις 29 Δεκεμβρίου θα αναρωτιέμαι πού πήγαν τα χρήματά μου. Προσθέτω αριθμούς σε ένα μπλοκάκι και φτάνω γρήγορα στο συμπέρασμα ότι είναι μάλλον δραματικά τα πράγματα φέτος - οι μόνοι που θα πάρουν χρήματα από μένα είναι η ΔΕΗ και ο ΟΤΕ (μου έχουν, άλλωστε, χαρίσει το δώρο του ηλεκτρισμού και της επικοινωνίας). Λεφτά για δώρα δεν έχω, εκτός κι αν αγοράσω σε όλες μου τις φίλες καλτσάκια και στην οικογένειά μου φρούτα («Χρόνια πολλά, μανούλα. Σου έφερα μανταρίνια»). Παρ' όλα αυτά, τα Χριστούγεννα ήταν πάντα η αγαπημένη μου γιορτή. Πέρσι, σε μια σπάνια αναλαμπή χαρούμενης ενηλικίωσης, στόλισα δέντρο, έκανα φοβερές χειροτεχνίες προκειμένου να φτιάξω μια γιρλάντα από χριστουγεννιάτικες κάρτες, έβαλα μια γαβάθα με μανταρίνια στο σαλόνι και σκέφτηκα σοβαρά να φτιάξω μέχρι και eggnog. Στενοχωριέμαι όταν σκέφτομαι ότι φέτος δεν θα είναι η χρονιά των δώρων.
Δευτέρα, 12:30 μ.μ.
Διαβάζω ένα από αυτά τα άρθρα που διαβάζει πάντα κανείς λίγο πριν τα Χριστούγεννα για το πώς η συγκεκριμένη γιορτή είναι ένα χυδαίο όργιο καταναλωτισμού, μια καπιταλιστική φιέστα με επικάλυψη φιλανθρωπίας, μπλα, μπλα, μπλα. Δεν διαφωνώ. Μεγαλώνοντας, βέβαια, έχω αρχίσει να πιστεύω πως όλα αυτά τα επιχειρήματα λειτουργούν κυρίως ως δικαιολογίες - πιθανόν να ισχύουν, αλλά ο πραγματικός λόγος που τόσο πολλοί άνθρωποι μισούν τα Χριστούγεννα δεν είναι ούτε ο καταναλωτισμός ούτε η κακογουστιά τους και σίγουρα όχι η ψεύτικη φιλανθρωπία τους. Η αλήθεια είναι ότι οποιοσδήποτε νιώθει μόνος ή παράταιρος, τα Χριστούγεννα νιώθει ακόμα χειρότερα. Σε ένα από τα διασημότερα χριστουγεννιάτικα διηγήματα όλων των εποχών, το Δώρο των Μάγων του Ο'Χένρυ, ένα νιόπαντρο ερωτευμένο ζευγάρι, ο Τζιμ και η Ντέλα, ζει σε ένα φτωχικό διαμέρισμα (στην ελληνική εκδοχή φαντάζομαι ότι ο Τζιμ και η Ντέλα θα έμεναν με όλο το σόι του Τζιμ και η Ντέλα θα τσακωνόταν με την πεθερά της) μόλις με 20 δολάρια τη βδομάδα. «Η ζωή φτιάχνεται με αναφιλητά και μυξοκλάματα, με τα μυξοκλάματα να έχουν το πάνω χέρι», παρατηρεί ο συγγραφέας. Η Ντέλα είναι μια νεαρή πραγματίστρια-νοικοκυρά («Ίσως οι τρίχες των μαλλιών μου να 'ναι μετρημένες, αλλά κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να μετρήσει την αγάπη μου για σένα. Να βάλω τις μπριζόλες να γίνονται Tζιμ;»), ενώ ο Τζιμ είναι μια όαση πρακτικότητας, ένας στιβαρός σιωπηλός Αμερικανός («Δεν νομίζω ότι υπάρχει ένα κούρεμα, ένα ξύρισμα ή ένα σαμπουάν που θα μπορούσε να κάνει το κορίτσι μου να μου αρέσει λιγότερο») που δεν θα άφηνε ποτέ την Ντέλα να ανάψει μόνη της τη φουφού. Στα όνειρά μου ο Τζιμ περνάει τα Σαββατοκύριακά του κατασκευάζοντας μικροέπιπλα από καρυδιά στην αυλή πριν κάνει έρωτα στην Ντέλα για έκτη φορά.
Την παραμονή των Χριστουγέννων η Ντέλα διαπιστώνει ότι έχει μόνο ένα δολάριο και ογδόντα δύο σεντς για διαθέσει για το χριστουγεννιάτικο δώρο του Τζιμ. Προκειμένου να αγοράσει το δώρο, μια αλυσίδα για ένα ρολόι που είναι, εξάλλου, και το μοναδικό ακριβό πράγμα που έχει ο Τζιμ, πουλάει το πιο όμορφο πράγμα που έχει: τα μακριά καστανά μαλλιά της. (Η πώληση μαλλιών με ανατριχιάζει - όπως έλεγε και μια φίλη μου για τα μπουζουξίδικα εξτένσιον της, «τα αληθινά μαλλιά έχουν πάντα μια μυρωδιά»). Το ίδιο απόγευμα τον περιμένει να έρθει στο σπίτι με ένα κεφάλι γεμάτο μπουκλάκια, ενώ προσεύχεται τρέμοντας: «Σε παρακαλώ, Θεέ μου, κάν' τον να νομίζει ότι είμαι ακόμα όμορφη» (μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ τελικά). Όταν καταφτάνει ο Τζιμ, όμως, μαθαίνουμε ότι κι αυτός με τη σειρά του έχει πουλήσει το πολυτιμότερο πράγμα που έχει -το ρολόι του δηλαδή- για να της αγοράσει μια σειρά από χτενάκια από ταρταρούγα (φαντάζομαι ότι το αντίστοιχο σημερινό δώρο θα ήταν μια στέκα με σβαρόφσκι - μανούλα, ανατρίχιασα). Τα δώρα τους δεν έχουν πια κανένα απολύτως νόημα.
«Οι μάγοι, όπως ξέρετε, ήταν σοφοί άντρες -υπέροχα σοφοί άντρες- που έφεραν δώρα στον Ιησού, στη φάτνη. Εφηύραν την τέχνη του να δίνουμε χριστουγεννιάτικα δώρα. Όντας σοφοί, τα δώρα τους ήταν αναμφίβολα σοφά, πιθανόν βέβαια με τo προνόμιο να υπάρχει δυνατότητα αλλαγής. Και εδώ σας έχω διηγηθεί αδέξια την ήσυχη ιστορία δυο ανόητων παιδιών σε ένα διαμέρισμα, που καθόλου σοφά θυσίασαν ο ένας για τον άλλον τους μεγαλύτερους θησαυρούς του σπιτιού τους. Αλλά, σε μια τελευταία φράση για τους σοφούς των ημερών μας, ας ειπωθεί ότι από όλους όσοι αντάλλαξαν δώρα, αυτοί οι δύο ήταν οι πιο σοφοί», γράφει ο συγγραφέας. Καλό είναι βέβαια για να μην πέσει κανείς στο μελό και να παραμένει πρακτικός, όπως ο Τζιμ. «"Ντελ", είπε εκείνος, "ας βάλουμε τα χριστουγεννιάτικα δώρα μας στην άκρη κι ας τα κρατήσουμε για λίγο. Παραείναι ωραία για να τα χρησιμοποιήσουμε τώρα. Πούλησα το ρολόι για να σου αγοράσω τα χτενάκια σου. Και τώρα βάλε τις μπριζόλες να γίνονται"».
δεσποινα τριβολη/ lifo.gr
πιστευω
Η λίμνη του Ρεφερή
Μια φορά κι έναν καιρό όχι και πολύ μακριά από τη δική μας εποχή υπήρχε ένα παιδάκι που του άρεσε να ονειρεύεται και να σκέφτεται πράγματα τα οποία θα μπορούσε να καταφέρει. Το παιδάκι το λέγαν Ρεφερή. Ο Ρεφερή τα βράδια, πριν κοιμηθεί, κοιτούσε από το γυάλινο τζάμι της οροφής τα αστέρια και φαντάζονταν τον εαυτό του να κάνει κάτι σπουδαίο για το οποίο όλοι θα τον θαύμαζαν. Έτσι το έπαιρνε ο ύπνος και όλα του τα όνειρα ήταν γεμάτα μεγάλες κατακτήσεις, γενναία κατορθώματα, άθλους και… ζαχαρωτά, πολλά ζαχαρωτά. Βλέπετε πέρα από πολύ φιλόδοξος, ο Ρεφερή ήταν και πολύ γλυκούλης, όπως όλα τα παιδιά, και του άρεσε να γλύφει καραμελωμένα μήλα και να τρώει σοκολατένιες λιχουδιές.
Για το Ρεφερή κάθε μέρα ήταν μια νέα ανακάλυψη, ή μάλλον ήταν μια νέα ευκαιρία για πολλές, πολλές ανακαλύψεις και τρομερά κατορθώματα. Κοντά στο σπίτι του Ρεφερή υπήρχε μια μεγάλη λίμνη, ένα δάσος με μεγάλα δέντρα και ένα λόφος, μεγάλος και αυτός. Εκείνη τη μέρα ο Ρεφερή αποφάσισε ότι είχε έρθει η σειρά του λόφου. Σκέφτηκε για λίγο τί κατόρθωμα μπορούσε να κάνει στο λόφο και αποφάσισε να κόψει το όμορφο γιασεμί που βρίσκονταν στη κορυφή του. Χωρίς δεύτερη σκέψη, λοιπόν, ο Ρεφερή φίλησε τη μαμά του, έκανε το σταυρό του με τα μικρά του δακτυλάκια και ξεκίνησε με θάρρος. Σε όλο το δρόμο προχωρούσε χαμογελαστός και κανένα εμπόδιο δε μπορούσε να του κόψει την ηρωική του πορεία προς την κορυφή του λόφου, μέχρι που μια αλεπού εμφανίστηκε μπροστά του. «Πού πας;» τον ρωτά η αλεπού. «Πάω στην κορυφή του λόφου να κόψω το γιασεμί» απαντά ο Ρεφερή. «Τίποτα δε θα καταφέρεις να κόψεις χαζούλη» του απαντά η αλεπού και χάθηκε μέσα στα φύλλα της χλόης. Ο Ρεφερή στεναχωρήθηκε πάρα πολύ με τα λόγια της αλεπούς και βάλθηκε να κλαίει με λυγμούς. Όταν σταμάτησε δεν είχε καμία όρεξη να σταματήσει και αποφάσισε να γυρίσει στο σπίτι του. Εκείνο το βράδυ ο Ρεφερή δε μπορούσε να κοιμηθεί. Γύριζε από δω, γύριζε από κει, τίποτα. Απ’ όπου και να γύριζε έβλεπε την αλεπού να του λέει «τίποτα δε θα καταφέρεις».
Την επόμενη μέρα ο Ρεφερή δεν είχε και πολλά κέφια και δεν ήθελε να φάει πρωινό αν και ήταν τόσο όμορφο. Η μαμά του είχε κάνει τηγανίτες με μέλι και του είχε βράσει ένα φρέσκο αυγό. Στο τραπέζι υπήρχαν ακόμα φρυγανιές με μαρμελάδα βατόμουρο, σύκα και ένα μεγάλο κέικ σοκολάτας, αλλά ο Ρεφερή δεν άγγιξε τίποτα. Φόρεσε τα κόκκινα, λασπωμένα μποτάκια του, φίλησε με θυμό τη μητέρα και έτρεξε έξω. Είχε αποφασίσει να πάει στο δάσος και να σκαρφαλώσει στην κορυφή ενός δέντρου. Όσο πλησίαζε στο δάσος τόσο μεγάλωνε και ο πόθος του να ανέβει σε ένα δέντρο και όσο μεγάλωνε ο πόθος του, τόσο ένιωθε πιο γενναίος και πιο δυνατός. Όταν έφτασε στο δάσος μάζεψε νερό από τις δροσοσταλίδες των φίλων και το ήπιε. Του το είχε μάθει να το κάνει αυτό ο παππούς του. Πηγαίνανε συχνά μαζί στο δάσος για να μαζέψουν φύλλα για τη συλλογή του Παππού του. Ήταν ένα βιβλίο γεμάτο με αποξηραμένα λουλούδια και φύλλα που το έλεγε ο παππούς του ανθολόγιο. Εν το μεταξύ ο Ρεφερή βρήκε ένα δέντρο, το οποίο θεώρησε ιδανικό για σκαρφάλωμα. Θα ήταν παιχνιδάκι να φτάσει στην κορυφή του. Ξεκίνησε να σκαρφαλώνει. Στα μέσα της διαδρομής τον σταμάτησε ένα σπουργίτι και τον ρώτησε που πηγαίνει. Ο Ρεφερή απάντησε με περηφάνια ότι ετοιμάζεται να φτάσει στην κορυφή του δέντρου. «Χαχα δε θα καταφέρεις τίποτα ανόητε» απάντησε το σπουργίτι. Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια ο Ρεφερή έβαλε τα κλάματα, σταμάτησε να σκαρφαλώνει και κατέβηκε από το δέντρο.
Την επόμενη μέρα ο Ρεφερή αποφάσισε να πάει στη λίμνη. Ήταν πολύ ζεστή η μέρα. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά και είχε ζεστάνει με το φως του τα όμορφα, καθαρά νερά της λίμνης. Αχ να μπορούσα να κάνω μια βουτιά στα όμορφα νερά της!!! Αυτό μάλλον σκέφτηκε και ο Ρεφερή εκείνη τη μέρα και αποφάσισε να κολυμπήσει από την μία πλευρά της λίμνης στην άλλη. Ήταν μια ακόμη ευκαιρία για ένα νέο κατόρθωμα. Ήταν ακόμη μία ευκαιρία να δείξει στον εαυτό του ότι μπορεί να κάνει σπουδαία πράγματα. Ακούμπησε τα ρούχα του πάνω σε μία μεγάλη στρογγυλή πέτρα στην άκρη της λίμνης, ακούμπησε με το πόδι του το νερό για να το δοκιμάσει και χωρίς δεύτερη σκέψη έπεσαι στο νερό και άρχισε να κολυμπά γεμάτος περηφάνια και ρυθμό. Τα πήγαινε πάρα πολύ καλά, μέχρι που στο μέσο της διαδρομής συνάντησε ένα παπαγαλόψαρο. Το παπαγαλόψαρο τον ρώτησε, πού πηγαίνει, και ο Ρεφερή απάντησε ότι πήγαινε στη απέναντι όχθη της λίμνης. «χαχα τίποτα δε θα καταφέρεις μικρέ» του απάντησε το παπαγαλόψαρο. Τόσο πολύ το τάραξαν τα λόγια του ψαριού που με δάκρυα στα μάτια έκανε μια στροφή και άρχισε να κολυμπά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Βγήκε έξω και άρχισε να κλαίει. Λίγο ποιο πέρα στεκόταν ένα παιδί και έπαιζε με το χώμα. «Γιατί γύρισες πίσω; Τα πήγαινες πάρα πολύ καλά» του είπε το παιδί. «Δε μπορώ να τα καταφέρω» απάντησε ο Ρεφερή. «Σίγουρα μπορείς. Δοκίμασέ το.» Αυτά τα λόγια του έδωσαν πάρα πολύ θάρρος. Τα σκεφτόταν συνέχεια και όσο περισσότερο τα σκεφτόταν τόσο μεγαλύτερο κουράγιο έπαιρνε. «Μπορώ να τα καταφέρω» είπε στον εαυτό του, «μπορώ να καταφέρω τα πάντα, μπορώ να καταφέρω ότι βάλλω στο μυαλό μου, μπορώ, ΜΠΟΡΩ!!!!!.»
Πράγματι την επόμενη μέρα είχε καταφέρει μέχρι το βράδυ να κόψει ένα λουλούδι από την κορυφή του λόφου, να δει το σπίτι του από την κορυφή ενός δέντρου και να κολυμπήσει μέχρι την απέναντι όχθη της λίμνης. Εκεί τον περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Το αγόρι που είχε συναντήσει την προηγούμενη μέρα. Έτρεξε να του πει τα κατορθώματά του, αλλά είδε ότι το παιδί να είναι ξαπλωμένο με τα μάτια κλειστά. Στην αρχή νόμισε ότι κοιμόταν και περίμενε να ξυπνήσει. Η ώρα περνούσε και το παιδί δεν έλεγε να σηκωθεί από το χώμα… Θα νόμιζε κανείς ότι το είχε αγκαλιάσει, ότι το είχε αγκαλιάσει πολύ σφιχτά, σαν να θελε να γαντζωθεί από κάτι. Ο Ρεφερή ακούμπησε το αυτί του στο στόμα του παιδιού… Δεν είχε πια ανάσα… Ο Ρεφερή κάθισε πάνω σε μία πέτρα και άρχισε να κλαίει. «Δε μπορώ…………». «Δε μπορώ να κάνω τίποτα». Έκλαιγε για αρκετή ώρα. Τα μάγουλά του είχαν μουσκέψει. Είχε καρφώσει τα μάτια του στη λίμνη και κουνιόταν πέρα δώθε σαν την ξύλινη καρέκλα που καθόταν κάποτε η γιαγιά του ενώ τον κρατούσε στην αγκαλιά της.
Ξαφνικά στα ατάραχα νερά της λίμνης εμφανίστηκε μια μεγάλη τρύπα. Ο Ρεφερή σηκώθηκε, περπάτησε πάνω στα νερά της λίμνης χωρίς να τα ταράξει και πλησίασε την τρύπα. Κοίταξε μέσα και είδε αμέτρητα σκαλιά να φτάνουν σε απίστευτο βάθος. Γύρω του ένιωθε μια μαγεία να έχει ποτίσει όλη τη πλάση γύρω του και παρατήρησε ότι πατούσε πάνω στο νερό. Έκλεισε τα μάτια του και μια εξωκοσμική μουσική τύλιξε τα αυτιά του και του αλάφρωσε το νου και την καρδούλα του. Ξαν’ άνοιξε τα μάτια του, κοίταξε για ακόμα μια φορά τη τρύπα και άρχισε να κατεβαίνει. Σε κάθε σκαλί παρατήρησε ότι είχε μία επιγραφή. Την ίδια επιγραφή είχε σε κάθε σκαλί. «Πι..σ,,τ,,ευ,,ω,, πιστ,,,ευω,, ΠΙΣΤΕΥΩ» κατάφερε να διαβάσει ο Ρεφερή στο λιγοστό φως. Σε κάθε σκαλί που κατέβαινε διάβαζε την ίδια λέξη και κατέβηκε πολλά, πολλά σκαλιά… Όταν πάτησε και το τελευταίο σκαλί είχε πει τόσες πολλές φορές τη λέξη πιστεύω που την έλεγε πλέον όχι με το στόμα, αλλά με την καρδιά του και όταν τη λες με την καρδιά σου αυτή τη λέξη είναι πολύ, πολύ, πολύ δυνατή. «ΠΙΣΤΕΥΩ» είπε ο Ρεφερή και κατέβηκε και το τελευταίο σκαλί. Τα σκαλιά τον οδήγησαν στο άνοιγμα μια μεγάλης φωτεινής πύλης στην κορυφή ενός ψηλού βουνού. Ναι στην κορυφή ενός βουνού. Πώς έγινε αυτό; Μόνο κάποιος που πιστεύει τόσο πολύ, όσο ο Ρεφερή μπορεί κατεβαίνοντας στα βάθη μια λίμνης να βρεθεί στην κορυφή ενός βουνού. Ο Ρεφερή κοίταξε γύρω του. Μπορούσε να δει τα πάντα από εκεί πάνω. Είδε το σπίτι του, το λόφο, το δάσος, τη λίμνη… και εκεί στη λίμνη το νεκρό κορμί του φίλου του. «ΠΙΣΤΕΥΩ» είπε ο Ρεφερή μέσα από τα βάθη της καρδιάς του ακριβώς όπως το έλεγε και μέσα από τα βάθη της λίμνης και τότε… ο φίλος του σηκώθηκε… και συνέχισε να παίζει με τα χώματα………
Έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…………
Από το Blog Ζήσε σε ένα παραμύθι
http://adamhbl.wordpress.com/
Μια φορά κι έναν καιρό όχι και πολύ μακριά από τη δική μας εποχή υπήρχε ένα παιδάκι που του άρεσε να ονειρεύεται και να σκέφτεται πράγματα τα οποία θα μπορούσε να καταφέρει. Το παιδάκι το λέγαν Ρεφερή. Ο Ρεφερή τα βράδια, πριν κοιμηθεί, κοιτούσε από το γυάλινο τζάμι της οροφής τα αστέρια και φαντάζονταν τον εαυτό του να κάνει κάτι σπουδαίο για το οποίο όλοι θα τον θαύμαζαν. Έτσι το έπαιρνε ο ύπνος και όλα του τα όνειρα ήταν γεμάτα μεγάλες κατακτήσεις, γενναία κατορθώματα, άθλους και… ζαχαρωτά, πολλά ζαχαρωτά. Βλέπετε πέρα από πολύ φιλόδοξος, ο Ρεφερή ήταν και πολύ γλυκούλης, όπως όλα τα παιδιά, και του άρεσε να γλύφει καραμελωμένα μήλα και να τρώει σοκολατένιες λιχουδιές.
Για το Ρεφερή κάθε μέρα ήταν μια νέα ανακάλυψη, ή μάλλον ήταν μια νέα ευκαιρία για πολλές, πολλές ανακαλύψεις και τρομερά κατορθώματα. Κοντά στο σπίτι του Ρεφερή υπήρχε μια μεγάλη λίμνη, ένα δάσος με μεγάλα δέντρα και ένα λόφος, μεγάλος και αυτός. Εκείνη τη μέρα ο Ρεφερή αποφάσισε ότι είχε έρθει η σειρά του λόφου. Σκέφτηκε για λίγο τί κατόρθωμα μπορούσε να κάνει στο λόφο και αποφάσισε να κόψει το όμορφο γιασεμί που βρίσκονταν στη κορυφή του. Χωρίς δεύτερη σκέψη, λοιπόν, ο Ρεφερή φίλησε τη μαμά του, έκανε το σταυρό του με τα μικρά του δακτυλάκια και ξεκίνησε με θάρρος. Σε όλο το δρόμο προχωρούσε χαμογελαστός και κανένα εμπόδιο δε μπορούσε να του κόψει την ηρωική του πορεία προς την κορυφή του λόφου, μέχρι που μια αλεπού εμφανίστηκε μπροστά του. «Πού πας;» τον ρωτά η αλεπού. «Πάω στην κορυφή του λόφου να κόψω το γιασεμί» απαντά ο Ρεφερή. «Τίποτα δε θα καταφέρεις να κόψεις χαζούλη» του απαντά η αλεπού και χάθηκε μέσα στα φύλλα της χλόης. Ο Ρεφερή στεναχωρήθηκε πάρα πολύ με τα λόγια της αλεπούς και βάλθηκε να κλαίει με λυγμούς. Όταν σταμάτησε δεν είχε καμία όρεξη να σταματήσει και αποφάσισε να γυρίσει στο σπίτι του. Εκείνο το βράδυ ο Ρεφερή δε μπορούσε να κοιμηθεί. Γύριζε από δω, γύριζε από κει, τίποτα. Απ’ όπου και να γύριζε έβλεπε την αλεπού να του λέει «τίποτα δε θα καταφέρεις».
Την επόμενη μέρα ο Ρεφερή δεν είχε και πολλά κέφια και δεν ήθελε να φάει πρωινό αν και ήταν τόσο όμορφο. Η μαμά του είχε κάνει τηγανίτες με μέλι και του είχε βράσει ένα φρέσκο αυγό. Στο τραπέζι υπήρχαν ακόμα φρυγανιές με μαρμελάδα βατόμουρο, σύκα και ένα μεγάλο κέικ σοκολάτας, αλλά ο Ρεφερή δεν άγγιξε τίποτα. Φόρεσε τα κόκκινα, λασπωμένα μποτάκια του, φίλησε με θυμό τη μητέρα και έτρεξε έξω. Είχε αποφασίσει να πάει στο δάσος και να σκαρφαλώσει στην κορυφή ενός δέντρου. Όσο πλησίαζε στο δάσος τόσο μεγάλωνε και ο πόθος του να ανέβει σε ένα δέντρο και όσο μεγάλωνε ο πόθος του, τόσο ένιωθε πιο γενναίος και πιο δυνατός. Όταν έφτασε στο δάσος μάζεψε νερό από τις δροσοσταλίδες των φίλων και το ήπιε. Του το είχε μάθει να το κάνει αυτό ο παππούς του. Πηγαίνανε συχνά μαζί στο δάσος για να μαζέψουν φύλλα για τη συλλογή του Παππού του. Ήταν ένα βιβλίο γεμάτο με αποξηραμένα λουλούδια και φύλλα που το έλεγε ο παππούς του ανθολόγιο. Εν το μεταξύ ο Ρεφερή βρήκε ένα δέντρο, το οποίο θεώρησε ιδανικό για σκαρφάλωμα. Θα ήταν παιχνιδάκι να φτάσει στην κορυφή του. Ξεκίνησε να σκαρφαλώνει. Στα μέσα της διαδρομής τον σταμάτησε ένα σπουργίτι και τον ρώτησε που πηγαίνει. Ο Ρεφερή απάντησε με περηφάνια ότι ετοιμάζεται να φτάσει στην κορυφή του δέντρου. «Χαχα δε θα καταφέρεις τίποτα ανόητε» απάντησε το σπουργίτι. Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια ο Ρεφερή έβαλε τα κλάματα, σταμάτησε να σκαρφαλώνει και κατέβηκε από το δέντρο.
Την επόμενη μέρα ο Ρεφερή αποφάσισε να πάει στη λίμνη. Ήταν πολύ ζεστή η μέρα. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά και είχε ζεστάνει με το φως του τα όμορφα, καθαρά νερά της λίμνης. Αχ να μπορούσα να κάνω μια βουτιά στα όμορφα νερά της!!! Αυτό μάλλον σκέφτηκε και ο Ρεφερή εκείνη τη μέρα και αποφάσισε να κολυμπήσει από την μία πλευρά της λίμνης στην άλλη. Ήταν μια ακόμη ευκαιρία για ένα νέο κατόρθωμα. Ήταν ακόμη μία ευκαιρία να δείξει στον εαυτό του ότι μπορεί να κάνει σπουδαία πράγματα. Ακούμπησε τα ρούχα του πάνω σε μία μεγάλη στρογγυλή πέτρα στην άκρη της λίμνης, ακούμπησε με το πόδι του το νερό για να το δοκιμάσει και χωρίς δεύτερη σκέψη έπεσαι στο νερό και άρχισε να κολυμπά γεμάτος περηφάνια και ρυθμό. Τα πήγαινε πάρα πολύ καλά, μέχρι που στο μέσο της διαδρομής συνάντησε ένα παπαγαλόψαρο. Το παπαγαλόψαρο τον ρώτησε, πού πηγαίνει, και ο Ρεφερή απάντησε ότι πήγαινε στη απέναντι όχθη της λίμνης. «χαχα τίποτα δε θα καταφέρεις μικρέ» του απάντησε το παπαγαλόψαρο. Τόσο πολύ το τάραξαν τα λόγια του ψαριού που με δάκρυα στα μάτια έκανε μια στροφή και άρχισε να κολυμπά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Βγήκε έξω και άρχισε να κλαίει. Λίγο ποιο πέρα στεκόταν ένα παιδί και έπαιζε με το χώμα. «Γιατί γύρισες πίσω; Τα πήγαινες πάρα πολύ καλά» του είπε το παιδί. «Δε μπορώ να τα καταφέρω» απάντησε ο Ρεφερή. «Σίγουρα μπορείς. Δοκίμασέ το.» Αυτά τα λόγια του έδωσαν πάρα πολύ θάρρος. Τα σκεφτόταν συνέχεια και όσο περισσότερο τα σκεφτόταν τόσο μεγαλύτερο κουράγιο έπαιρνε. «Μπορώ να τα καταφέρω» είπε στον εαυτό του, «μπορώ να καταφέρω τα πάντα, μπορώ να καταφέρω ότι βάλλω στο μυαλό μου, μπορώ, ΜΠΟΡΩ!!!!!.»
Πράγματι την επόμενη μέρα είχε καταφέρει μέχρι το βράδυ να κόψει ένα λουλούδι από την κορυφή του λόφου, να δει το σπίτι του από την κορυφή ενός δέντρου και να κολυμπήσει μέχρι την απέναντι όχθη της λίμνης. Εκεί τον περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Το αγόρι που είχε συναντήσει την προηγούμενη μέρα. Έτρεξε να του πει τα κατορθώματά του, αλλά είδε ότι το παιδί να είναι ξαπλωμένο με τα μάτια κλειστά. Στην αρχή νόμισε ότι κοιμόταν και περίμενε να ξυπνήσει. Η ώρα περνούσε και το παιδί δεν έλεγε να σηκωθεί από το χώμα… Θα νόμιζε κανείς ότι το είχε αγκαλιάσει, ότι το είχε αγκαλιάσει πολύ σφιχτά, σαν να θελε να γαντζωθεί από κάτι. Ο Ρεφερή ακούμπησε το αυτί του στο στόμα του παιδιού… Δεν είχε πια ανάσα… Ο Ρεφερή κάθισε πάνω σε μία πέτρα και άρχισε να κλαίει. «Δε μπορώ…………». «Δε μπορώ να κάνω τίποτα». Έκλαιγε για αρκετή ώρα. Τα μάγουλά του είχαν μουσκέψει. Είχε καρφώσει τα μάτια του στη λίμνη και κουνιόταν πέρα δώθε σαν την ξύλινη καρέκλα που καθόταν κάποτε η γιαγιά του ενώ τον κρατούσε στην αγκαλιά της.
Ξαφνικά στα ατάραχα νερά της λίμνης εμφανίστηκε μια μεγάλη τρύπα. Ο Ρεφερή σηκώθηκε, περπάτησε πάνω στα νερά της λίμνης χωρίς να τα ταράξει και πλησίασε την τρύπα. Κοίταξε μέσα και είδε αμέτρητα σκαλιά να φτάνουν σε απίστευτο βάθος. Γύρω του ένιωθε μια μαγεία να έχει ποτίσει όλη τη πλάση γύρω του και παρατήρησε ότι πατούσε πάνω στο νερό. Έκλεισε τα μάτια του και μια εξωκοσμική μουσική τύλιξε τα αυτιά του και του αλάφρωσε το νου και την καρδούλα του. Ξαν’ άνοιξε τα μάτια του, κοίταξε για ακόμα μια φορά τη τρύπα και άρχισε να κατεβαίνει. Σε κάθε σκαλί παρατήρησε ότι είχε μία επιγραφή. Την ίδια επιγραφή είχε σε κάθε σκαλί. «Πι..σ,,τ,,ευ,,ω,, πιστ,,,ευω,, ΠΙΣΤΕΥΩ» κατάφερε να διαβάσει ο Ρεφερή στο λιγοστό φως. Σε κάθε σκαλί που κατέβαινε διάβαζε την ίδια λέξη και κατέβηκε πολλά, πολλά σκαλιά… Όταν πάτησε και το τελευταίο σκαλί είχε πει τόσες πολλές φορές τη λέξη πιστεύω που την έλεγε πλέον όχι με το στόμα, αλλά με την καρδιά του και όταν τη λες με την καρδιά σου αυτή τη λέξη είναι πολύ, πολύ, πολύ δυνατή. «ΠΙΣΤΕΥΩ» είπε ο Ρεφερή και κατέβηκε και το τελευταίο σκαλί. Τα σκαλιά τον οδήγησαν στο άνοιγμα μια μεγάλης φωτεινής πύλης στην κορυφή ενός ψηλού βουνού. Ναι στην κορυφή ενός βουνού. Πώς έγινε αυτό; Μόνο κάποιος που πιστεύει τόσο πολύ, όσο ο Ρεφερή μπορεί κατεβαίνοντας στα βάθη μια λίμνης να βρεθεί στην κορυφή ενός βουνού. Ο Ρεφερή κοίταξε γύρω του. Μπορούσε να δει τα πάντα από εκεί πάνω. Είδε το σπίτι του, το λόφο, το δάσος, τη λίμνη… και εκεί στη λίμνη το νεκρό κορμί του φίλου του. «ΠΙΣΤΕΥΩ» είπε ο Ρεφερή μέσα από τα βάθη της καρδιάς του ακριβώς όπως το έλεγε και μέσα από τα βάθη της λίμνης και τότε… ο φίλος του σηκώθηκε… και συνέχισε να παίζει με τα χώματα………
Έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…………
Από το Blog Ζήσε σε ένα παραμύθι
http://adamhbl.wordpress.com/
Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010
Ο αδικημένος των Χριστουγέννων
Τα Χριστούγεννα, υποτίθεται, ότι είναι γιορτή των αγαθών προθέσεων, της κατανόησης, της ανοχής, και της γενναιοδωρίας απέναντι στους άλλους. Κι όμως. Οι δυτικές κοινωνίες, μέσα σε αυτό το κλίμα της υποτιθέμενης 'καλοσύνης', συστηματικά αδικούν έναν άνθρωπο. Μια μυθική φιγούρα που, όπως τον Ιούδα το Πάσχα, όλοι μας (από μικρά παιδιά) έχουμε μάθει να αντιπαθούμε και να στοχοποιούμε τις μέρες των γιορτών: Τον Εμπενήζερ Σκρούτζ. Τον γερο-τσιγκούνη του Ντίκενς (στο βιβλίο του A Christmas Carol, 1843). Νομίζω ότι πρόκειται για κατάφορη αδικία που, αυτά ιδίως τα Χριστούγεννα, πρέπει να επανορθώσουμε.
Γιατί αυτά τα Χριστούγεννα; Επειδή, στον καιρό της Κρίσης, μάθαμε μαθήματα νέα και επώδυνα. Μαθήματα που πρέπει να μας οδηγήσουν στην επανεξέταση της τελετουργικής μας καταδίκης του Σκρουτζ. Αν το καλοσκεφτούμε, ο Σκρουτζ δεν έκλεψε ποτέ τίποτα, δεν κορόιδεψε ποτέ κανέναν, δεν έχασε τα χρήματα κάποιου, δεν είπε ψέμματα προσποιούμενος τον καλό κ' αγαθό, τον πονεσιάρη, τον άνθρωπο που θα αυγάτιζε τα χρήματα των άλλων (την ώρα που, στην πραγματικότητα, δημιουργεί τις συνθήκες για να χάσουν εκατομμύρια οικογένειες τα χρήματά τους, τις συντάξεις τους, την ίδια την ελπίδα). Μπορεί να ήταν απίστευτα τσιγκούνης, μίζερος, δυσάρεστος, μισητός ακόμα. Όμως είχε αρχές και επέβαλε την τσιγκουνιά του πρώτα στον ίδιο του τον εαυτό και μετά στους γύρω του. Ναι, είναι αλήθεια ότι ανάγκαζε τον Κράτσιτ, τον υπάλληλό του, να εργάζεται σε ένα παγωμένο δωμάτιο, για να κάνει ο ίδιος οικονομία στην θέρμανση, όμως και ο ίδιος υπό το ίδιο πολικό ψύχος ζούσε και εργαζόταν. Την λιτότητα την επέβαλε το ίδιο στον εαυτό του όσο και στους γύρω του.
Ας συγκρίνουμε τώρα την λιτότητα του Σκρουτζ με την λιτότητα που πρεσβεύουν οι σημερινοί αρχιερείς της στον καιρό της Κρίσης. Από το βήμα της Βουλής, από τις συνεντεύξεις τύπου στις Βρυξέλλες και στην Φραγκφούρτη, από όπου σταθούν κι όπου βρεθούν, μας βγάζουν διαλέξεις περί λιτότητας και συνιστούν ένα γενναίο σφίξιμο του ζωναριού μας. Μας λοιδορούν που τόσα χρόνια ξοδεύαμε χωρίς να σκεφτόμαστε. Μας κακίζουν για το κράτος μας που διακινδύνευσε την ευημερία των μελλοντικών γενεών δανειζόμενο αλόγιστα στο όνομά μας. Μας ανακοινώνουν ότι τέλος τα παράλογα έξοδα. Ότι η Εποχή της Σπατάλης τελείωσε. Τώρα μπαίνουμε στον Καιρό της Λιτότητας. Έτσι τουλάχιστον μας λένε.
Και μετά τι πάνε και κάνουν; Απαιτούν από τους πτωχευμένους να δανειστούν πακτωλούς χρημάτων με επιτόκια που εγγυώνται ότι και τα νέα δάνεια δεν θα αποπληρωθούν. Προς τι αυτή η απαίτηση; Γιατί επιμένουν να δανειστεί το ελληνικό δημόσιο 110 δις και το Ιρλανδικό άλλα 100 δις; Μήπως για να επενδυθούν σε παραγωγικές δραστηριότητες; Για να πλημμυρίσει η οικουμένη από Ιρλανδικά γκάτζετς τελευταίας τεχνολογίας και Ελληνικά οργανικά αγροτικά προϊόντα, ώστε να ξελασπώσουν οι οικονομίες μας; Όχι βέβαια. Τα δάνεια αυτά στους χρεοκοπημένους τα δίνουν υπό όρους που εγγυημένα οδηγούν στην μείωση της παραγωγής. Τότε γιατί τα δίνουν; Τα δίνουν για να αποπληρωθούν εκείνοι που δεν παράγουν, εξ ορισμού, τίποτα!
Παράλογο; Κι όμως αληθινό. Οι αρχιερείς της λιτότητας ωρύονται ότι θα ανοίξει η γη να μας καταπιεί εάν δεν αποπληρωθεί και το τελευταίο ευρώ που δανείστηκαν τα κράτη μας και που τώρα χρωστούν στους τραπεζίτες, των οποίων η μοναδική χρήσιμη καινοτομία των τελευταίων τριάντα ετών ήταν το ΑΤΜ. Οι ίδιοι τραπεζίτες που παρά λίγο να οδηγήσουν την οικουμένη στο ολοκληρωτικό φούντο πριν δύο χρόνια ως αποτέλεσμα της χειρότερης περίπτωσης αλόγιστης σπατάλης στα ιστορικά χρονικά. Ναι, αυτοί οι κύριοι που σώθηκαν την τελευταία στιγμή από τους φορολογούμενους της οικουμένης και που, κατόπιν, όχι μόνο άρχισαν να στοιχηματίζουν (με το δημόσιο παραδάκι) εναντίον της δημόσιας χείρας που τους ελέησε, αλλά και να κατηγορούν τους υπόλοιπους ως... κρατικοδίαιτους.
Αν ο Εμπενίζερ Σκρουτζ ζούσε ανάμεσά μας σήμερα, σίγουρα εμάς τους Έλληνες δεν θα μας πήγαινε. Πιθανότατα να μην καταλάβαινε, ακόμα και να στιγμάτιζε, την τάση μας να το ρίχνουμε έξω, να γλεντάμε ακόμα και στην περίοδο Κρίσης, να χορεύουμε και να τραγουδάμε ακόμα και την λύπη μας. Όμως, κανένα από αυτά τα αρνητικά συναισθήματα δεν θα συγκρινόταν με την περιφρόνηση που θα ένιωθε ο Σκρουτζ για την κα Μέρκελ, το ΔΝΤ, τους απανταχού κυβερνητικούς που ακολουθούν με Σοβιετική πειθαρχία μια επίσημη γραμμή που παρεκκλίνει συστηματικά από την κοινή λογική. Δεν θα άντεχε να ακούει αυτούς τους ανθρώπους να βγάζουν κηρύγματα στο όνομα της Λιτότητας την ώρα που, με τις πράξεις τους, επιβραβεύουν και συντηρούν την μεγαλύτερη και πιο αλόγιστη σπατάλη υλικών και ανθρώπινων πόρων. Ο Σκρουτζ, πιστός στην πραγματική λιτότητα και στην απόρριψη της φιλανθρωπίας ως παράλογη αρετή, πάνω από όλα θα στηλίτευε τους ανθρώπους της εξουσίας των οποίων η ιδεολογία μπορεί να εκφραστεί με δύο κουβέντες:
• Δεν δίνουμε ελεημοσύνη σε αυτούς που έχουν ανάγκη - δίνουμε όμως απλόχερα σε αυτούς που δεν έχουν ανάγκη
• Δεν δίνουμε δεκάρα σε όσους, ίσως από ανοησία, έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, τα σπίτια τους, την δουλειά τους, την ελπίδα τους - δίνουμε όμως βουνά χρήματος σε όσους κατασπατάλησαν τα χρήματα άλλων, σε εκείνους που κερδοσκοπώντας έβαλαν σε περιπέτεια ολόκληρο το οικονομικό σύστημα, στους καταστροφείς των περιουσιών αμέτρητων αθώων
Καιρός να κατανοήσουμε μια πικρή αλήθεια: Δεν ζούμε σε καιρούς λιτότητας κυρίες και κύριοι. Η εποχή μας δεν είναι από εκείνες που ο Σκρούτζ, ως ειλικρινής οπαδός της λιτότητας, θα ενέκρινε. Θα πόναγε η ψυχή του βλέποντας τους Ρεπουμπλικάνους, τους υποτιθέμενους αρχιερείς της λιτότητας στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, να συνωμοτούν ώστε το καταχρεωμένο αμερικανικό κράτος, να χαρίζει δισεκατομμύρια φόρων στους μαικήνες. Θα τράβαγε τα μαλλιά του παρακολουθώντας τα δισεκατομμύρια που ρέουν, χωρίς την παραμικρή λογοδοσία, από την ΕΚΤ προς τράπεζες ουσιαστικά πτωχευμένες. Δεν θα πίστευε στα αυτιά του ακούγοντας ότι η Ιρλανδία εξαναγκάζεται, στο όνομα της... λιτότητας, να δανειστεί 100 δις για να τα ρίξει σε μια ακόμα μαύρη τρύπα, υπό τον όρο μάλιστα ότι θα κλείσει σχολεία και νοσηλευτικές μονάδες.
Ο Ντίκενς, ως γνωστόν, σκιαγράφησε τον Σκρουτζ ως την αποθέωση της λιτότητας, το άκρον άωτον της μιζέριας. Τον έκανε τόσο αντιπαθή ώστε να του δώσει την ευκαιρία να εξαγνιστεί το βράδυ της παραμονής Χριστουγέννων. Του έστειλε τα τρία φαντάσματα των Χριστουγέννων του (ενός από τα παλιά, του τωρινού, και ενός μελλοντικού το οποίο του δείχνει τον εαυτό του στο κρεββάτι του θανάτου, μόνον και έρμο) να τον συνταράξουν τόσο που με το που θα ξυπνούσε ανήμερα Χριστούγεννα, θα αποφάσιζε να ανοίξει τα πουγκιά του και να δίνει, να δίνει, να δίνει πασχίζοντας να προλάβει να χαρεί, πριν πεθάνει, από την χαρά των άλλων. Υπό αυτή την έννοια, ο Σκρουτζ έζησε δύο ζωές. Την μακρά και μίζερη ζωή του σπαγκοραμμένου και την σύντομη, ύστερη, ζωή του φιλάνθρωπου. Ε, λοιπόν, είτε ως ο πρώτος εαυτός του, ο σπαγκοραμμένος, είτε ως ο δεύτερος, ο απλόχερος φιλάνθρωπος, ο Σκρούτζ θα ήταν εξοργισμένος με αυτά που γίνονται στις μέρες μας. Ο πρώτος θα έπνεε μένεα εναντίον της απίστευτης σπατάλης που στόχο έχει να μην χάσουν δεκάρα οι χρεοκοπημένοι τραπεζίτες. Ο δεύτερος θα εξοργιζόταν από την στυγνή, δίχως ίχνος γενναιοδωρίας, αντιμετώπιση των φτωχών, των ανήμπορων, εκείνων που βασίζονται σε μια μικρή σύνταξη για να τα βγάλουν πέρα.
Αν κάποιοι από εμάς πασχίζουμε να πείσουμε ότι υπάρχει εναλλακτική, και σας κουράζουμε επαναλαμβάνοντας την Πρότασή μας (βλ. εδώ για μια άλλη συντομότερη ελληνική έκδοση και εδώ για μια σειρά από εκφάνσεις της στα αγγλικά), ο λόγος είναι απλός: Ο συνδυασμός ανορθολογισμού και μισανθρωπισμού που χαρακτηρίζει την καθεστηκυία άποψη για την Κρίση έχει γίνει αβάσταχτος. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μας έχουν γίνει υπηρέτες μιας συνωμοσίας σιωπής και Οργουελιανής αντιστροφής της αλήθειας.
• Μετατρέπουν την κοινωνία σε έρημο και το ονομάζουν σταθεροποίηση.
• Μας βάζουν να δανειζόμαστε δις για να ξελασπώσουν οι θύτες της Κρίσης, και μας λοιδορούν ότι "μαζί τα φάγαμε".
• Επιδίδονται σε ιστορικά ανήκουστες σπατάλες ανθρώπινων και υλικών πόρων, και το ονομάζουν... λιτότητα.
Στο όνομα της αλήθειας και της αξιοπρέπειας, τουλάχιστον ας αποκαταστήσουμε τον Εμπενίζερ Σκρουτζ. Μπορεί να μην καταφέρουμε να σώσουμε την Ευρώπη από τον εαυτό της. Είναι πιθανόν όλα μας τα σχέδια για έξοδο από την Κρίση (που ξεκίνησε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά είχε άλλα, βαθύτερα αίτια) να αποδειχθούν άνθρακες. Αλλά τουλάχιστον, πριν την μέρα των Χριστουγέννων (όπου ο Σκρουτζ αναγεννιέται ως στοργικός φιλάνθρωπος), ας τιμήσουμε την μνήμη του σπαγκοραμμένου γέρου που δεν έδινε του αγγέλου του νερό. Σε σύγκριση με τους σημερινούς αρχιερείς της λιτότητας, εκείνος ήταν υπόδειγμα ήθους και αρχών - πριν ακόμα τον επισκεφτούν τα φαντάσματα των Χριστουγέννων του μετατρέποντάς τον σε σταυροφόρο της αλληλεγγύης.
του Γιάνη Βαρουφάκη
Γιατί αυτά τα Χριστούγεννα; Επειδή, στον καιρό της Κρίσης, μάθαμε μαθήματα νέα και επώδυνα. Μαθήματα που πρέπει να μας οδηγήσουν στην επανεξέταση της τελετουργικής μας καταδίκης του Σκρουτζ. Αν το καλοσκεφτούμε, ο Σκρουτζ δεν έκλεψε ποτέ τίποτα, δεν κορόιδεψε ποτέ κανέναν, δεν έχασε τα χρήματα κάποιου, δεν είπε ψέμματα προσποιούμενος τον καλό κ' αγαθό, τον πονεσιάρη, τον άνθρωπο που θα αυγάτιζε τα χρήματα των άλλων (την ώρα που, στην πραγματικότητα, δημιουργεί τις συνθήκες για να χάσουν εκατομμύρια οικογένειες τα χρήματά τους, τις συντάξεις τους, την ίδια την ελπίδα). Μπορεί να ήταν απίστευτα τσιγκούνης, μίζερος, δυσάρεστος, μισητός ακόμα. Όμως είχε αρχές και επέβαλε την τσιγκουνιά του πρώτα στον ίδιο του τον εαυτό και μετά στους γύρω του. Ναι, είναι αλήθεια ότι ανάγκαζε τον Κράτσιτ, τον υπάλληλό του, να εργάζεται σε ένα παγωμένο δωμάτιο, για να κάνει ο ίδιος οικονομία στην θέρμανση, όμως και ο ίδιος υπό το ίδιο πολικό ψύχος ζούσε και εργαζόταν. Την λιτότητα την επέβαλε το ίδιο στον εαυτό του όσο και στους γύρω του.
Ας συγκρίνουμε τώρα την λιτότητα του Σκρουτζ με την λιτότητα που πρεσβεύουν οι σημερινοί αρχιερείς της στον καιρό της Κρίσης. Από το βήμα της Βουλής, από τις συνεντεύξεις τύπου στις Βρυξέλλες και στην Φραγκφούρτη, από όπου σταθούν κι όπου βρεθούν, μας βγάζουν διαλέξεις περί λιτότητας και συνιστούν ένα γενναίο σφίξιμο του ζωναριού μας. Μας λοιδορούν που τόσα χρόνια ξοδεύαμε χωρίς να σκεφτόμαστε. Μας κακίζουν για το κράτος μας που διακινδύνευσε την ευημερία των μελλοντικών γενεών δανειζόμενο αλόγιστα στο όνομά μας. Μας ανακοινώνουν ότι τέλος τα παράλογα έξοδα. Ότι η Εποχή της Σπατάλης τελείωσε. Τώρα μπαίνουμε στον Καιρό της Λιτότητας. Έτσι τουλάχιστον μας λένε.
Και μετά τι πάνε και κάνουν; Απαιτούν από τους πτωχευμένους να δανειστούν πακτωλούς χρημάτων με επιτόκια που εγγυώνται ότι και τα νέα δάνεια δεν θα αποπληρωθούν. Προς τι αυτή η απαίτηση; Γιατί επιμένουν να δανειστεί το ελληνικό δημόσιο 110 δις και το Ιρλανδικό άλλα 100 δις; Μήπως για να επενδυθούν σε παραγωγικές δραστηριότητες; Για να πλημμυρίσει η οικουμένη από Ιρλανδικά γκάτζετς τελευταίας τεχνολογίας και Ελληνικά οργανικά αγροτικά προϊόντα, ώστε να ξελασπώσουν οι οικονομίες μας; Όχι βέβαια. Τα δάνεια αυτά στους χρεοκοπημένους τα δίνουν υπό όρους που εγγυημένα οδηγούν στην μείωση της παραγωγής. Τότε γιατί τα δίνουν; Τα δίνουν για να αποπληρωθούν εκείνοι που δεν παράγουν, εξ ορισμού, τίποτα!
Παράλογο; Κι όμως αληθινό. Οι αρχιερείς της λιτότητας ωρύονται ότι θα ανοίξει η γη να μας καταπιεί εάν δεν αποπληρωθεί και το τελευταίο ευρώ που δανείστηκαν τα κράτη μας και που τώρα χρωστούν στους τραπεζίτες, των οποίων η μοναδική χρήσιμη καινοτομία των τελευταίων τριάντα ετών ήταν το ΑΤΜ. Οι ίδιοι τραπεζίτες που παρά λίγο να οδηγήσουν την οικουμένη στο ολοκληρωτικό φούντο πριν δύο χρόνια ως αποτέλεσμα της χειρότερης περίπτωσης αλόγιστης σπατάλης στα ιστορικά χρονικά. Ναι, αυτοί οι κύριοι που σώθηκαν την τελευταία στιγμή από τους φορολογούμενους της οικουμένης και που, κατόπιν, όχι μόνο άρχισαν να στοιχηματίζουν (με το δημόσιο παραδάκι) εναντίον της δημόσιας χείρας που τους ελέησε, αλλά και να κατηγορούν τους υπόλοιπους ως... κρατικοδίαιτους.
Αν ο Εμπενίζερ Σκρουτζ ζούσε ανάμεσά μας σήμερα, σίγουρα εμάς τους Έλληνες δεν θα μας πήγαινε. Πιθανότατα να μην καταλάβαινε, ακόμα και να στιγμάτιζε, την τάση μας να το ρίχνουμε έξω, να γλεντάμε ακόμα και στην περίοδο Κρίσης, να χορεύουμε και να τραγουδάμε ακόμα και την λύπη μας. Όμως, κανένα από αυτά τα αρνητικά συναισθήματα δεν θα συγκρινόταν με την περιφρόνηση που θα ένιωθε ο Σκρουτζ για την κα Μέρκελ, το ΔΝΤ, τους απανταχού κυβερνητικούς που ακολουθούν με Σοβιετική πειθαρχία μια επίσημη γραμμή που παρεκκλίνει συστηματικά από την κοινή λογική. Δεν θα άντεχε να ακούει αυτούς τους ανθρώπους να βγάζουν κηρύγματα στο όνομα της Λιτότητας την ώρα που, με τις πράξεις τους, επιβραβεύουν και συντηρούν την μεγαλύτερη και πιο αλόγιστη σπατάλη υλικών και ανθρώπινων πόρων. Ο Σκρουτζ, πιστός στην πραγματική λιτότητα και στην απόρριψη της φιλανθρωπίας ως παράλογη αρετή, πάνω από όλα θα στηλίτευε τους ανθρώπους της εξουσίας των οποίων η ιδεολογία μπορεί να εκφραστεί με δύο κουβέντες:
• Δεν δίνουμε ελεημοσύνη σε αυτούς που έχουν ανάγκη - δίνουμε όμως απλόχερα σε αυτούς που δεν έχουν ανάγκη
• Δεν δίνουμε δεκάρα σε όσους, ίσως από ανοησία, έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, τα σπίτια τους, την δουλειά τους, την ελπίδα τους - δίνουμε όμως βουνά χρήματος σε όσους κατασπατάλησαν τα χρήματα άλλων, σε εκείνους που κερδοσκοπώντας έβαλαν σε περιπέτεια ολόκληρο το οικονομικό σύστημα, στους καταστροφείς των περιουσιών αμέτρητων αθώων
Καιρός να κατανοήσουμε μια πικρή αλήθεια: Δεν ζούμε σε καιρούς λιτότητας κυρίες και κύριοι. Η εποχή μας δεν είναι από εκείνες που ο Σκρούτζ, ως ειλικρινής οπαδός της λιτότητας, θα ενέκρινε. Θα πόναγε η ψυχή του βλέποντας τους Ρεπουμπλικάνους, τους υποτιθέμενους αρχιερείς της λιτότητας στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, να συνωμοτούν ώστε το καταχρεωμένο αμερικανικό κράτος, να χαρίζει δισεκατομμύρια φόρων στους μαικήνες. Θα τράβαγε τα μαλλιά του παρακολουθώντας τα δισεκατομμύρια που ρέουν, χωρίς την παραμικρή λογοδοσία, από την ΕΚΤ προς τράπεζες ουσιαστικά πτωχευμένες. Δεν θα πίστευε στα αυτιά του ακούγοντας ότι η Ιρλανδία εξαναγκάζεται, στο όνομα της... λιτότητας, να δανειστεί 100 δις για να τα ρίξει σε μια ακόμα μαύρη τρύπα, υπό τον όρο μάλιστα ότι θα κλείσει σχολεία και νοσηλευτικές μονάδες.
Ο Ντίκενς, ως γνωστόν, σκιαγράφησε τον Σκρουτζ ως την αποθέωση της λιτότητας, το άκρον άωτον της μιζέριας. Τον έκανε τόσο αντιπαθή ώστε να του δώσει την ευκαιρία να εξαγνιστεί το βράδυ της παραμονής Χριστουγέννων. Του έστειλε τα τρία φαντάσματα των Χριστουγέννων του (ενός από τα παλιά, του τωρινού, και ενός μελλοντικού το οποίο του δείχνει τον εαυτό του στο κρεββάτι του θανάτου, μόνον και έρμο) να τον συνταράξουν τόσο που με το που θα ξυπνούσε ανήμερα Χριστούγεννα, θα αποφάσιζε να ανοίξει τα πουγκιά του και να δίνει, να δίνει, να δίνει πασχίζοντας να προλάβει να χαρεί, πριν πεθάνει, από την χαρά των άλλων. Υπό αυτή την έννοια, ο Σκρουτζ έζησε δύο ζωές. Την μακρά και μίζερη ζωή του σπαγκοραμμένου και την σύντομη, ύστερη, ζωή του φιλάνθρωπου. Ε, λοιπόν, είτε ως ο πρώτος εαυτός του, ο σπαγκοραμμένος, είτε ως ο δεύτερος, ο απλόχερος φιλάνθρωπος, ο Σκρούτζ θα ήταν εξοργισμένος με αυτά που γίνονται στις μέρες μας. Ο πρώτος θα έπνεε μένεα εναντίον της απίστευτης σπατάλης που στόχο έχει να μην χάσουν δεκάρα οι χρεοκοπημένοι τραπεζίτες. Ο δεύτερος θα εξοργιζόταν από την στυγνή, δίχως ίχνος γενναιοδωρίας, αντιμετώπιση των φτωχών, των ανήμπορων, εκείνων που βασίζονται σε μια μικρή σύνταξη για να τα βγάλουν πέρα.
Αν κάποιοι από εμάς πασχίζουμε να πείσουμε ότι υπάρχει εναλλακτική, και σας κουράζουμε επαναλαμβάνοντας την Πρότασή μας (βλ. εδώ για μια άλλη συντομότερη ελληνική έκδοση και εδώ για μια σειρά από εκφάνσεις της στα αγγλικά), ο λόγος είναι απλός: Ο συνδυασμός ανορθολογισμού και μισανθρωπισμού που χαρακτηρίζει την καθεστηκυία άποψη για την Κρίση έχει γίνει αβάσταχτος. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μας έχουν γίνει υπηρέτες μιας συνωμοσίας σιωπής και Οργουελιανής αντιστροφής της αλήθειας.
• Μετατρέπουν την κοινωνία σε έρημο και το ονομάζουν σταθεροποίηση.
• Μας βάζουν να δανειζόμαστε δις για να ξελασπώσουν οι θύτες της Κρίσης, και μας λοιδορούν ότι "μαζί τα φάγαμε".
• Επιδίδονται σε ιστορικά ανήκουστες σπατάλες ανθρώπινων και υλικών πόρων, και το ονομάζουν... λιτότητα.
Στο όνομα της αλήθειας και της αξιοπρέπειας, τουλάχιστον ας αποκαταστήσουμε τον Εμπενίζερ Σκρουτζ. Μπορεί να μην καταφέρουμε να σώσουμε την Ευρώπη από τον εαυτό της. Είναι πιθανόν όλα μας τα σχέδια για έξοδο από την Κρίση (που ξεκίνησε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά είχε άλλα, βαθύτερα αίτια) να αποδειχθούν άνθρακες. Αλλά τουλάχιστον, πριν την μέρα των Χριστουγέννων (όπου ο Σκρουτζ αναγεννιέται ως στοργικός φιλάνθρωπος), ας τιμήσουμε την μνήμη του σπαγκοραμμένου γέρου που δεν έδινε του αγγέλου του νερό. Σε σύγκριση με τους σημερινούς αρχιερείς της λιτότητας, εκείνος ήταν υπόδειγμα ήθους και αρχών - πριν ακόμα τον επισκεφτούν τα φαντάσματα των Χριστουγέννων του μετατρέποντάς τον σε σταυροφόρο της αλληλεγγύης.
του Γιάνη Βαρουφάκη
χριστουγεννιατικη ιστορια
Τον χειμώνα του 1897, ο Dr. Philip O'Hanlon, κάτοικος του Μανχάτταν, αντιμετώπισε ένα ενδοοικογενειακό ζήτημα: τι να απαντήσει στην οκτάχρονη κόρη του, Virginia, που τον ρωτούσε πιεστικά να της πει αν υπάρχει ή όχι ο Άη Βασίλης.
Παρά την πανεπιστημιακή του μόρφωση, ο Dr. O'Hanlon δεν μπορούσε να απαντήσει στην κόρη του με πειστικό τρόπο.
Πώς εξηγείς σε ένα οκτάχρονο παιδί ότι όλα όσα πίστευε ως σήμερα είναι μύθος;
Μια μέρα, λοιπόν, που οι επίμονες απορίες της κόρης του τον είχαν φέρει και πάλι σε αδιέξοδο, της είπε «γράψε στη Sun στη στήλη με τις ερωτήσεις των αναγνωστών», βεβαιώνοντάς την πως ότι της απαντούσαν από την εφημερίδα, δεν θα μπορούσε παρά να είναι αλήθεια...
Ο βετεράνος συντάκτης Francis P. Church, γιος ενός κληρικού της εκκλησίας των Βαπτιστών, είχε υπάρξει πολεμικός ανταποκριτής για τη New York Sun στην οποία εργαζόταν 20 ολόκληρα χρόνια, συχνά ως ανώνυμος συντάκτης που απαντούσε στη στήλη της αλληλογραφίας. Σαρδόνιος ως προσωπικότητα, επιφορτιζόταν με απαντήσεις σε επιστολές με θέματα αντιφατικά, που είχαν να κάνουν με θεολογικά ή υπαρξιακά θέματα. «Υπάρχει ο Άγιος Βασίλης;» ρωτούσαν τα παιδικά γραμματάκια στην επιστολή που έλαβε εκείνα τα Χριστούγεννα. Επιστρέφοντας στο γραφείο του, έγραψε ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα editorial στην ιστορία του ημερήσιου Τύπου.
Προς εφημερίδα New York Sun, 1897
Είμαι 8 χρονών. Κάποιοι απ’ τους φίλους μου λένε ότι δεν υπάρχει άγιος Βασίλης. Ο μπαμπάς μου λέει «αν το διαβάσεις στη Sun, είναι έτσι». Επειδή δεν ξέρω τι να πιστέψω, παρακαλώ, πείτε αλήθεια: Υπάρχει ο Άη Βασίλης;
-Virginia O'Hanlon
Απάντηση: Βιργινία, οι φίλοι σου έχουν άδικο. Έχουν προσβληθεί από τον σκεπτικισμό μιας σκεπτικιστικής εποχής. Δεν πιστεύουν παρά μόνο ό,τι μπορούν να δουν. Νομίζουν πως δεν υπάρχει τίποτε που να μη μπορεί να γίνει κατανοητό από τα μικρά μυαλουδάκια τους. Κι αυτό γιατί όλα τα μυαλά, Βιργινία, είτε των μεγάλων είτε των παιδιών, είναι μικρά. Στο τεράστιο αυτό σύμπαν που ζούμε, ο άνθρωπος είναι ένα απλό έντομο, ένα μυρμηγκάκι, αν τον συγκρίνουμε με τον χωρίς σύνορα κόσμο που τον περιβάλλει, αν τον υπολογίσουμε με την ικανότητά του να αντιληφθεί στην πληρότητά της όλη αυτή την αλήθεια και τη γνώση.
Ναι, Βιργινία, υπάρχει ο Άη Βασίλης. Υπάρχει όσο υπάρχουν η αγάπη, η γενναιοδωρία και η αφοσίωση, που όταν αφθονούν δίνουν στη ζωή σου τη μεγαλύτερη ομορφιά και ευτυχία. Αλίμονο! Πόσο θλιβερός θα ήταν ο κόσμος χωρίς τον Άη Βασίλη! Θα ήταν τόσο ανιαρός όσο θα ήταν αν δεν υπήρχαν Βιργινίες. Δεν θα υπήρχε παιδική ηλικία, ποίηση και ρομαντισμός, για να κάνει υποφερτή την ύπαρξή μας. Δεν θα είχαμε χαρά, παρά μόνο λογική και θλίψη. Θα εξαφανιζόταν το φως με το οποίο εσείς τα παιδιά γεμίζετε τον κόσμο.
Άκου να μην πιστεύεις ότι υπάρχει Άγιος Βασίλης! Είναι σα να μην πιστεύεις στις νεράιδες. Μπορείς να ζητήσεις από τον μπαμπά σου να προσλάβει ανθρώπους να ψάξουν σε όλες τις καμινάδες αυτά τα Χριστούγεννα για να πιάσουν τον Άγιο Βασίλη, ακόμη όμως κι αν δεν τον βρουν ποτέ, τι θα αποδείκνυε αυτό; Κανείς δεν βλέπει τον Άγιο Βασίλη, αλλά αυτό δεν είναι σημάδι για το ότι δεν υπάρχει. Τα πιο αληθινά πράγματα στον κόσμο είναι αυτά που ούτε τα παιδιά ούτε οι μεγάλοι μπορούν να δουν. Έχεις δει ποτέ νεράιδες να χορεύουν στο γρασίδι; Φυσικά όχι, αλλά αυτό δεν είναι απόδειξη ότι δεν είναι εκεί. Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει ή να φανταστεί όλα τα θαύματα που δεν βλέπουμε ή δεν θα δούμε ποτέ σ’ αυτόν τον κόσμο.
Μπορεί να σπάσεις μια κουδουνίστρα για να δεις τι υπάρχει μέσα και την κάνει να κουδουνίζει, υπάρχει όμως ένα πέπλο γύρω από τον κόσμο που δεν μπορούμε να δούμε. Κι αυτό το πέπλο ούτε οι πιο δυνατοί άνθρωποι, ούτε όλη η δύναμη των πιο δυνατών ανθρώπων που έζησαν ποτέ, δεν θα μπορούσε να σκίσει. Μόνο η πίστη, η ποίηση, η αγάπη και ο ρομαντισμός, μπορούν να παραμερίσουν αυτό το πέπλο, να δουν και να αποτυπώσουν την υπερφυσική ομορφιά και τη δόξα που υπάρχει πίσω του. Είναι αυτά αληθινά; Α, Βιργινία, σε όλο τον κόσμο, δεν υπάρχει τίποτε πιο αληθινό και ακατάλυτο από αυτά.
Δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης; Δόξα τω Θεώ, υπήρχε και θα υπάρχει πάντα. Εκατοντάδες χρόνια από σήμερα, Βιργινία, και πιο πολύ, 10 φορές 10.000 χρόνια από τώρα, θα συνεχίσει να δίνει χαρά στα παιδιά όλου του κόσμου.
____________________________________________________
Το άρθρο του Church με τίτλο "Yes Virginia, There is a Santa Claus", αναδημοσιευόταν στη New York Sun κάθε χρόνο, από το 1897 μέχρι και το 1949 όταν η εφημερίδα έκλεισε οριστικά.
Ο Church παντρεύτηκε λίγο μετά από εκείνα τα Χριστούγεννα. Απεβίωσε λίγα χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1906, χωρίς να καταφέρει να κάνει παιδιά.
Η Virginia O'Hanlon αποφοίτησε από το κολέγιο του Χάντερ με Bachelor στις Καλές Τέχνες, σε ηλικία 21 ετών. Την επόμενη χρονιά, πήρε το Master της από το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, και στα 1912 έγινε καθηγήτρια στη Nέα Υόρκη, φτάνοντας μέχρι το βαθμό του λυκειάρχη. Μέχρι το τέλος της ζωής της στα 81 της χρόνια (13 Μαΐου 1971), δεχόταν επιστολές αναγνωστών ή της ζητούσαν να δώσει συνεντεύξεις. Σε κάθε γράμμα που απαντούσε, επισύναπτε ένα αντίγραφο από το άρθρο του Church.
http://tamtamradio.blogspot.com/
Παρά την πανεπιστημιακή του μόρφωση, ο Dr. O'Hanlon δεν μπορούσε να απαντήσει στην κόρη του με πειστικό τρόπο.
Πώς εξηγείς σε ένα οκτάχρονο παιδί ότι όλα όσα πίστευε ως σήμερα είναι μύθος;
Μια μέρα, λοιπόν, που οι επίμονες απορίες της κόρης του τον είχαν φέρει και πάλι σε αδιέξοδο, της είπε «γράψε στη Sun στη στήλη με τις ερωτήσεις των αναγνωστών», βεβαιώνοντάς την πως ότι της απαντούσαν από την εφημερίδα, δεν θα μπορούσε παρά να είναι αλήθεια...
Ο βετεράνος συντάκτης Francis P. Church, γιος ενός κληρικού της εκκλησίας των Βαπτιστών, είχε υπάρξει πολεμικός ανταποκριτής για τη New York Sun στην οποία εργαζόταν 20 ολόκληρα χρόνια, συχνά ως ανώνυμος συντάκτης που απαντούσε στη στήλη της αλληλογραφίας. Σαρδόνιος ως προσωπικότητα, επιφορτιζόταν με απαντήσεις σε επιστολές με θέματα αντιφατικά, που είχαν να κάνουν με θεολογικά ή υπαρξιακά θέματα. «Υπάρχει ο Άγιος Βασίλης;» ρωτούσαν τα παιδικά γραμματάκια στην επιστολή που έλαβε εκείνα τα Χριστούγεννα. Επιστρέφοντας στο γραφείο του, έγραψε ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα editorial στην ιστορία του ημερήσιου Τύπου.
Προς εφημερίδα New York Sun, 1897
Είμαι 8 χρονών. Κάποιοι απ’ τους φίλους μου λένε ότι δεν υπάρχει άγιος Βασίλης. Ο μπαμπάς μου λέει «αν το διαβάσεις στη Sun, είναι έτσι». Επειδή δεν ξέρω τι να πιστέψω, παρακαλώ, πείτε αλήθεια: Υπάρχει ο Άη Βασίλης;
-Virginia O'Hanlon
Απάντηση: Βιργινία, οι φίλοι σου έχουν άδικο. Έχουν προσβληθεί από τον σκεπτικισμό μιας σκεπτικιστικής εποχής. Δεν πιστεύουν παρά μόνο ό,τι μπορούν να δουν. Νομίζουν πως δεν υπάρχει τίποτε που να μη μπορεί να γίνει κατανοητό από τα μικρά μυαλουδάκια τους. Κι αυτό γιατί όλα τα μυαλά, Βιργινία, είτε των μεγάλων είτε των παιδιών, είναι μικρά. Στο τεράστιο αυτό σύμπαν που ζούμε, ο άνθρωπος είναι ένα απλό έντομο, ένα μυρμηγκάκι, αν τον συγκρίνουμε με τον χωρίς σύνορα κόσμο που τον περιβάλλει, αν τον υπολογίσουμε με την ικανότητά του να αντιληφθεί στην πληρότητά της όλη αυτή την αλήθεια και τη γνώση.
Ναι, Βιργινία, υπάρχει ο Άη Βασίλης. Υπάρχει όσο υπάρχουν η αγάπη, η γενναιοδωρία και η αφοσίωση, που όταν αφθονούν δίνουν στη ζωή σου τη μεγαλύτερη ομορφιά και ευτυχία. Αλίμονο! Πόσο θλιβερός θα ήταν ο κόσμος χωρίς τον Άη Βασίλη! Θα ήταν τόσο ανιαρός όσο θα ήταν αν δεν υπήρχαν Βιργινίες. Δεν θα υπήρχε παιδική ηλικία, ποίηση και ρομαντισμός, για να κάνει υποφερτή την ύπαρξή μας. Δεν θα είχαμε χαρά, παρά μόνο λογική και θλίψη. Θα εξαφανιζόταν το φως με το οποίο εσείς τα παιδιά γεμίζετε τον κόσμο.
Άκου να μην πιστεύεις ότι υπάρχει Άγιος Βασίλης! Είναι σα να μην πιστεύεις στις νεράιδες. Μπορείς να ζητήσεις από τον μπαμπά σου να προσλάβει ανθρώπους να ψάξουν σε όλες τις καμινάδες αυτά τα Χριστούγεννα για να πιάσουν τον Άγιο Βασίλη, ακόμη όμως κι αν δεν τον βρουν ποτέ, τι θα αποδείκνυε αυτό; Κανείς δεν βλέπει τον Άγιο Βασίλη, αλλά αυτό δεν είναι σημάδι για το ότι δεν υπάρχει. Τα πιο αληθινά πράγματα στον κόσμο είναι αυτά που ούτε τα παιδιά ούτε οι μεγάλοι μπορούν να δουν. Έχεις δει ποτέ νεράιδες να χορεύουν στο γρασίδι; Φυσικά όχι, αλλά αυτό δεν είναι απόδειξη ότι δεν είναι εκεί. Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει ή να φανταστεί όλα τα θαύματα που δεν βλέπουμε ή δεν θα δούμε ποτέ σ’ αυτόν τον κόσμο.
Μπορεί να σπάσεις μια κουδουνίστρα για να δεις τι υπάρχει μέσα και την κάνει να κουδουνίζει, υπάρχει όμως ένα πέπλο γύρω από τον κόσμο που δεν μπορούμε να δούμε. Κι αυτό το πέπλο ούτε οι πιο δυνατοί άνθρωποι, ούτε όλη η δύναμη των πιο δυνατών ανθρώπων που έζησαν ποτέ, δεν θα μπορούσε να σκίσει. Μόνο η πίστη, η ποίηση, η αγάπη και ο ρομαντισμός, μπορούν να παραμερίσουν αυτό το πέπλο, να δουν και να αποτυπώσουν την υπερφυσική ομορφιά και τη δόξα που υπάρχει πίσω του. Είναι αυτά αληθινά; Α, Βιργινία, σε όλο τον κόσμο, δεν υπάρχει τίποτε πιο αληθινό και ακατάλυτο από αυτά.
Δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης; Δόξα τω Θεώ, υπήρχε και θα υπάρχει πάντα. Εκατοντάδες χρόνια από σήμερα, Βιργινία, και πιο πολύ, 10 φορές 10.000 χρόνια από τώρα, θα συνεχίσει να δίνει χαρά στα παιδιά όλου του κόσμου.
____________________________________________________
Το άρθρο του Church με τίτλο "Yes Virginia, There is a Santa Claus", αναδημοσιευόταν στη New York Sun κάθε χρόνο, από το 1897 μέχρι και το 1949 όταν η εφημερίδα έκλεισε οριστικά.
Ο Church παντρεύτηκε λίγο μετά από εκείνα τα Χριστούγεννα. Απεβίωσε λίγα χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1906, χωρίς να καταφέρει να κάνει παιδιά.
Η Virginia O'Hanlon αποφοίτησε από το κολέγιο του Χάντερ με Bachelor στις Καλές Τέχνες, σε ηλικία 21 ετών. Την επόμενη χρονιά, πήρε το Master της από το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, και στα 1912 έγινε καθηγήτρια στη Nέα Υόρκη, φτάνοντας μέχρι το βαθμό του λυκειάρχη. Μέχρι το τέλος της ζωής της στα 81 της χρόνια (13 Μαΐου 1971), δεχόταν επιστολές αναγνωστών ή της ζητούσαν να δώσει συνεντεύξεις. Σε κάθε γράμμα που απαντούσε, επισύναπτε ένα αντίγραφο από το άρθρο του Church.
http://tamtamradio.blogspot.com/
Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010
Σουτ! Θα φας στον Ουρανό!
Νιώθω περήφανος ως Έλλην, ως χριστιανός ορθόδοξος, ως βλάξ που αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη ληστρική φαμίλια η οποία κυβερνά και αρπάζει συντάξεις για να καλύψει τα ελλείμματα που οι πατέρες και μητέρες της φαμίλιας δημιούργησαν.
Νιώθω περήφανος διότι επιτέλους οι πνευματικοί ταγοί της χώρας, αυτοί με τα χρυσοποίκιλτα φουστάνια, αφού κατακεραύνωσαν τα λαμόγια της μονής Βατοπεδίου, που πήγαν ν’ αρπάξουν τη λιμνοθάλασσα του Πόρτο Λάγος με βυζαντινά χρυσόβουλα και σουλτανικά φιρμάνια (σε φωτοτυπίες πάντα), τα ρίχνουν τώρα στους πατέρες και τις μητέρες του έθνους (συλλήβδην βέβαια, βολεύει) για την οικονομική κατάσταση στην οποία περιέπεσε η χώρα. Εννοώ το τετρασέλιδο φυλλάδιο που μοίρασαν την Κυριακή στις εκκλησίες οι εντεταλμένοι των μητροπολιτών.
Νιώθω περήφανος διότι οι Άνθιμοι και κάποιες άλλες φυσιογνωμίες του ιερατείου μας δείχνουν το δρόμο για την επανάσταση.
Και νιώθω περήφανος διότι η λογική συνέπεια των όσων το τετρασέλιδο φυλλάδιο των μαχητικών μας επισκόπων αναφέρει, είναι προφανώς η επιστροφή στα πρωτοχριστιανικά χρόνια, όταν οι κληρικοί ήσαν ακτήμονες, εκλέγονταν από τους πιστούς, δεν μισθοδοτούνταν από την κοσμική εξουσία, δεν αποθησαύριζαν πεκούνια στο φτωχικό τους αχυρόστρωμα και δε διεκδικούσαν λατιφούντια από τους ευγενείς και χωραφάκια από τους αγρότες.
Μας δείχνουν το δρόμο
Επιτέλους, οι περήφανοι ιεράρχες μας, ακολουθώντας τα βήματα των μοναχών του Αγίου Ορους επί κατοχής* και των λοιπών προκατόχων τους (πλην των δυο Ιωακείμ, του Γεννάδιου και ολίγων ακόμη, μαζί με τους απλούς παπάδες, Ανυπόμονους ή Διονύσιους) βρήκαν το δρόμο τους. Διαβάστε:
«Η χώρα μας φαίνεται να μην είναι πλέον ελεύθερη, αλλά να διοικείται επί της ουσίας από τους δανειστές μας».
Και:
«(…) Όλες αυτές τις παθογένειες της κοινωνίας και της οικονομίας, που σήμερα επιχειρούμε με βίαιο τρόπο να αλλάξουμε, γιατί δεν τις αλλάξαμε στην ώρα τους; Γιατί έπρεπε να φθάσουμε ως εδώ; Τα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή του τόπου μας είναι, εδώ και δεκαετίες, τα ίδια».
Μάλιστα! Ενώ οι ιεράρχες μας έχουν μια συνεχή ανανέωση προσώπων και πρακτικών, όπως τουλάχιστον βιώνουμε και δω στη Θεσσαλονίκη με τον κυρ – Άνθιμο να απειλεί το νέο δήμαρχο (πριν την εκλογή του) ότι όσο ζει αυτός δε θα δει Δημαρχία, να πιέζει να ονοματοθετήσει το Δημοτικό Συμβούλιο πλατεία για το χουντικό Λεωνίδα Παρασκευόπουλο και πάει λέγοντας.
Αλήθεια, μετά την 1η Γενάρη, τι θα κάνει ο Ανθιμος; Θα αφήσει το μάταιο τούτο κόσμο για να είναι συνεπής με τα λεγόμενά του ή θα κάνει γαργάρα τις μαγκιές του;
Πάμε παρακάτω:
«Μια ηγεσία (Σ.Σ.: εννοεί την πολιτική βέβαια) που δεν μπόρεσε να σταθεί υπεύθυνα απέναντι στο λαό, που δεν μπόρεσε ή δεν ήθελε να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, που πρόβαλε λαθεμένα πρότυπα, που καλλιέργησε τις πελατειακές σχέσεις, μόνο και μόνο γιατί είχε ως στόχο την κατοχή και τη νομή της εξουσίας».
«Μια ηγεσία που στην πράξη αποδεικνύεται ότι ουσιαστικά υπονόμευσε τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας και του λαού. Και από την άλλη πλευρά, ένας λαός, εμείς, που λειτουργήσαμε ανεύθυνα, παραδοθήκαμε στην ευμάρεια, στον εύκολο πλουτισμό και στην καλοπέραση, επιδοθήκαμε στο εύκολο κέρδος και στην εξαπάτηση. Δεν προβληματιστήκαμε για την αλήθεια των πραγμάτων».
Προσυπογράφω. Με τα δυο χέρια. Και ας μου θυμίζει λίγο Πάγκαλο αυτό το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο. Θεωρώ ότι το εμείς δεν περιλαμβάνει το συνταξιούχο των 500 ευρώ, αλλά την επιχειρηματική, ελευθεροεπαγγελματική, πολιτική και εκκλησιαστική στρωμάτωση.
Και αυτοκριτική
Διαβάζοντας και την ακόλουθη παράγραφο, θαρρώ πως ορθώς εκτιμώ ότι οι ιεράρχες μας κάνουν αυτοκριτική:
«Ξέρουμε ότι κάποιες φορές σας πικράναμε, σας σκανδαλίσαμε ίσως. Δεν αντιδράσαμε άμεσα και καίρια σε συμπεριφορές που σας πλήγωσαν».
Ν’ αγιάσει το στόμα τους, να τους φιλήσω τα χέρια και τα πόδια.
Αρα, από αύριο:
1.Οι κατά τόπους μητροπόλεις διαθέτουν τα ακίνητά τους στους άνεργους, τους άστεγους, τους πολύτεκνους που αδυνατούν πια να πληρώσουν το νοίκι στους διάφορους ιδιοκτήτες, τα νέα παιδιά που θεωρούν τρελό να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια.
2.Οι ιεροί ναοί, που επίσης έχουν στην κατοχή τους διαμερίσματα (αμέτρητα γύρω από την Αγία Σοφία, τη Ροτόντα, στην Ιπποδρομίου, στην Αριστοτέλους…), θα ψάξουν, φαντάζομαι, να βρουν εκείνους τους ενορίτες τους που βρίσκονται στα πρόθυρα της αυτοκτονίας λόγω χρεών ή ανεργίας, αυτούς που δε δύνανται να πάρουν ούτε γάλα για τα παιδιά τους.
3.Οι διοικούντες τους ιερούς ναούς θα σπεύσουν -είμαι βέβαιος- να νοικιάσουν εστιατόρια για να σιτίζονται (ανθρώπινα και αξιοπρεπώς) οι συνάνθρωποι που τώρα σέρνουν τα πόδια τους ως τα συσσίτια για τα οποία η Εκκλησία της Ελλάδος επιδοτείται από το υπό πτώχευση κράτος και ιδιώτες.
4.Η Ιερά Σύνοδος θα συνέλθει εκτάκτως και θα αποφασίσει να αγοράσει εσωτερικά ομόλογα με το τρέχον επιτόκιο που λαμβάνουν τα ασφαλιστικά ταμεία από την Τράπεζα της Ελλάδος. Εχουν μετοχές στη ΕΤΕ και σε άλλες τράπεζες, έχουν καταθέσεις, έχουν -αν δεν κάνω τραγικό λάθος- και περιουσιακά στοιχεία σε υπεράκτιες εταιρίες (offshore στα κυβερνητικά νεοελληνικά). Φτάνει το χρήμα.
5.Τέλος, η Ιεραρχία θα ασκήσει, φαντάζομαι, όλη την επιρροή της στην Ιερά Επιστασία (το γκουβέρνο των Αγιορειτών) και σε κείνους τους γέροντες που πορεύονται κατά τα κεκτημένα των Βατοπεδινών, ώστε να διαθέσουν ρευστό και μετοχές στο Δημόσιο, έναντι κρατικών ομολόγων.
Προσοχή, δεν προτείνω να δώσουν οτιδήποτε. Για διευκόλυνση ομιλώ, χαμηλότοκα δάνεια στην ουσία, που θα βοηθήσουν τη χώρα να ξεφύγει από τους «δανειστές που τη διοικούν» όπως επισημαίνουν οι χρυσοποίκιλτοι στην μπροσούρα τους.
Φαντάζομαι, ότι από αύριο, Εκκλησία και Κυβέρνηση θα προχωρήσουν χέρι χέρι, όπως εξάλλου ήδη γίνεται. Θυμίζω την πολύ γενναία (από άποψη παροχών και προβολής) συνεργασία της πράσινης κυβέρνησης με τη νέα μη κυβερνητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος που αντικατέστησε την «Αλληλεγγύη» (αλήθεια, για αυτό το θέμα θα μας πει κάτι η Ιεραρχία;).
http://www.pressinaction.gr/
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη της αριστεράς
Η κ. Άτκινσον, για να γυρίσουμε στο ΔΝΤ, μετά από 10ημερες διαβουλεύσεις με την τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη (του γνωστού που μας συμβουλεύει και σήμερα), «παρέδωσε χθες (σ.σ. 23.4.1992) στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας κ. Στ. Μάνο (σ.σ. επίσης γνωστό συμβουλάτορα κι επικριτή ευθυνών), το προσχέδιο της ετήσιας έκθεσης όπου αποτυπώνονται οι ανησυχίες του διεθνούς οργανισμού για την πολύπαθη ελληνική οικονομία και κυρίως για τις αποτυχημένες προσπάθειες τιθάσευσης των τεράστιων δημοσίων ελλειμμάτων. Οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ, πιο ελαστικοί στις κρίσεις τους από τους συναδέλφους της Νομισματικής επιτροπής της ΕΟΚ, διαπιστώνουν αποτυχίες στο δημοσιονομικό τομέα τονίζοντας την ανάγκη μείωσης δημοσίων δαπανών, πάταξης φοροδιαφυγής και εξυγίανσης του παραπαίοντος ασφαλιστικού συστήματος. Ακόμη οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ, επηρεασμένοι προφανώς από τις προειδοποιήσεις και αναφορές των Κοινοτικών ότι κινδυνεύει να καταστεί εύθραυστο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, αφιέρωσαν μεγάλο μέρος των διαβουλεύσεων στο θέμα της εξυπηρέτησης του χρέους. Ιδιαίτερος προβληματισμός αναπτύχθηκε για τη συνεχή προσφυγή στις εκδόσεις τίτλων, που αποκαλύπτονται ξαφνικά όπως αυτή χθες της ΕΤΒΑ και στο μέλλον της Αγροτικής, προς κάλυψη αφανών αναγκών. Το ΔΝΤ δεν διαφωνεί με την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, αρκεί η δημοσιονομική προσαρμογή, που θα προωθηθεί, να εξασφαλίζει την ομαλή εξυπηρέτησή του. Επιμένουν στην άμεση εφαρμογή μέτρων που θα οδηγούν στη μείωση των ελλειμμάτων του Δημοσίου».
Αν τολμήσει ένας απλός πολίτης ν’ αναρωτηθεί «γιατί σήμερα, μετά από 18 χρόνια;», τιμητές δημοσιογράφοι, πολιτικοί, αρχηγοί παλαιών και νέων κομμάτων που διατυπώνουν ευθρασώς (δηλ. όχι με θάρρος, αλλά με θράσος, ανερυθρίαστα) απόψεις για την όψιμη διάσωσή μας, θ’ απαντήσουν: «έλα καημένα, αυτά ανήκουν στο παρελθόν, ότι έγινε, έγινε, ας κοιτάξουμε μπροστά, πάψε να ’σαι κολλημένος σε παρελθοντολογίες»!
Κι η αριστερά; θα αναλογιστούμε, τι έκανε και τι κάνει η κατακερματισμένη; Ανακάλυψα την απάντηση πριν μερικές βδομάδες στην μονοκάναλη συνέντευξη του Τσίπρα που ακολούθησε της διακαναλικής του Γιωργάκη: ενώ δεν έβρισκα κάποιον ψόγο, εντούτοις έμενα καθηλωμένος, μουδιασμένος και μοιρολατρικώς απογοητευμένος. Γιατί; μονολόγησα, μέχρι που το επόμενο βράδυ, ενώ στο ένα κανάλι παιζόταν η «Νοσταλγία» του Ταρκόφσκι και στο άλλο μια κομεντί, επέλεξα ο αθεόφοβος (για να ξέρει ο αναγνώστης το επίπεδό μου), «τη Νεράιδα και το παλικάρι», της γνωστής διαμάχης Βροντάκηδων - Φουρτουνάκηδων που σκηνοθέτησε ο Δημόπουλος σε σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη κι… απ’ όπου εμπνεύστηκε ο Σαίξπηρ την ιστορία των Μοντέγων και Καπουλέτων στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Διαπίστωσα πως όσο ξένη ήταν η εθνική μας σταρ με ό,τι παιζόταν γύρω της, ακόμη και στις πιο δραματικές σκηνές, και στις πλέον ποιητικές ατάκες, όπως «το κορίτσι που σου δίνω μήτε ο άνεμος δεν τ’ άγγιξε», άλλο τόσο υπηρεσιακός και διεκπεραιωτικός στο δικό του ρόλο παραμένει ο επικεφαλής του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ κτλ.
Δεν είναι μομφή ο χαρακτηρισμός του τίτλου, (ούτε μου τον υπαγόρευσε ο Αλαβάνος), απλή ερμηνεία επιχειρώ, μια δικαιολογία της ανεπάρκειάς μας, ένα ακόμα «γιατί;» στην αποξένωσή μας απ’ το λαό. Άλλωστε ακόμα κι ο Πετρόπουλος είχε πει με καμάρι: «επέπρωτο να γίνω η Αλίκη Βουγιουκλάκη της λαογραφίας μας». Κι εμείς συχνά καταφεύγαμε στον ελληνικό κινηματογράφο για να επευφημήσουμε δραστήριους φίλους μας. Το «Να ‘τος, να ‘τος ο χορευταράς, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας της Αριστεράς», έχει αφήσει εποχή στη Γαύδο.
του Κώστα Κρεμμύδα
Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010
Ξένοι επενδυτές στη Θεσσαλονίκη
Θετικά εξελίσσεται η κυβερνητική προσπάθεια για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, αφού Άραβες επενδυτές αποφάσισαν να αγοράσουν τον ΠΑΟΚ, ενώ, παράλληλα, ενδιαφέρονται και για την Παναχαϊκή.
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας Χάρη Παμπούκη –ο οποίος είναι αρμόδιος για τις επενδύσεις-, οι Άραβες αποφάσισαν τελικά να μην κάνουν επένδυση στον Αστακό αλλά στον ΠΑΟΚ, επειδή πιστεύουν πως στην Τούμπα υπάρχει πετρέλαιο
Η αραβική εταιρεία Intifada Investments εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία αναφέρει πως έχει μεγάλα σχέδια για τον ΠΑΟΚ, αλλά τα καλά νέα δεν τελειώνουν εδώ αφού Ισραηλινοί επενδυτές σκοπεύουν να αγοράσουν την ΠΑΕ Άρης, με την προϋπόθεση πως οι παίκτες της ομάδας θα δεχτούν να κάνουν περιτομή
pitsirikos.net
Ο νεοεκλεγείς δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης χαιρέτισε με ενθουσιασμό τις επενδύσεις των Αράβων και των Ισραηλινών στον ΠΑΟΚ και τον Άρη αντίστοιχα, ενώ δήλωσε πως η Θεσσαλονίκη θα προσελκύσει εκατομμύρια τουρίστες και θα γίνει η Ιερουσαλήμ του Θερμαϊκού.
Ο κ. Μπουτάρης δήλωσε ακόμα πως θα φτιάξει ένα μνημείο για τους Εβραίους και ένα μνημείο για τους Παλαιστίνιους στην πλατεία Αριστοτέλους, ώστε να έρχονται εκατοντάδες χιλιάδες Άραβες και Ισραηλινοί τουρίστες και να γίνεται η Θεσσαλονίκη Λωρίδα της Γάζας.
Επενδυτικό ενδιαφέρον, όμως, υπάρχει και για τον Ηρακλή, αφού σκοπεύει να τον αγοράσει μια εταιρεία από το Ιράν. Για τον Ηρακλή ενδιαφέρεται προσωπικά ο Ιρανός πρόεδρος, Μαχμούντ Αχμεντινετζάντ, ο οποίος σκοπεύει να εγκαταστήσει πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές στο Καυτατζόγλειο, ώστε να πλήξει τους Ισραηλινούς στο Χαριλάου.
Τέλος, έντονο είναι το ενδιαφέρον Τούρκων επενδυτών για τον Απόλλωνα Καλαμαριάς, αλλά οι Τούρκοι ζητούν να μετονομαστεί το γήπεδο της ομάδας σε «Κεμάλ Ατατούρκ».
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας Χάρη Παμπούκη –ο οποίος είναι αρμόδιος για τις επενδύσεις-, οι Άραβες αποφάσισαν τελικά να μην κάνουν επένδυση στον Αστακό αλλά στον ΠΑΟΚ, επειδή πιστεύουν πως στην Τούμπα υπάρχει πετρέλαιο
Η αραβική εταιρεία Intifada Investments εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία αναφέρει πως έχει μεγάλα σχέδια για τον ΠΑΟΚ, αλλά τα καλά νέα δεν τελειώνουν εδώ αφού Ισραηλινοί επενδυτές σκοπεύουν να αγοράσουν την ΠΑΕ Άρης, με την προϋπόθεση πως οι παίκτες της ομάδας θα δεχτούν να κάνουν περιτομή
pitsirikos.net
Ο νεοεκλεγείς δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης χαιρέτισε με ενθουσιασμό τις επενδύσεις των Αράβων και των Ισραηλινών στον ΠΑΟΚ και τον Άρη αντίστοιχα, ενώ δήλωσε πως η Θεσσαλονίκη θα προσελκύσει εκατομμύρια τουρίστες και θα γίνει η Ιερουσαλήμ του Θερμαϊκού.
Ο κ. Μπουτάρης δήλωσε ακόμα πως θα φτιάξει ένα μνημείο για τους Εβραίους και ένα μνημείο για τους Παλαιστίνιους στην πλατεία Αριστοτέλους, ώστε να έρχονται εκατοντάδες χιλιάδες Άραβες και Ισραηλινοί τουρίστες και να γίνεται η Θεσσαλονίκη Λωρίδα της Γάζας.
Επενδυτικό ενδιαφέρον, όμως, υπάρχει και για τον Ηρακλή, αφού σκοπεύει να τον αγοράσει μια εταιρεία από το Ιράν. Για τον Ηρακλή ενδιαφέρεται προσωπικά ο Ιρανός πρόεδρος, Μαχμούντ Αχμεντινετζάντ, ο οποίος σκοπεύει να εγκαταστήσει πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές στο Καυτατζόγλειο, ώστε να πλήξει τους Ισραηλινούς στο Χαριλάου.
Τέλος, έντονο είναι το ενδιαφέρον Τούρκων επενδυτών για τον Απόλλωνα Καλαμαριάς, αλλά οι Τούρκοι ζητούν να μετονομαστεί το γήπεδο της ομάδας σε «Κεμάλ Ατατούρκ».
Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010
Ο ρυθμός του κόσμου
Κι αν ο ρυθμός του κόσμου, μετεβλήθη εντός μου,
η ζέστα της καρδιάς σου, δεν θα μου λείψει φώς μου.Ο ρυθμός του κόσμου
(ζειμπέκικο σε 9/8 για θατσερικούς σοσιαλιστές)
Από την αρχή αυτής της κρίσης, οι πολιτικοί και τα μέσα ζούνε σ’ ένα κόσμο ονειροφαντασίας. Όχι άδικα. Η κρίση ξεβράκωσε όλο το οικονομικό και πολιτικό κατασκεύασμα που o φουκογιάμα οραματίστηκε ως χεγκελικό τέλος της ιστορίας (και επι γής ειρήνη). Θα μου πείτε δεν ήταν η πρώτη φορά που η μετα-σοβιετική συναίνεση (γνωστή και ως washington consensus ή νεοφιλελευθερισμός), δείχνει τα όρια της. Η κρίση της ΝΑ Ασίας το 1997 και τα απόνερά της -κρίση χρέους στη Ρωσία ακριβώς τον επόμενο χρόνο, κατάρρευση της ΔΝΤφιλης αργεντινής το 2001- είχαν απονομιμοποιήσει το κατασκεύασμα εδώ και πολύ καιρό στον τρίτο κόσμο. Η μόνη διαφορά της κρίσης του 2007 είναι πως ξεβράκωσε τον σκληρό πυρήνα των χωρών της Δύσης που επέβαλαν το washington consensus. Κι έτσι οι μαζορέτες του νεοφιλελευθερισμού δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο, από το να κουνάνε απεγνωσμένα τα πόν-πόν τους μήπως και στρέψουν αλλού τα βλέμματα για μερικούς μήνες ακόμα. Σήμερα πλησιάζουμε στο τέλος και αυτού του κεφαλαίου.
Βασικό μοτίβο της κρίσης που διανύουμε είναι η άρση κάθε κανόνα και βεβαιότητας που οι μαζορέτες τσίριζαν τόσα χρόνια ως μονόδρομο. Ο δυναμικός τομέας του real estate, η ατμομηχανή της ψευδο-ανάπτυξης από το 2003, συναντά τη βαρύτητα σ’ ένα βαρέλι δίχως πάτο. Ο χρηματο-οικονομικός τομέας και πολέμιος του κράτους, είναι de facto εθνικοποιημένος, όσο κι αν προσπαθούν να το κρύψουν πίσω από όμορφες λέξεις όπως “ενέσεις ρευστότητας”, “Ταμεία χρηματοπιστωτικής σταθερότητας” και άλλα οργουελιανά. Το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης (του εμπορίου) και της εκμετάλλευσης των χαμηλών ημερομισθίων στον τρίτο κόσμο (ονομάζεται και αρμπιτράζ μισθών), βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού με τις χώρες παραγωγούς να πλημμυρίζονται από ανεπιθύμητα φρεκοτυπωμένα δολάρια και τις χώρες καταναλωτές να μην μπορούν πια να απορροφήσουν την προσφορά αγαθών.
Κι ενώ ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε καταρρέει καθημερινά γύρω μας, σοσιαλιστικές μαζορέτες της τάξης Ντομινίκ, ΓΑΠ και Γκόρντον Μπράουν συνεχίζουν να μας λιβανίζουν με τις ίδιες “λύσεις”. Από την άλλη πλευρά, βλοσυρές δεξιές μαριονέτες κουνάνε το δάκτυλο απειλητικά εννοώντας “σας τα λέγαμε” εμείς, λες και δεν κάναμε τόσα χρόνια αυτά που μας λέγανε. Αλλά όχι, είναι εμφανές πως για τα δεινά που περνάμε, δεν φταίει ο πολύς νεοφιλελευθερισμός, φταίει ο πολύ λίγος νεοφιλελευθερισμός. Κι αν εντείνουμε τις προσπάθειές μας θα τα καταφέρουμε (στην επόμενη ζωή).
Μαζορέτες, εναντίων βαρύτητας
Μέσα σε όλο αυτό το χάος, αντιμετωπίζουμε το βασικό ερώτημα: Στα πλαίσια που υπάρχουν διαφόρων ειδών νομιμοποιητικές διαδικασίες στη δύση, για ποιό λόγο δεν τους έχουμε στείλει όλους αυτούς στα σπίτια τους ή ακόμα καλύτερα στη φυλακή? Για ποιο λόγο ακόμα και σε χώρες βαριά χτυπημένες από την κρίση όπως η Λετονία, η Ιρλανδία ή η Ελλάδα, το πολιτικό προσωπικό παραμένει προσηλωμένο στον ίδιο μονόδρομο?
Η πιο πειστική απάντηση που διαθέτω είναι η εξής: Η πιστωτική επέκταση των προηγούμενων δεκαετιών, δημιούργησε μια εντυπωσιακή δυναμική πλουτισμού -πραγματικού ή φαντασιακού- σε πολύ μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Ακόμα κι αν πήρες τα 2/3 σε δάνειο, η αίσθηση πως το σπίτι σου αξίζει 300.000 ευρώ είναι ισχυρό αφροδισιακό. Ακόμα κι αν έβλεπες το μπετατζή γείτονα να αγοράζει μεγαλύτερο αυτοκίνητο κάθε χρόνο, ένιωθες πως αυτός ο πλούτος είναι κοντά σου. Εάν τα κατάφερε ο γείτονας, γιατί όχι κι εγώ.
Το πάρτι τελείωσε μεν, όχι όμως και η φαντασίωση. Έτσι όταν το 2008 οι μαζορέτες είπαν, θα δώσουμε μερικά απιθανοεκατομμύρια στις τράπεζες για να μην κλείσουν, οι περισσότεροι το δέχθηκαν. Όχι απαραίτητα διότι δεν κατάλαβαν σε ποιόν πήγαινε το δωράκι, αλλά διότι πίσω από τα “μέτρα στήριξης”, κρυβόταν η υπόσχεση πως η κρίση δεν είναι τίποτ’ άλλο από ένας μικρός λόξιγκας στο δρόμο της καταναλωτικής ευτυχίας.
Για να πάρουμε ως παράδειγμα τα δικά μας, θυμηθείτε τις δηλώσεις υπουργών και τραπεζιτών πως η κρίση δεν θα ακουμπήσει την ελλάδα (και τα 28δις ήταν απλά ένα προληπτικό μέτρο). Θυμηθείτε πως την άνοιξη του 2009, το ελληνικό κράτος έκανε εκπτώσεις στην αγορά πολυτελών αυτοκινήτων και η αντιπροσωπία της BMW όχι μόνο άδειασε, αλλά είχε και τρίμηνη ουρά παραγγελιών. Θυμηθείτε τον ΓΑΠ να υπόσχεται πως λεφτά υπάρχουν παιδιά, κλείνοντας το μάτι.
Ακόμα κι όταν η κυβέρνηση έφερε το ΔΝΤ στην ελλάδα, η υπόσχεση παρέμεινε ίδια. Σφίξτε λίγο τα δόντια και η ανάκαμψη είναι κοντά. Το μνημόνιο, ακόμα υπόσχεται ανάπτυξη το 2012.
Το ίδιο λίγο πολύ μοτίβο ακολουθήθηκε σε όλες τις χώρες. Οι μαζορέτες έκλειναν το μάτι λέγοντας κάντε λίγο υπομονή, τόσο πλούσιοι νιώσατε μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια. Λίγη υπομονή ακόμα και η ανάπτυξη μας περιμένει στη γωνία. Φυσικά οι φτωχοί , οι μετανάστες και διάφορα ακόμα επισφαλή κομμάτια του πληθυσμού την είχαν πολύ άσχημα έτσι κι αλλιώς, όμως η δυτική μας δημοκρατία, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα γιαυτούς. Κράτα τα 2/3 ή τα 4/5 ικανοποιημένα και εξαφάνισε από την επικαιρότητα τους υπόλοιπους.
Η ανάκαμψη που ποτέ δεν ήρθε
Έτσι λοιπόν όλο το πολιτικό και οικονομικό σύστημα συνέχισε να τρέχει σαν το κογιότ που μόλις πήδηξε από το γκρεμό, με την απλή λογική πως εάν αρνηθείς ότι τρέχεις στον αέρα, θα σε ξεχάσει και η βαρύτητα. Από την άνοιξη του 2009, οι μαζορέτες υπόσχονται “ανάκαμψη”. Ομπάμιας τους έδωσε το ρομαντικό όνομα Green shoots μικρά πράσινα κλωναράκια κοντά στο τέλος του χιονιά. Αλλά οι ανθισμένες μυγδαλιές δεν του έκαναν το χατίρι. Το 2010 ξεκίνησε κι αυτό ελπιδοφόρα. Μέχρι το καλοκαίρι οι γερμανοί έβλεπαν ανάπτυξη σε κάθε στατιστικό λόξιγκα που συναντούσαν και Ομπάμιας για μια ακόμη φορά ήλπιζε (είχε και εκλογές μπροστά του). Τα ΜΜΕ πανηγύριζαν σε κάθε θετικό στατιστικό που έβλεπαν, ακόμα κι αν αφορούσε τη Νέα Ζηλανδία.
Κι εντελώς απρόσμενα, παρόλη τη θετική ενέργεια που εξέπεμπαν οι μαζορέτες, οι περισσότεροι ειλικρινείς άνθρωποι ήξεραν αυτό που σας έλεγε και η μαγική μου σφαίρα ήδη από τον Ιούνιο. Πως ο μοναδικός λόγος για να πιστεύεις σε μια κάποια “ανάκαμψη” θα ήταν να διαθέτεις ένα πενταψήφιο νούμερο στο άθροισμα της γελοιότητας και του μισθού σου (τα μπόνους συμπεριλαμβάνονται).
Οι μωρές παρθένες
Καθώς όμως το όραμα της σύντομης ανάκαμψης μας τελειώνει, το ίδιο γρήγορα τελειώνει και η υπομονή του κόσμου. Όσο μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού συναντούν τις συνθήκες ανασφάλειας που αντιμετώπιζαν μόνο οι φτωχοί κι οι μετανάστες μέχρι πριν από λίγα χρόνια, τόσο πιο αδιάφορο γίνεται το όραμα της ανάκαμψης. Και το μπλόκ της συναίνεσης διασπάται και χάνει δυνάμεις. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις μικροαστικά στρώματα που ήταν υπέρμαχοι των νεοφιλελεύθερων αλλαγών να καταλαβαίνουν το αδιέξοδο και να μετατοπίζονται. Φιλήσυχοι πολίτες από φιλήσυχες χώρες να εκφράζονται δυναμικά και πλούσιες κοινωνίες του καπιταλιστικού κέντρου να νιώθουν την απόγνωση πως το πάρτι έχει τελειώσει για τα καλά.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, είναι εξίσου εντυπωσιακό να βλέπεις δύο μαζορέτες του παλιού συστήματος (εδώ για όσους δεν έχουν συνδρομή στα τσουτσέκια του μέρντοκ -thnx talos) να δηλώνουν ενυπόγραφα στο μεγαλύτερο τσουτσέκι του συστήματος (τους FT) πως, όχι μόνο πρέπει να διαγραφεί μεγάλο μέρος των χρεών των PIIGS, αλλά και να σταματήσει η πρακτική να αναλαμβάνει το κράτος να καλύπτει τα χρέη ιδιωτικών επιχειρήσεων (όπως οι τράπεζες). Ή πως η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική από μόνη της δεν οδηγεί πουθενά και χρειάζονται πολιτικές εκτός από οικονομικές λύσεις. Κι αυτά τα λένε ο πρώην υπουργός εξωτερικών και ο πρώην υπουργός οικονομικών της γερμανίας, δύο κλασικοί σοσιαλδημοκράτες νέου τύπου δηλαδή, που κατά τη διάρκεια της υπουργίας τους, ο νεοφιλελευθερισμός χοροπήδαγε σαν το κατσίκι στα καταπράσινα λιβάδια της Χάιντι.
Η θέση τους δεν είναι μακριά από την θέση του νυν γερμανού ΥΠΟΙΚ Σόιμπλε, αλλά είναι σημαντικό πως πια εκφράζονται ανοιχτά λέξεις ταμπού, μέσα στον ίδιο τον πυρήνα του συστήματος. Πράγμα που σημαίνει πως η εμπιστοσύνη στο παλιό consensus έχει διαρραγεί για τα καλά, όχι μόνο ανάμεσα στον πρώτο και τον τρίτο κόσμο (όπως έγινε εμφανές στην Κορεάτικη μάζωξη των G20), αλλά και μέσα στον πυρήνα του πρώτου.
Δεν υπάρχει λόγος να κρατάμε μεγάλο καλάθι. Δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από χορτάτους σοσιαλιστές μπλερικού τύπου. Ούτε μπορούμε να περιμένουμε πως θα μετατοπιστούν τόσο, όσο ο Τσάβεζ το 2002 στη Βενεζουέλα (ο οποίος ξεκίνησε επίσης ο σοσιαλιστής του τρίτου δρόμου). Αν μη τι άλλο τα τελευταία χρόνια έχουμε μια λαμπρή παράδοση φίλων του λα(γ)ού, που μόλις πατάνε το πόδι τους στην εξουσία ξεχνάνε τις άβολες υποσχέσεις που έδιναν ως αντιπολίτευση.
Ούτε σημαίνει πως ξαφνικά όλο το σύστημα θα στραφεί προς τον σοσιαλισμό και τα συμφέροντα της μαρίδας. Αυτό που φαντασιώνομαι πως θα σημαίνει (αρχικά τουλάχιστον), είναι ότι διάφοροι παίκτες του συστήματος θα αρχίσουν να εκφράζουν διαφορετικές λύσεις και διαφορετικούς δρόμους από την πεπατημένη ΤΙΝΑ που βασιζόταν το παλιό σύστημα. Και η διακόρευση της συναίνεσης δημιουργεί χάσματα ελπίδας.
Όταν ο Ρούσβελτ εκλέχθηκε το 1932, η μεγάλη κρίση βρισκόταν ήδη στον τρίτο χρόνο της. Ήταν αυτό το μεγάλο χάσμα της ανάκαμψης που δεν ερχόταν που του επέτρεψε να δημιουργήσει την πιο ισχυρή και πολύχρονη κοινωνική συμμαχία προοδευτικών δυνάμεων στις ΗΠΑ και να προτείνει αλλαγές που ακούγονταν ως σοσιαλιστικά μιάσματα στο μεγαλύτερο μέρος των υπερασπιστών του χρεοκοπημένου συστήματος. Ο Ρούσβελτ δεν ήταν σίγουρα σοσιαλιστής και πιθανότατα ακόμα κι αν ήθελε δεν θα μπορούσε να φτιάξει ποτέ στις ΗΠΑ δημόσιους οργανισμούς σαν την TVA (Tenessey Valey Authority) ή την Fannie Mae, αν το καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε καταρρεύσει με τον γνωστό θεαματικό τρόπο που έχουν βιώσει γενιές και γενιές ανθρώπων.
Αν για κάτι χαίρομαι προσωπικά, είναι πως σύντομα (αν τα δαφνόφυλλα έχουν δίκιο) θα μειωθεί επιτέλους ο παραλογισμός που ζούμε τα τελευταίους μήνες. Όπου ο ΓΑΠ και η παρέα του περιφέρουν διάφορες κάρες (κάρα -1 και 2- μεγάλη η χάρη τους) ως άγια λείψανα που θα σώσουν τις ψυχές ημών, την ίδια στιγμή που τα ίδια τα νούμερα στις κάρες, αποδεικνύουν το πόσο τελειωμένοι είμαστε.
Και πως επιτέλους θα αρχίσουμε να θέτουμε τα σωστά ερωτήματα, αντί να μιλάμε για την ανάπτυξη που θα φέρει η αύξηση των απολύσεων και η μείωση των μισθών.
http://techiechan.com/
η ζέστα της καρδιάς σου, δεν θα μου λείψει φώς μου.Ο ρυθμός του κόσμου
(ζειμπέκικο σε 9/8 για θατσερικούς σοσιαλιστές)
Από την αρχή αυτής της κρίσης, οι πολιτικοί και τα μέσα ζούνε σ’ ένα κόσμο ονειροφαντασίας. Όχι άδικα. Η κρίση ξεβράκωσε όλο το οικονομικό και πολιτικό κατασκεύασμα που o φουκογιάμα οραματίστηκε ως χεγκελικό τέλος της ιστορίας (και επι γής ειρήνη). Θα μου πείτε δεν ήταν η πρώτη φορά που η μετα-σοβιετική συναίνεση (γνωστή και ως washington consensus ή νεοφιλελευθερισμός), δείχνει τα όρια της. Η κρίση της ΝΑ Ασίας το 1997 και τα απόνερά της -κρίση χρέους στη Ρωσία ακριβώς τον επόμενο χρόνο, κατάρρευση της ΔΝΤφιλης αργεντινής το 2001- είχαν απονομιμοποιήσει το κατασκεύασμα εδώ και πολύ καιρό στον τρίτο κόσμο. Η μόνη διαφορά της κρίσης του 2007 είναι πως ξεβράκωσε τον σκληρό πυρήνα των χωρών της Δύσης που επέβαλαν το washington consensus. Κι έτσι οι μαζορέτες του νεοφιλελευθερισμού δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο, από το να κουνάνε απεγνωσμένα τα πόν-πόν τους μήπως και στρέψουν αλλού τα βλέμματα για μερικούς μήνες ακόμα. Σήμερα πλησιάζουμε στο τέλος και αυτού του κεφαλαίου.
Βασικό μοτίβο της κρίσης που διανύουμε είναι η άρση κάθε κανόνα και βεβαιότητας που οι μαζορέτες τσίριζαν τόσα χρόνια ως μονόδρομο. Ο δυναμικός τομέας του real estate, η ατμομηχανή της ψευδο-ανάπτυξης από το 2003, συναντά τη βαρύτητα σ’ ένα βαρέλι δίχως πάτο. Ο χρηματο-οικονομικός τομέας και πολέμιος του κράτους, είναι de facto εθνικοποιημένος, όσο κι αν προσπαθούν να το κρύψουν πίσω από όμορφες λέξεις όπως “ενέσεις ρευστότητας”, “Ταμεία χρηματοπιστωτικής σταθερότητας” και άλλα οργουελιανά. Το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης (του εμπορίου) και της εκμετάλλευσης των χαμηλών ημερομισθίων στον τρίτο κόσμο (ονομάζεται και αρμπιτράζ μισθών), βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού με τις χώρες παραγωγούς να πλημμυρίζονται από ανεπιθύμητα φρεκοτυπωμένα δολάρια και τις χώρες καταναλωτές να μην μπορούν πια να απορροφήσουν την προσφορά αγαθών.
Κι ενώ ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε καταρρέει καθημερινά γύρω μας, σοσιαλιστικές μαζορέτες της τάξης Ντομινίκ, ΓΑΠ και Γκόρντον Μπράουν συνεχίζουν να μας λιβανίζουν με τις ίδιες “λύσεις”. Από την άλλη πλευρά, βλοσυρές δεξιές μαριονέτες κουνάνε το δάκτυλο απειλητικά εννοώντας “σας τα λέγαμε” εμείς, λες και δεν κάναμε τόσα χρόνια αυτά που μας λέγανε. Αλλά όχι, είναι εμφανές πως για τα δεινά που περνάμε, δεν φταίει ο πολύς νεοφιλελευθερισμός, φταίει ο πολύ λίγος νεοφιλελευθερισμός. Κι αν εντείνουμε τις προσπάθειές μας θα τα καταφέρουμε (στην επόμενη ζωή).
Μαζορέτες, εναντίων βαρύτητας
Μέσα σε όλο αυτό το χάος, αντιμετωπίζουμε το βασικό ερώτημα: Στα πλαίσια που υπάρχουν διαφόρων ειδών νομιμοποιητικές διαδικασίες στη δύση, για ποιό λόγο δεν τους έχουμε στείλει όλους αυτούς στα σπίτια τους ή ακόμα καλύτερα στη φυλακή? Για ποιο λόγο ακόμα και σε χώρες βαριά χτυπημένες από την κρίση όπως η Λετονία, η Ιρλανδία ή η Ελλάδα, το πολιτικό προσωπικό παραμένει προσηλωμένο στον ίδιο μονόδρομο?
Η πιο πειστική απάντηση που διαθέτω είναι η εξής: Η πιστωτική επέκταση των προηγούμενων δεκαετιών, δημιούργησε μια εντυπωσιακή δυναμική πλουτισμού -πραγματικού ή φαντασιακού- σε πολύ μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Ακόμα κι αν πήρες τα 2/3 σε δάνειο, η αίσθηση πως το σπίτι σου αξίζει 300.000 ευρώ είναι ισχυρό αφροδισιακό. Ακόμα κι αν έβλεπες το μπετατζή γείτονα να αγοράζει μεγαλύτερο αυτοκίνητο κάθε χρόνο, ένιωθες πως αυτός ο πλούτος είναι κοντά σου. Εάν τα κατάφερε ο γείτονας, γιατί όχι κι εγώ.
Το πάρτι τελείωσε μεν, όχι όμως και η φαντασίωση. Έτσι όταν το 2008 οι μαζορέτες είπαν, θα δώσουμε μερικά απιθανοεκατομμύρια στις τράπεζες για να μην κλείσουν, οι περισσότεροι το δέχθηκαν. Όχι απαραίτητα διότι δεν κατάλαβαν σε ποιόν πήγαινε το δωράκι, αλλά διότι πίσω από τα “μέτρα στήριξης”, κρυβόταν η υπόσχεση πως η κρίση δεν είναι τίποτ’ άλλο από ένας μικρός λόξιγκας στο δρόμο της καταναλωτικής ευτυχίας.
Για να πάρουμε ως παράδειγμα τα δικά μας, θυμηθείτε τις δηλώσεις υπουργών και τραπεζιτών πως η κρίση δεν θα ακουμπήσει την ελλάδα (και τα 28δις ήταν απλά ένα προληπτικό μέτρο). Θυμηθείτε πως την άνοιξη του 2009, το ελληνικό κράτος έκανε εκπτώσεις στην αγορά πολυτελών αυτοκινήτων και η αντιπροσωπία της BMW όχι μόνο άδειασε, αλλά είχε και τρίμηνη ουρά παραγγελιών. Θυμηθείτε τον ΓΑΠ να υπόσχεται πως λεφτά υπάρχουν παιδιά, κλείνοντας το μάτι.
Ακόμα κι όταν η κυβέρνηση έφερε το ΔΝΤ στην ελλάδα, η υπόσχεση παρέμεινε ίδια. Σφίξτε λίγο τα δόντια και η ανάκαμψη είναι κοντά. Το μνημόνιο, ακόμα υπόσχεται ανάπτυξη το 2012.
Το ίδιο λίγο πολύ μοτίβο ακολουθήθηκε σε όλες τις χώρες. Οι μαζορέτες έκλειναν το μάτι λέγοντας κάντε λίγο υπομονή, τόσο πλούσιοι νιώσατε μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια. Λίγη υπομονή ακόμα και η ανάπτυξη μας περιμένει στη γωνία. Φυσικά οι φτωχοί , οι μετανάστες και διάφορα ακόμα επισφαλή κομμάτια του πληθυσμού την είχαν πολύ άσχημα έτσι κι αλλιώς, όμως η δυτική μας δημοκρατία, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα γιαυτούς. Κράτα τα 2/3 ή τα 4/5 ικανοποιημένα και εξαφάνισε από την επικαιρότητα τους υπόλοιπους.
Η ανάκαμψη που ποτέ δεν ήρθε
Έτσι λοιπόν όλο το πολιτικό και οικονομικό σύστημα συνέχισε να τρέχει σαν το κογιότ που μόλις πήδηξε από το γκρεμό, με την απλή λογική πως εάν αρνηθείς ότι τρέχεις στον αέρα, θα σε ξεχάσει και η βαρύτητα. Από την άνοιξη του 2009, οι μαζορέτες υπόσχονται “ανάκαμψη”. Ομπάμιας τους έδωσε το ρομαντικό όνομα Green shoots μικρά πράσινα κλωναράκια κοντά στο τέλος του χιονιά. Αλλά οι ανθισμένες μυγδαλιές δεν του έκαναν το χατίρι. Το 2010 ξεκίνησε κι αυτό ελπιδοφόρα. Μέχρι το καλοκαίρι οι γερμανοί έβλεπαν ανάπτυξη σε κάθε στατιστικό λόξιγκα που συναντούσαν και Ομπάμιας για μια ακόμη φορά ήλπιζε (είχε και εκλογές μπροστά του). Τα ΜΜΕ πανηγύριζαν σε κάθε θετικό στατιστικό που έβλεπαν, ακόμα κι αν αφορούσε τη Νέα Ζηλανδία.
Κι εντελώς απρόσμενα, παρόλη τη θετική ενέργεια που εξέπεμπαν οι μαζορέτες, οι περισσότεροι ειλικρινείς άνθρωποι ήξεραν αυτό που σας έλεγε και η μαγική μου σφαίρα ήδη από τον Ιούνιο. Πως ο μοναδικός λόγος για να πιστεύεις σε μια κάποια “ανάκαμψη” θα ήταν να διαθέτεις ένα πενταψήφιο νούμερο στο άθροισμα της γελοιότητας και του μισθού σου (τα μπόνους συμπεριλαμβάνονται).
Οι μωρές παρθένες
Καθώς όμως το όραμα της σύντομης ανάκαμψης μας τελειώνει, το ίδιο γρήγορα τελειώνει και η υπομονή του κόσμου. Όσο μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού συναντούν τις συνθήκες ανασφάλειας που αντιμετώπιζαν μόνο οι φτωχοί κι οι μετανάστες μέχρι πριν από λίγα χρόνια, τόσο πιο αδιάφορο γίνεται το όραμα της ανάκαμψης. Και το μπλόκ της συναίνεσης διασπάται και χάνει δυνάμεις. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις μικροαστικά στρώματα που ήταν υπέρμαχοι των νεοφιλελεύθερων αλλαγών να καταλαβαίνουν το αδιέξοδο και να μετατοπίζονται. Φιλήσυχοι πολίτες από φιλήσυχες χώρες να εκφράζονται δυναμικά και πλούσιες κοινωνίες του καπιταλιστικού κέντρου να νιώθουν την απόγνωση πως το πάρτι έχει τελειώσει για τα καλά.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, είναι εξίσου εντυπωσιακό να βλέπεις δύο μαζορέτες του παλιού συστήματος (εδώ για όσους δεν έχουν συνδρομή στα τσουτσέκια του μέρντοκ -thnx talos) να δηλώνουν ενυπόγραφα στο μεγαλύτερο τσουτσέκι του συστήματος (τους FT) πως, όχι μόνο πρέπει να διαγραφεί μεγάλο μέρος των χρεών των PIIGS, αλλά και να σταματήσει η πρακτική να αναλαμβάνει το κράτος να καλύπτει τα χρέη ιδιωτικών επιχειρήσεων (όπως οι τράπεζες). Ή πως η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική από μόνη της δεν οδηγεί πουθενά και χρειάζονται πολιτικές εκτός από οικονομικές λύσεις. Κι αυτά τα λένε ο πρώην υπουργός εξωτερικών και ο πρώην υπουργός οικονομικών της γερμανίας, δύο κλασικοί σοσιαλδημοκράτες νέου τύπου δηλαδή, που κατά τη διάρκεια της υπουργίας τους, ο νεοφιλελευθερισμός χοροπήδαγε σαν το κατσίκι στα καταπράσινα λιβάδια της Χάιντι.
Η θέση τους δεν είναι μακριά από την θέση του νυν γερμανού ΥΠΟΙΚ Σόιμπλε, αλλά είναι σημαντικό πως πια εκφράζονται ανοιχτά λέξεις ταμπού, μέσα στον ίδιο τον πυρήνα του συστήματος. Πράγμα που σημαίνει πως η εμπιστοσύνη στο παλιό consensus έχει διαρραγεί για τα καλά, όχι μόνο ανάμεσα στον πρώτο και τον τρίτο κόσμο (όπως έγινε εμφανές στην Κορεάτικη μάζωξη των G20), αλλά και μέσα στον πυρήνα του πρώτου.
Δεν υπάρχει λόγος να κρατάμε μεγάλο καλάθι. Δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από χορτάτους σοσιαλιστές μπλερικού τύπου. Ούτε μπορούμε να περιμένουμε πως θα μετατοπιστούν τόσο, όσο ο Τσάβεζ το 2002 στη Βενεζουέλα (ο οποίος ξεκίνησε επίσης ο σοσιαλιστής του τρίτου δρόμου). Αν μη τι άλλο τα τελευταία χρόνια έχουμε μια λαμπρή παράδοση φίλων του λα(γ)ού, που μόλις πατάνε το πόδι τους στην εξουσία ξεχνάνε τις άβολες υποσχέσεις που έδιναν ως αντιπολίτευση.
Ούτε σημαίνει πως ξαφνικά όλο το σύστημα θα στραφεί προς τον σοσιαλισμό και τα συμφέροντα της μαρίδας. Αυτό που φαντασιώνομαι πως θα σημαίνει (αρχικά τουλάχιστον), είναι ότι διάφοροι παίκτες του συστήματος θα αρχίσουν να εκφράζουν διαφορετικές λύσεις και διαφορετικούς δρόμους από την πεπατημένη ΤΙΝΑ που βασιζόταν το παλιό σύστημα. Και η διακόρευση της συναίνεσης δημιουργεί χάσματα ελπίδας.
Όταν ο Ρούσβελτ εκλέχθηκε το 1932, η μεγάλη κρίση βρισκόταν ήδη στον τρίτο χρόνο της. Ήταν αυτό το μεγάλο χάσμα της ανάκαμψης που δεν ερχόταν που του επέτρεψε να δημιουργήσει την πιο ισχυρή και πολύχρονη κοινωνική συμμαχία προοδευτικών δυνάμεων στις ΗΠΑ και να προτείνει αλλαγές που ακούγονταν ως σοσιαλιστικά μιάσματα στο μεγαλύτερο μέρος των υπερασπιστών του χρεοκοπημένου συστήματος. Ο Ρούσβελτ δεν ήταν σίγουρα σοσιαλιστής και πιθανότατα ακόμα κι αν ήθελε δεν θα μπορούσε να φτιάξει ποτέ στις ΗΠΑ δημόσιους οργανισμούς σαν την TVA (Tenessey Valey Authority) ή την Fannie Mae, αν το καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε καταρρεύσει με τον γνωστό θεαματικό τρόπο που έχουν βιώσει γενιές και γενιές ανθρώπων.
Αν για κάτι χαίρομαι προσωπικά, είναι πως σύντομα (αν τα δαφνόφυλλα έχουν δίκιο) θα μειωθεί επιτέλους ο παραλογισμός που ζούμε τα τελευταίους μήνες. Όπου ο ΓΑΠ και η παρέα του περιφέρουν διάφορες κάρες (κάρα -1 και 2- μεγάλη η χάρη τους) ως άγια λείψανα που θα σώσουν τις ψυχές ημών, την ίδια στιγμή που τα ίδια τα νούμερα στις κάρες, αποδεικνύουν το πόσο τελειωμένοι είμαστε.
Και πως επιτέλους θα αρχίσουμε να θέτουμε τα σωστά ερωτήματα, αντί να μιλάμε για την ανάπτυξη που θα φέρει η αύξηση των απολύσεων και η μείωση των μισθών.
http://techiechan.com/
Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010
Μικρή διδακτική ιστορία με τον Warren Buffett
Δεν έχει πολύ καιρό που είχα την ευχαρίστηση μιας μακροσκελούς συνάντησης με έναν από τους εξυπνότερους ανθρώπους στον πλανήτη, του Warren E. Buffett, γενικού διευθυντή της Berkshire Hathaway, στα απέριττα γραφεία του στην Όμαχα. Μιλήσαμε για πολλά πράγματα που ελπίζω να με εμπνεύσουν για τα χρόνια που θα ρθουν. Αλλά ένα από τα βασικά ζητήματα ήταν οι φόροι. Ο κύριος Buffett, ο οποίος μάλλον δεν νιώθει ζαλάδα όταν βλέπει τον λογαριασμό για την Mastercard του στο γραμματοκιβώτιο όπως κάνω εγώ, έχει τους ίδιους προβληματισμούς για το φορολογικό σύστημα όπως κι εγώ.
Για να το θέσουμε απλά, οι πλούσιοι πληρώνουν πολλούς φόρους εάν εννοηθούν ως συνολικό ποσοστό από τους φόρους που εισπράττονται, αλλά δεν πληρώνουν πολλούς φόρους εάν εννοηθούν ως συνολικό ποσοστό του τι μπορούν να πληρώσουν, ή ως ποσοστό του τι χρειάζεται η κυβέρνηση για να κλείσει το χάσμα του ελείμματος.
Ο κύριος Buffett συνέθεσε έναν πίνακα πληροφοριών για τους άνδρες και γυναίκες που εργάζονται στο γραφείο του. Τους ζήτησε όλους να φτιάξουν ένα κλάσμα. Ο αριθμητής ήταν πόσο πλήρωσαν σε ομοσπονδιακό φόρο εισοδήματος και σε φόρους εισοδήματος για κοινωνικές ασφαλίσεις και υγεία, και ο παρανομαστής ήταν το φορολογητέο τους εισόδημα. Οι άνθρωποι στο γραφείο του ήταν κυρίως γραμματείς και υπάλληλοι, αν και όχι όλοι.
Αυτό που προέκυψε ήταν ότι ο κύριος Buffett, με τεράστιο εισόδημα από μερίδια και κεφαλικά κέρδη, πλήρωνε πολύ, πολύ λιγότερα ως κλάσμα επί του εισοδήματός του από τους υπαλλήλους και τις γραμματείς και από οποιονδήποτε άλλο στο γραφείο του. [...] "Πώς μπορεί αυτό να είναι δίκαιο;" ρώτησε, σχετικά με το πόσο λίγο πληρώνει σε σχέση με τους υπαλλήλους του. "Πώς γίνεται να είναι σωστό;"
Αν και συμφωνούσα μαζί του, τον προειδοποίησα ότι κάθε φορά που κάποιος προσπαθούσε να θέσει το θέμα, κατηγορούνταν ότι παρακινούσε σε ταξικό πόλεμο.
"Υπάρχει ταξικός πόλεμος, βέβαια", είπε ο κύριος Buffett, "αλλά είναι η δική μου τάξη, η τάξη των πλουσίων, που τον διεξάγει. Και κερδίζουμε."
Ben Stein, "Μαντέψτε ποια τάξη κερδίζει στον ταξικό πόλεμο", New York Times, 26 Νοέμβρη 2006.
http://radicaldesire.blogspot.com/
cockberg
μαλιασε η γλωσσα της.το λεει με τα καιρικα φαινομενα που αλλαζουν τα μετεωρολογικα δεδομενα που γνωριζαμε μεχρι τωρα.το φωναζει με την παγκοσμια αυξηση της θερμοκρασιας.το δειχνει με τις πλημμυρες και τις καταστροφες.
δεν ακουει κανεις.
show me the money,λεει η οικονομικη λογικη και μετα θα προχωρησουν οι απαιτουμενες αλλαγες.
ειδε και αποειδε και πριν την καταστροφη,αποφασισε να στειλει ενα απο τα τελευταια μηνυματα που ισως καταλαβαινουμε καλυτερα.
φαντασου να αποφασισει να στειλει κι αλλα γεμιζοντας τις θαλασσες με γιγαντια παγοβουνα-πεη.
το μηνυμα το πιανεις;
"θα σας γαμ..."
υ.γ η φωτογραφια ειναι του Andy Rouse στην ανταρκτικη
δεν ακουει κανεις.
show me the money,λεει η οικονομικη λογικη και μετα θα προχωρησουν οι απαιτουμενες αλλαγες.
ειδε και αποειδε και πριν την καταστροφη,αποφασισε να στειλει ενα απο τα τελευταια μηνυματα που ισως καταλαβαινουμε καλυτερα.
φαντασου να αποφασισει να στειλει κι αλλα γεμιζοντας τις θαλασσες με γιγαντια παγοβουνα-πεη.
το μηνυμα το πιανεις;
"θα σας γαμ..."
υ.γ η φωτογραφια ειναι του Andy Rouse στην ανταρκτικη
Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010
Around the corner
Σ’ αυτήν την περίεργη εποχή που ζούμε, οι πιο πολλοί από μας δεν ξέρουν τι μπορεί να κρύβεται πίσω από την επόμενη γωνία…
Εκείνο το πρωί της Κυριακής ξύπνησα νωρίς, γύρω στις 7. Κάθισα για λίγο στο κρεβάτι και μετά άνοιξα το παντζούρι. Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος και βαρύς.
Λίγες μέρες πριν ένας φίλος που νοιάζεται για μένα μου είχε ζητήσω να του κάνω μια χάρη, αλλά μια χάρη που θα ήταν για τον εαυτό μου. «Πήγαινε» μου είχε πει «και θα δεις». Κοίταξα τα ρολόι μου που έδειχνε πως κόντευε οκτώ. «Θα πάω» σκέφτηκα. Ντύθηκα και σε λίγο ήμουν στο αυτοκίνητο. Έβαλα μπρος τη μηχανή, άναψα ένα τσιγάρο και ήπια μια γουλιά από τον καφέ που είχα δίπλα μου. Αυτό μου δίνει μια αίσθηση κανονικότητας.
Μετά από κάποιο διάστημα είχα φτάσει στο δρόμο για το μοναστήρι που βρίσκεται ψιλούτσικα, στη μέση περίπου του βουνού. Ο δρόμος ήταν φιδωτός και καθώς τα σύννεφα ήταν χαμηλά σε λίγο μπήκα μέσα στην ομίχλη. «Ο δρόμος για το Θεό είναι ομιχλώδης» σκέφτηκα. Η ορατότητα δεν ξεπερνούσα τα πέντε δέκα μέτρα μπροστά μου και έτσι πήγαινα σχετικά σιγά για να μην βρεθώ κατά λάθος και πιο γρήγορα κοντά στο Θεό. Το μοναστήρι ούτε που φαινόταν μέσα στην ομίχλη. Βρήκα ολίγον στα τυφλά κάπου να παρκάρω και μετά κατέβηκα από το αυτοκίνητο. Προχώρησα με τα πόδια και ψάχνοντας κάπως είδα λίγο πιο μακριά την πύλη για το προαύλιο του μοναστηριού. Προχώρησα και μετά βρέθηκα μπροστά στην πόρτα της εκκλησίας. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ πιο υποβλητική εικόνα. Τυλιγμένη μέσα στην ομίχλη η βαριά, ξύλινη σκαλισμένη πόρτα έδειχνε σαν να μην ανήκε πραγματικά σε ετούτον τον κόσμο. Μπήκα μέσα και η εικόνα μου θύμισε το εσωτερικό των εκκλησιών στο Άγιο Όρος , όταν είχα μερικές φορές πριν κάμποσα χρόνια. Σκοτεινή, με ελάχιστα κεριά αναμμένα, τις εικόνες στους τοίχους και τις ψαλμωδίες από τους ιερείς, κοντά στο ιερό. Όπως μου είχε δώσει οδηγίες ο φίλος μου ζήτησα τον συγκεκριμένο ιερέα, προφανώς τον ηγούμενο του μοναστηριού και του ζήτησα να με εξομολογήσει. Ο γέροντας με την σεβάσμια, έξυπνη και με κατανόηση μορφή μου έγνεψε και σε λίγο βρέθηκα γονατισμένος μπροστά του να κάνω την πρώτη μου εξομολόγηση εδώ και χρόνια. Εκείνη τη στιγμή διαπίστωσα ότι δεν ήξερα για τι ακριβώς να εξομολογηθώ.
Τα τελευταία χρόνια η ζωή μου δεν συμπεριελάμβανε συμβάντα, από αυτά που συνήθως λέμε σε κάποια εξομολόγηση. Γνώριζα όμως ότι είμαι κάτι άλλο. Ότι είμαι πολύ ατελής. Αλλιώς θα ήθελα να ήμουνα και αλλιώς είμαι. Μετά αναλογίστηκα την έννοια της αμαρτίας. Γιατί το νόημα της λέξης «αμαρτία», είναι στην κυριολεξία η αποτυχία μας στην επίτευξη κάποιου συγκεκριμένου σκοπού. Και σ’ αυτό το πράγμα εκείνο για το οποίο ήμουν σίγουρος είναι το ότι είχα αποτύχει και στους τρεις συγκεκριμένους σκοπούς που είχα βάλει στη ζωή μου. Και ίσως γι αυτό δεν έχω βρει την γαλήνη που κανονικά θα έπρεπε να είχα κατακτήσει σ’ αυτή τη ηλικία και σ’ αυτό το στάδιο της ζωής μου. Και για να πως την αλήθεια εκείνο στο οποίο τελικά κατέτειναν και οι τρεις σκοποί της ζωής μου ήταν η γαλήνη. Εφ όσον λοιπόν δεν έφτασα στη γαλήνη, που ήταν ο κύριος σκοπός πίσω από τους πρακτικούς σκοπούς μου, τότε κατά την αντίληψή μου είχα αποτύχει. Ζήτησα από τον ιερέα να ζητήσει από το Θεό να με συγχωρήσει για τα λάθη μου και τις ατέλειές μου και για τις όποιες άλλες αμαρτίες μου. Έχοντας το κεφάλι μου σκεπασμένο με το καλιμαύχι ο ιερέας ακούμπησε το χέρι του πάνω στο κεφάλι μου και ψιθύρισε μερικές προσευχές και μερικές ευχές. Όταν τέλειωσε κι αυτό πήγε και κοινώνησε, κάτι που δεν είχα κάνει από τότε στο Άγιο Όρος. Και μετά προσευχήθηκα για λίγο και για μένα και για την οικογένειά μου και για εσάς όλους.
Όταν βγήκα από το μοναστήρι η ομίχλη ήταν ακόμη εκεί. Βρήκα το αυτοκίνητο και κατέβηκα πάλι σιγά σιγά το δρόμο, όπως όταν ανέβαινα. Λίγο πάρα κάτω η ομίχλη τέλειωσε και στο βάθος έβλεπα την πολιτεία που απλωνόταν από κάτω. Ήταν ακόμη σχετικά νωρίς σ’ αυτήν τη συννεφιασμένη Κυριακή και έτσι ο θόρυβος που ερχόταν από την πόλη ήταν λιγοστός. Εκατομμύρια άνθρωποι μέσα στα σπίτια τους, θα έκαναν ασφαλώς τις δικές τους σκέψεις γι αυτήν καινούργια μέρα. Άλλοι ευτυχείς, άλλοι δυστυχείς, άλλοι με προβλήματα που δεν μπορούν να τα ξεπεράσουν, ο καθ’ ένας με τα δικά τους’ αυτό το στάδιο της ζωής του. Βρισκόμαστε όλοι μπλεγμένοι σ’ ένα κουβάρι που ποτέ δεν ξέρουμε που μας πηγαίνει. Εκεί που τα πράγματα είναι καλά ξαφνικά παίρνουν άλλη τροπή και μας βγάζουν από το δρόμο μας. Και πολλές φορές συμβαίνει και το αντίθετο. Εκεί που τα πάντα είναι χάλια ξαφνικά σαν κάποιο μαγικό χέρι να μας δίνει τη λύση.
Η επίτευξη της γαλήνης στη ζωή μας δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση όσο ίσως ακούγεται. Είναι η ίδια η φύση μας που πολλές φορές μας οδηγεί στο να χάνουμε τη γαλήνη που κάποιες φορές κατακτούμε. Αλλά πέρα από αυτό είναι και η ίδια η ζωή με τις άπειρες εκπλήξεις της που μας βγάζει από το δρόμο μας. Πολλές φορές πληρώνουμε για δικά μας λάθη, αλλά άλλες φορές και πολύ συχνά πληρώνουμε και για τα λάθη άλλων. Αναρωτιέμαι αν κάποια στιγμή μπορούμε να βρούμε τη δικαίωσή μας. Πιθανόν όχι εδώ , ίσως κάπου αλλού.
Αυτή την εποχή μάλιστα που η οικονομική κρίση μας έχει περιπλέξει στη δίνη της, ένα σωρό άνθρωποι έχουν χάσει όχι μόνο τη γαλήνη τους, αλλά και τον ύπνο τους. Και είναι λιγάκι δυστυχώς το ότι τα χρήματα παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο, που μπορούν να ανατρέψουν, ολόκληρη τη ζωή μας και τα πράγματα για το μέλλον.
Είτε γι αυτό είτε για άλλο λόγο, πολύ συχνά χάνουμε το δρόμο μας, όταν τα εμπόδια που συναντούμε ξεπερνάνε το όριο των αντοχών. Το ξεπέρασμα του ορίου των αντοχών είναι μία οδυνηρή στιγμή, γιατί συνοδεύεται με την κατάρρευση του συστήματός μας. Όμως το ανθρώπινο όν είναι κατασκευασμένο για να επιβιώνει και οι αντοχές είναι πολύ περισσότερες , απ’ όσο και εμείς οι ίδιοι νομίζουμε. Η κατάρρευση των ορίων μας, αυτόματα δημιουργεί τη γέννηση ενός άλλου μηχανισμού άμυνας, που σκοπό έχει να διευρύνει τα όριά μας και να τα προσαρμόσει στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε. Είναι δύσκολος και σκληρός αγώνας, αλλά πολύ συχνά καταφέρνουμε έτσι να ξεπεράσουμε, αυτά που μας κάνουν τη ζωή δύσκολη έως και αφόρητη. Και το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία ενός καινούργιου εαυτού, λιγότερο ευαίσθητου και πιο δυνατού.
Πάντα το αύριο είναι μια καινούργια μέρα. Και όσο κι αν μερικές φορές μας φαίνεται αδύνατο, μπορεί να κρύβει την επαλήθευση των επιθυμιών μας.
Άρης Τερζόπουλος http://www.klik.gr/
Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010
Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010
Γράμμα σε Έλληνα επιχειρηματία
Μία από τις παιδικές μου φοβίες, είναι ο ήχος ενός κεφαλιού όταν κατρακυλάει στις σκάλες… Κάποια ταινία θα είχα δει και πέρασε στο υποσυνείδητό μου και κάθε φορά που έπεφτα επάνω στην Σαλώμη και την μάνα της, να ζητάνε το κεφάλι του Βαπτιστή, μου πάγωνε το αίμα. Δεν ξέρω από πού είναι ο ήχος που ακούω τώρα. Από ποιούς. Από εκείνους που υπογράφουν τα χαρτιά, από εσάς που τους πιέζετε να υπογράψουν ή από εκείνους που τους επιδίδονται τα… συστημένα.
Με τι ταχύτητα τρέχει το αίμα στις φλέβες των υπουργών που έχουν υπογράψει τις τελευταίες μέρες αυτά τα χαρτιά; Έχουν καταλάβει τι κάνουν; Παίρνουν κάποια αγωγή για να αποστασιοποιηθούν –δεν είναι ντροπή τα φάρμακα- ή το κάνουν εν ψυχρώ; Πού να ξέρεις κι εσύ…
Αγαπητοί τραπεζίτες και μεγαλοεπιχειρηματίες, έχετε ανοίξει κανένα βιβλίο στη ζωή σας που να μιλάει για τα ανθρώπινα ή έστω ιστορικό; Ονειρεύεστε έναν κόσμο που τα παιδιά σας θα ζούνε στο εξωτερικό ή στην χώρα τους αλλά μονίμως φρουρούμενα για να προφυλαχτούν από την επαφή με τις στρατιές της απελπισίας και της απόγνωσης; Πιστεύετε πραγματικά πως τώρα είναι η ευκαιρία σας να ταπεινώσετε, να συνθλίψετε, να θησαυρίσετε; Τι σόι νίκη είναι αυτή; Εσείς πού σκέφτεστε να ζήσετε; Σε στοές; Σε συνοικίες με τείχη; Θα φέρετε και κροκόδειλους για τις τάφρους; Και πού είναι το περίφημο επιχειρηματικό σας δαιμόνιο και η δημιουργικότητά σας με τα οποία μας έχετε ζαλίσει το μαλακό υπογάστριο τόσα χρόνια; Η μόνη λύση που έχετε να προτείνετε ως φωστήρες του financial είναι η απόλυση, η μείωση του μισθού, η καρατόμηση του ανθρώπινου δυναμικού; Σπουδάζεται αυτό; Αυτήν την λύση θα πρότεινε και ο οδηγός σας!
Δεν είναι μόνο το κράτος ανεπαρκές. Δεν είναι μόνο το πολιτικό προσωπικό. Δεν είμαστε μόνο εμείς. Είστε κι εσείς που έχετε ταυτίσει το «επιχειρείν» μόνο με το «κερδοσκοπείν». Αφιλοσόφητοι, ανίκανοι στην παραγωγή ιδεών, μικροί και μοιραίοι που θέλετε να λέγεστε επιχειρηματίες –καθόλου επιλήψιμος ο χαρακτηρισμός- αλλά στην ουσία είστε ανθρωπάκια που σας έκατσαν δυο τρεις καλές από τύχη και φτιαχτήκατε. Όχι για την κοινωνία, μόνο για την πάρτη σας. Δυστυχώς, αυτό αποδεικνύεται. Αλλά η τύχη τελειώνει, και τώρα που χρειάζεται ικανότητα και δημιουργία εκ του μηδενός –εσείς που χρόνια διατείνεστε πως ξέρετε να κάνετε το μηδέν, ένα- έχετε κολλήσει στην ίδια λάσπη με μας και ζητάτε τα ρούχα μας για να σκουπίσετε τα κοστούμια σας. Πιστεύετε για τους εαυτούς σας πως είστε τα επίλεκτα και ικανότερα μέλη της κοινωνίας μας. Οκ, ας πούμε πως το δέχομαι. Αποδείξτε το, κατεβάζοντας καμία ιδέα πέρα από τις απολύσεις. Αποδείξτε το ή βουλώστε το!
του Οδυσσέα Ιωάννου protagon.gr
ΜΜΕ: Κρίση και ευκαιρία
Σε προηγούμενη ανάρτηση, παραθέσαμε ορισμένους λόγους για τους οποίους θα έπρεπε να νοιαστούμε για το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στα ΜΜΕ. Παράλληλα, παρακολουθούμε τη συνεχιζόμενη διαμάχη στους κόλπους των εργαζομένων, η οποία – όχι ότι μας εκπλήσσει – μοιάζει να υπερβαίνει τη διαμάχη μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Όποιες νέες συλλογικότητες πήγαν να σχηματιστούν υπονομεύονται και αυτό είναι λυπηρό, ωστόσο πιστεύουμε, έστω και με τον κίνδυνο να θεωρηθούμε εκτός θέματος για άλλη μια φορά, ότι το ζήτημα βρίσκεται αλλού.
Δεν θα επεκταθούμε εδώ σχετικά με την κρίση του συνδικαλισμού ούτε θα επιμείνουμε στους ρόλους «εργοδοτικών» εργαζομένων – φρικτά πράγματα, ασφαλώς, κι ακόμη χειρότερα αυτά της σημερινής Γενικής Συνέλευσης του «Βήματος», όπου οι εργαζόμενοι με νέο ψήφισμα καταδίκασαν το ίδιο το προηγούμενο ψήφισμά τους (για όσο λειτουργεί ακόμη ο σύνδεσμος), υποστηρίζοντας ότι η προτροπή σε μποϊκοτάζ του «Βήματος» ήταν «προβοκάτσια» - απλώς θα πούμε ότι, με όλη την κατανόηση προς όσους ήλπισαν σε μια συντεταγμένη αντιδραση των εργαζομένων, αυτό που χρειάζεται είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
Είναι σαφές και από τα τελευταία σημερινά νέα πως κάποιοι δημοσιογράφοι βρίσκονται σε ευθεία πολιτική αντιπαράθεση με την εργοδοσία τους, η οποία, σήμερα κιόλας, έδωσε τον τόνο αυτής της αντιπαράθεσης. Η Μάνια Τεγοπούλου της «Ελευθεροτυπίας», της «εφημερίδας των συντακτών», απείλησε τους δημοσιογράφους της εφημερίδας της πως αν απεργήσουν, θα κλείσει την εφημερίδα. Ο Νίκος Χατζηνικολάου της «Real News» ανακοίνωσε πως η εφημερίδα θα βγει κανονικά, προεξοφλώντας, υποθέτουμε, την απεργοσπαστική συναίνεση των εργαζόμενών του. Και δεν έχουν περάσει δύο εβδομάδες από τότε που ο Σκάι υποχρέωσε τους περισσότερους υπαλλήλους του να υπογράψουν ατομικές συμβάσεις με την επιχείρηση, με μειωμένες μάλιστα κατά 10% τις μισθολογικές τους απολαβές.
Με άλλα λόγια στις εφημερίδες δοκιμάζεται το μοντέλο των νέων εργασιακών σχέσεων που προτείνουν τα εργατικά νομοσχέδια της κυβέρνησης. Και μάλιστα καθ’υπερβολήν. Εκεί που το νομοσχέδιο της κυβέρνησης προτείνει εργασιακές συμβάσεις, τα συγκροτήματα τύπου επαυξάνουν και αντιπροτείνουν ατομικές συμβάσεις.
Κατά τη γνώμη μας, εάν η εργοδοσία των εφημερίδων έχει βρει ένα λαμπρό πεδίο άσκησης των νέων εργασιακών ηθών, εξίσου οι δημοσιογράφοι έχουν ένα λαμπρό πεδίο άσκησης μιας νέας επαγγελματικής πρότασης που όχι μόνον παρακάμπτει, αλλά αντικαθιστά την εργοδοσία τους. Είναι παλαιά η σοφία – τόσο θεωρητική όσο και στρατηγική – που διδάσκει ότι αν δεν μπορείς να νικήσεις ένα εμπόδιο, το παρακάμπτεις. Όχι, δεν εννοούμε να παρακαμφθούν συνδικαλιστικά όργανα και διαδικασίες, αυτό και εφικτό να ήταν, πάλι δεν θα πετύχαινε τίποτα – όπως αποδείχθηκε σήμερα. Πρέπει να αναδιατυπωθούν οι όροι της συζήτησης. Αντί να στριφογυρίζουν παγιδευμένοι μέσα στο κουτάκι που χτίζουν οι εργοδότες και οι συνδικαλιστές – είτε οι μεγάλοι είτε οι μικροί είτε οι επίδοξοι –, οι δημοσιογράφοι πρέπει να βγουν έξω από αυτό.
Συνήθως συμπεριλαμβάνουμε υπό τη γενική κατηγορία «κρίση του τύπου» φαινόμενα που αφορούν την πτώση των πωλήσεων των εφημερίδων ή τη ολοένα αυξημένη δυσπιστία με την οποία το κοινό προσλαμβάνει τις ειδήσεις που δημοσιεύονται σε αυτές. Η «κρίση του τύπου» συνδέεται μάλιστα άλλοτε με την υποχώρηση των εφημερίδων μπροστά στα νέα μέσα, παλαιότερα την τηλεόραση, τώρα το διαδίκτυο και άλλοτε με τις εξαρτήσεις των ιδιοκτητών των εφημερίδων από κέντρα οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. Το προϊόν των μεγάλων ΜΜΕ είναι λοιπόν απαξιωμένο εδώ και καιρό. Αυτό είναι γνωστό. Δεν είναι μόνον ότι οι κυκλοφορίες τους πέφτουν, είναι και ότι στον δημόσιο διάλογο έχει κυριαρχήσει μια αίσθηση απαξίωσης – γεγονός, από μια άποψη, σημαντικότερο από τις κυκλοφορίες. Διότι σε αυτή τη συμβολική διάσταση μπορεί να στηριχθεί μια νέα κίνηση και να βρει τη δυναμική της.
Επίσης, το δημογραφικό αλλάζει. Στις νεότερες ηλικίες, ολοένα λιγότεροι διαβάζουν τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Υπάρχει ένα προνομιακό πεδίο εκεί, έτοιμο για κάτι νέο, δυναμικό, που θα ανταποκριθεί το δίχως άλλο, όπως, λόγου χάρη, ανταποκρίθηκε στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές.
Αυτά τα λίγα θέλουν να πουν ότι ανοίγεται ένα νέο τοπίο εκεί έξω κι όποιος δεν το βλέπει χάνει το δάσος για το δέντρο. Υπάρχουν δημοσιογράφοι – είτε απολυμένοι είτε όχι – που ξέρουν τη δουλειά τους, που φέρνουν πρωτότυπα ρεπορτάζ, εγχώρια και διεθνή, υπάρχουν γραφιάδες και σχολιαστές ποιοτικοί και μορφωμένοι. Όχι οι «υπογραφές» αλλά οι «άλλοι», αυτοί που διαβάζατε αλλά δεν τους βλέπατε στην τηλεόραση, αυτοί που έπαιρναν βραβεία και υποτροφίες στο εξωτερικό αλλά εδώ δεν τους καλούσαν στα τραπέζια. Υπάρχουν φωτορεπόρτερ εξαιρετικοί. Και κοντά σε αυτούς υπάρχουν σχεδιαστές ιστοσελίδων και επαγγελματίες της επικοινωνίας με γνώση για τα νέα μέσα. Και πάνω από όλα, υπάρχει κοινό, για πρώτη φορά τόσο δικτυωμένο και τόσο δεκτικό στο καινούργιο.
Ένα νέο ΜΜΕ φτιαγμένο από αυτούς τους δημοσιογράφους για αυτό το κοινό θα είχε για πρώτη φορά τη δυνατότητα να μην γίνει «εναλλακτικό» αλλά να σταθεί ανταγωνιστικά απέναντι στα κυρίαρχα ΜΜΕ. Αν το κάνουν, θα αλλάξουν πράγματι πολλά και κυρίως θα μπορέσουν να διεκδικήσουν όχι μόνο την αξιοπιστία του δημοσιογραφικού επαγγέλματος αλλά του δημοσιογραφικού λόγου καθαυτού.
Κι ας μείνουν οι υπόλοιποι στην εποχή τους που τελειώνει.
http://artfullyonsaturday.wordpress.com/
Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010
θα μπορουσε να ηταν η ερωτηση της χρονιας
..πέρασε όμως στα "ψιλά".
Στο τραπέζι που καθόταν την Πέμπτη ο Πολ Τόμσεν, στο συνέδριο του Εκόνομιστ στο Καβούρι, ήταν και μια δημοσιογράφος, η οποία...συστήθηκε και τον ρώτησε ποιο πανεπιστήμιο τελείωσε.
Ο mr ΔΝΤ απάντησε ότι τελείωσε ένα οικονομικό πανεπιστήμιο των ΗΠΑ.
«Και τι γλώσσες μιλάτε;» επανήλθε η δημοσιογράφος. «Αγγλικά» ήταν η απάντησή του.
«Εγώ έχω τελειώσει ένα αντίστοιχο αμερικανικό πανεπιστήμιο, μιλάω Αγγλικά και Γερμανικά και με τα μέτρα που μας επιβάλατε, θα πληρώνομαι 1.020 ευρώ καθαρά», είπε η δημοσιογράφος(!!) και τον ρώτησε:
«Εσείς τι μισθό παίρνετε;», για να εισπράξει απλά ένα πλατύ χαμόγελο...
greece-salonika.blogspot
Τι είναι πατριωτισμός στην Ελλάδα του μνημονίου ?
Ο καθηγητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης αναφέρεται στο άρθρο του σε ένα τραγικό,εκφυλιστικό και βαθιά ανθελληνικό φαινόμενο που έρχεται στην επιφάνεια την ώρα που το κράτος προσπαθεί να εκπληρώσει τις βαριές υποχρεώσεις απέναντι στους δανειστές του.Και θέτει το ερώτημα.Τι είναι πατριωτισμός?
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος ,στη διάρκεια του 2010 και ενόσω το δημόσιο ταμείο ζοριζόταν για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις πολλοί έλληνες έβγαζαν στις τράπεζες του Λιχτενστάιν πάνω από 22 δις ευρώ για να μην δικαιολογήσουν που βρήκαν αυτά τα λεφτά και για να μην φορολογηθούν.
Πού οφείλεται µια τέτοια ανάλγητη και ανθελληνική στάση? αναρωτιέται ο καθηγητής. Στο γεγονός,απαντά ο ίδιος, ότι "δυστυχώς σε αυτή τη χώρα είναι άγνωστη η φιλοσοφία του λεγόµενου «συνταγµατικού πατριωτισµού» (Verfassungspatriotismus)για να χρησιµοποιήσω τον περίφηµο όρο τουγερµανού φιλοσόφου Χάµπερµας".
"Τι σηµαίνει αυτό µε απλά λόγια; Να ζούµε κάθε µέρα τηρώντας τις επιταγές του Συντάγµατος, άρα εκπληρώνοντας τις βασικές υποχρεώσεις µας προς τo κράτος και κατά συνέπεια καταβάλλοντας και τους ανα λογούντες φόρους"!
∆ιαφορετικά, αυτή η συλλογικότητα που λέγεται πατρίδα δεν µπορεί ναεπιβιώσει.
Στη χώρα µας-συνεχίζει-, είτε γιατί δεν υπήρχε ποτέ εθνική αστική τάξη είτε γιατί µετά τον εµφύλιο πόλεµο ο πατριωτισµός ταυτίστηκε µε τα πιο συντηρητικά ιδεώδη (υποδούλωση στους Αµερικανούς κ.λπ.), ουδόλως εµπνευστήκαµε από αυτή τη µεγάλη ιδέα.
Και αυτό ακριβώς πληρώνουµε σήµερα. Γιατί οι φοροφυγάδες επιχειρηµατίες ή οι «πεινασµένοι» σοσιαλιστές που πλούτισαν παράνοµα επί ΠΑΣΟΚή οι δεξιοί παράγο ντες που καταλήστεψαν το κράτος την τελευταία πενταετία έχουν ένα κοινό ποιοτικό χαρακτηριστικό.
Η ευτυχία τους είναι συνυφασµένη µε την ατοµική υπαρξιακή καλοπέραση που βιώνε ται πολυτελώς στα θέρετρα της Ελβετίας ή αλλού και όχι µε την εξυπηρέτηση της πα τρίδας (Z. Bauman, «Ζωή για κατανάλωση»). Πώς αλλιώς µπορούµε να εξηγήσουµε τη στάση αυτών των ελλήνων (µε µικρό ε) που βγάζουν τις µεγάλες καταθέσεις τους στο εξωτερικό, ενώ ο τόπος µας αιµορραγεί οικονοµικά;
Στη συνέχεια ο Γρηγόρης Καλφέλης αναφέρει κι άλλα παραδείγματα αυτής της νοοτροπίας όπως το γεγονός ότι κάποιοι ιδιοκτήτες φαρμακαποθηκών προτιμούν-λόγω της μείωσης των τιμών στα φάρμακα-να τα πουλήσουν στο εξωτερικό με μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους δημιουργώντας έλλειψη φαρμάκων στην εγχώρια αγορά.
Μαζί με τους μεγαλογιατρούς,μεγαλοδικηγόρους που δεν δηλώνουν τίποτε στις φορολογικές τους δηλώσεις στερούν από το κράτος πολύτιμους πόρους ζώντας πλουσιοπάροχα στα ωραία προάστια των Αθηνών.
"Ετσι η φοροδιαφυγή ανέρχεται σήµερα στο τροµακτικό 14% του ΑΕΠ και επειδή η κυβέρνηση δεν µπορεί να τη συλλάβει στοιχειωδώς, κάνει απαράδεκτα επα νειληµµένες περικοπές στους µισθούς του δηµόσιου ή του ιδιωτικού τοµέα (και αυτό βυθίζει την Ελλάδα στη φτώχεια και τη δυστυχία),τονίζει ο Γρηγόρης Καλφέλης..
Κατά συνέπεια, δεν φταίνε µόνο οι διεφθαρµένοι πολιτικοί σημειώνει ο αρθρογράφος."Οι καταθέτες που βγάζουν τα λεφτά στο εξωτερικό και αυτοί που φοροδιαφεύγουν τηρούν την ίδια αξιοθρήνητη «αντιπατριωτική» στάση. Και είναι ανάγκη να ξανασκεφτούµε κάποτε τι σηµαίνει επιτέλους ή έννοια της πατρίδας"!
Θεόφιλος Δουμάνης / lifo.gr
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος ,στη διάρκεια του 2010 και ενόσω το δημόσιο ταμείο ζοριζόταν για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις πολλοί έλληνες έβγαζαν στις τράπεζες του Λιχτενστάιν πάνω από 22 δις ευρώ για να μην δικαιολογήσουν που βρήκαν αυτά τα λεφτά και για να μην φορολογηθούν.
Πού οφείλεται µια τέτοια ανάλγητη και ανθελληνική στάση? αναρωτιέται ο καθηγητής. Στο γεγονός,απαντά ο ίδιος, ότι "δυστυχώς σε αυτή τη χώρα είναι άγνωστη η φιλοσοφία του λεγόµενου «συνταγµατικού πατριωτισµού» (Verfassungspatriotismus)για να χρησιµοποιήσω τον περίφηµο όρο τουγερµανού φιλοσόφου Χάµπερµας".
"Τι σηµαίνει αυτό µε απλά λόγια; Να ζούµε κάθε µέρα τηρώντας τις επιταγές του Συντάγµατος, άρα εκπληρώνοντας τις βασικές υποχρεώσεις µας προς τo κράτος και κατά συνέπεια καταβάλλοντας και τους ανα λογούντες φόρους"!
∆ιαφορετικά, αυτή η συλλογικότητα που λέγεται πατρίδα δεν µπορεί ναεπιβιώσει.
Στη χώρα µας-συνεχίζει-, είτε γιατί δεν υπήρχε ποτέ εθνική αστική τάξη είτε γιατί µετά τον εµφύλιο πόλεµο ο πατριωτισµός ταυτίστηκε µε τα πιο συντηρητικά ιδεώδη (υποδούλωση στους Αµερικανούς κ.λπ.), ουδόλως εµπνευστήκαµε από αυτή τη µεγάλη ιδέα.
Και αυτό ακριβώς πληρώνουµε σήµερα. Γιατί οι φοροφυγάδες επιχειρηµατίες ή οι «πεινασµένοι» σοσιαλιστές που πλούτισαν παράνοµα επί ΠΑΣΟΚή οι δεξιοί παράγο ντες που καταλήστεψαν το κράτος την τελευταία πενταετία έχουν ένα κοινό ποιοτικό χαρακτηριστικό.
Η ευτυχία τους είναι συνυφασµένη µε την ατοµική υπαρξιακή καλοπέραση που βιώνε ται πολυτελώς στα θέρετρα της Ελβετίας ή αλλού και όχι µε την εξυπηρέτηση της πα τρίδας (Z. Bauman, «Ζωή για κατανάλωση»). Πώς αλλιώς µπορούµε να εξηγήσουµε τη στάση αυτών των ελλήνων (µε µικρό ε) που βγάζουν τις µεγάλες καταθέσεις τους στο εξωτερικό, ενώ ο τόπος µας αιµορραγεί οικονοµικά;
Στη συνέχεια ο Γρηγόρης Καλφέλης αναφέρει κι άλλα παραδείγματα αυτής της νοοτροπίας όπως το γεγονός ότι κάποιοι ιδιοκτήτες φαρμακαποθηκών προτιμούν-λόγω της μείωσης των τιμών στα φάρμακα-να τα πουλήσουν στο εξωτερικό με μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους δημιουργώντας έλλειψη φαρμάκων στην εγχώρια αγορά.
Μαζί με τους μεγαλογιατρούς,μεγαλοδικηγόρους που δεν δηλώνουν τίποτε στις φορολογικές τους δηλώσεις στερούν από το κράτος πολύτιμους πόρους ζώντας πλουσιοπάροχα στα ωραία προάστια των Αθηνών.
"Ετσι η φοροδιαφυγή ανέρχεται σήµερα στο τροµακτικό 14% του ΑΕΠ και επειδή η κυβέρνηση δεν µπορεί να τη συλλάβει στοιχειωδώς, κάνει απαράδεκτα επα νειληµµένες περικοπές στους µισθούς του δηµόσιου ή του ιδιωτικού τοµέα (και αυτό βυθίζει την Ελλάδα στη φτώχεια και τη δυστυχία),τονίζει ο Γρηγόρης Καλφέλης..
Κατά συνέπεια, δεν φταίνε µόνο οι διεφθαρµένοι πολιτικοί σημειώνει ο αρθρογράφος."Οι καταθέτες που βγάζουν τα λεφτά στο εξωτερικό και αυτοί που φοροδιαφεύγουν τηρούν την ίδια αξιοθρήνητη «αντιπατριωτική» στάση. Και είναι ανάγκη να ξανασκεφτούµε κάποτε τι σηµαίνει επιτέλους ή έννοια της πατρίδας"!
Θεόφιλος Δουμάνης / lifo.gr
ιστορια απο το νησι -σπιναλογκα
"οι τελευταιες λεξεις" ή letze worte στα γερμανικα,ειναι ο τιτλος της μικρου μηκους ταινιας του werner herzod.
γυριστηκε το 1968 στη σπιναλογκα.σε δυο ημερες.το φιλμ λεει την ιστορια του τελευταιου ανθρωπου που εφυγε απο το νησι.δια της βιας.του αντωνη παπαδακη ή αλλιως "καρεκλα".ηταν γνωστος και ως ο πιο επιδεξιος λυραρης του νησιου.
στο φιλμ καταγραφεται η αρνηση του να μιλα καθως και οι μαρτυριες των ανθρωπων που τον εβλεπαν και τον συναντουσαν το βραδυ ακουγοντας τη λυρα του.το μοναδικο τροπο εκφρασης που επελεξε.χαρακτηριστικος ειναι και ο τροπος που λενε τις ατακες καθως τις επαναλαμβανουν αρκετες φορες.
δεν λέω τίποτα... τελείωσα... έτσι γουστάρω... τελευταία μου λέξη...
γυριστηκε το 1968 στη σπιναλογκα.σε δυο ημερες.το φιλμ λεει την ιστορια του τελευταιου ανθρωπου που εφυγε απο το νησι.δια της βιας.του αντωνη παπαδακη ή αλλιως "καρεκλα".ηταν γνωστος και ως ο πιο επιδεξιος λυραρης του νησιου.
στο φιλμ καταγραφεται η αρνηση του να μιλα καθως και οι μαρτυριες των ανθρωπων που τον εβλεπαν και τον συναντουσαν το βραδυ ακουγοντας τη λυρα του.το μοναδικο τροπο εκφρασης που επελεξε.χαρακτηριστικος ειναι και ο τροπος που λενε τις ατακες καθως τις επαναλαμβανουν αρκετες φορες.
δεν λέω τίποτα... τελείωσα... έτσι γουστάρω... τελευταία μου λέξη...