"Προσωπικά, έχω την τύχη το έργο να είναι «το μωρό» του αδερφού μου, καθώς εκείνος ως αντιδήμαρχος Αρχιτεκτονικού, 10 χρόνια πριν, είχε παλέψει σκληρά...
... βγαίνω να πάω να χαζέψω ευτυχισμένα πρόσωπα στο «μωρό» του αδερφού μου."
02/12/2013
Οι θεσσαλονικείς οφείλουν το άγαλμα στην οικογένεια Ταχιάου για την προφορά στην πόλη ή ακόμα και τη μετονομασία της παραλιακής σε "ταχύ-ουάου πεζόδρομο".
Αλλο μαργαριτάρι.Αναλύει ο motorcycleboy
"Το έτος είναι 2012. Πρόσεξε –όχι 1962, όχι 1972, ούτε 1982 –αλλά 2012! Το άρθρο δεν είναι από την ΕΣΤΙΑ, δεν είναι από την ΑΚΡΟΠΟΛΗ, δεν είναι από εκπομπή κοινωνικού προβληματισμού της πρώιμης Πασοκικής κρατικής τηλεόρασης με τη Σεμίνα Διγενή! Είναι από μια σελίδα που πλασάρεται σαν προοδευτική, ανοιχτόμυαλη, μια σελίδα που φιλοξενεί «ιστορίες για να σκεφτόμαστε διαφορετικά» -το protagon.gr Η ποιήτρια του άρθρου ονομάζεται Χριστίνα Ταχιάου (ταχύ άου!)
Η ποιήτρια διηγείται με γλαφυρό τρόπο μια ιστορία η οποία θα είχε όλα τα φόντα να γυριστεί ταινία από τον Δαλιανίδη –αν ο συχωρεμένος δεν μας είχε αφήσει χρόνους. Τουτέστιν, την επισκέπτεται ένα πρωινό, όχι «η Παναγιά μου» αλλά μια φίλη της φοιτήτρια, εικοσάρα, γκομενάρα και ημιαπασχολούμενη. Ας δώσουμε τον ρόλο στη ενζενί (του ’80) Σοφία Αλιμπέρτη –έτσι για να το προσωποποιήσουμε κάπως το ζήτημα. Η φοιτήτρια έρχεται από μια νύχτα κραιπάλης και ανομολόγητων οργίων –από ένα πάρτυ με μπάφους δηλαδή! Γράφει η ποιήτρια Ταχιάου (λέω να δώσουμε τον ρόλο της στην Κούλα Αγαγιώτου που ειδικευόταν σε τέτοιες ερμηνείες):
«Ήξερα ότι ήθελε σχόλιο για το «πάρτι μετους μπάφους». Της ζήτησα λίγο περισσότερες λεπτομέρειες και σύντομα μου είπε κάτι ανατριχιαστικό: ότι σχεδόν όλοι όσοι κάνει παρέα έχουν πάρε δώσε, μικρό ή μεγάλο, με χασίς.»
Η συγκεκριμένη αποστροφή μού θύμισε στίχους του Καββαδία: «Εγώ γλυκά τού χάριζα και λάμες ξυραφιών/ και του ΄λεγα πως το χασίς τον άνθρωπο σκοτώνει». Λόγω της ανατριχίλας –κατάλαβες; Δηλαδή, σε μια χώρα που οδεύει γοργά προς
έναν φασισμό Μεταξικού τύπου, σε μια χώρα στην οποία η κλοπή τού ΦΠΑ (η κλοπή στον διπλανό μας δηλαδή) θεωρείται επαναστατική πράξη, σε μια χώρα που έχει τα μεγαλύτερα ποσοστά καπνιστών στην Ευρώπη, σε μια χώρα όπου η φαρμακολαγνεία είναι η επίσημη θρησκεία –σε αυτή τη χώρα η κυρία Ταχιάου ανατριχιάζει επειδή κάποιοι συμπολίτες μας φουμάρουν το τσιγαράκι τους το πονηρόν χωρίς να ενοχλούν κανέναν! Κι ανατριχιάζει τόσο πολύ ώστε το κάνει ολόκληρο άρθρο σε «προοδευτική» ιστοσελίδα!
«Ξαναγυρίζω στην ιστορία της φίλης μου. Είχε την αγωνία μήπως γίνει «χασικλού». Τον τελευταίο καιρό ένιωθε ότι άρχισε να αποζητά από μόνη της το χασίς, ότι δεν περίμενε να βγάλει ο άλλος, η ίδια το πρότεινε. Αναρωτήθηκε αν στο μέλλον νιώσει την ανάγκη να περάσει σε πιο «σκληρά» πράγματα.»
Ξαναθυμάμαι τις παπαριές που μας λέγανε όταν ήμασταν πιτσιρικάδες (στις εκπομπές της κρατικής με τη Σεμίνα, στις ταινίες του Δαλιανίδη κλπ). Αν καπνίσεις μαύρο θα γίνεις ναρκομανής! Θα αρρωστήσεις, θα πεθάνεις! Θα καταντήσεις πρεζάκιας επειδή σε λίγο δεν θα σου αρκεί το μαύρο για να φτιαχτείς –θα θέλεις κάτι δυνατότερο! Η αλήθεια βέβαια είναι οτι ο ανθρώπινος οργανισμός, εθίζεται στο χασίς, τη μαριχουάνα και τα σχετικά καπνίσιμα όσο ακριβώς εθίζεται και στο απλό τσιγάρο. Με τη διαφορά οτι δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα άνθρωπος να φουμάρει 35 ή 40 τσιγαριλίκια τη μέρα! Άρα ο εθισμός είναι πολύ πιο αργός (σε σχέση με αυτόν του τσιγάρου) έως και αμελητέος. Άσε που, όπως γνωρίζει ο κάθε κανονικός καπνιστής, το πρόβλημα στο να σταματήσεις το κάπνισμα δεν είναι τόσο οργανικό όσο ψυχολογικό. Κι εδώ ακριβώς είναι το θέμα με τα ελαφρά ναρκωτικά, που λέμε. Καπνίζονται για λόγους κοινωνικοποίησης, ο (ας τον πούμε) εθισμός σχετίζεται με τις παρέες μας.
Όμως, ας δεχτούμε οτι κάποιος κολλάει στη φούντα (δεν έχω δει κανέναν μέχρι σήμερα αλλά ας το δεχτούμε σαν υπόθεση εργασίας) επειδή θεωρεί οτι του καλύπτει ψυχολογικές ανασφάλειες. Πού είναι το πρόβλημα; Στη φούντα ή στις ανασφάλειες; Ας πούμε οτι ο ψυχολογικά ανασφαλής τις κόβει τις φούντες αλλά οι ανασφάλειες παραμένουν –δεν θα ψάξει να καλύψει τις ανασφάλειές του από αλλού; Από πού; Από το ποτό ίσως; Μέσω της ένταξής του σε μια κοινωνική ομάδα η οποία «σκέφτεται πριν από αυτόν, γι΄αυτόν» και αναλόγως τον κατευθύνει; Τέτοιες ομάδες είναι η εκκλησία ή οι συγκεντρωτικές οργανώσεις οι οποίες κατέχουν την «απόλυτη αλήθεια» (όπως η Χρυσή Αυγή). Κι αν είναι έτσι, τότε ας κάνουμε την αξιολόγηση: χασικλής ή φασίστας ή/και θρησκόληπτος; Δώσε μόνος σου την απάντηση.
Κι αυτή η ανάγκη να περάσει ο χρήστης μαλακών ναρκωτικών στα σκληρά, συγνώμη, αλλά δεν προκύπτει από τη φύση των μαλακών ναρκωτικών. Άντε –να συνηθίσεις τη φούντα και να θέλεις ένα τρίφυλλο από μόνος σου για να την ακούσεις, όταν παλιότερα γινόσουν με μια τζούρα! Ε και λοιπόν; Φούμαρες, έγινες, τέλειωσε η υπόθεση.
Κι όλοι αυτοί που ξεκίνησαν από φούντα κι έπεσαν μετά στην πρέζα; θα αναρωτηθείς. Υπάρχουν τέτοιοι, πολλοί –δεν θα διαφωνήσω. Αλλά δεν οδηγήθηκαν στην πρέζα επειδή τα μαλακά ναρκωτικά δεν τους έφτιαχναν πια –πήραν πρέζα επειδή πλέον δεν έβρισκαν φούντα. Και πώς να βρουν; Έλα λίγο στη θέση των ντήλερς που πάνε να σπρώξουν μαλακά ναρκωτικά τα οποία δεν είναι εθιστικά (άρα δεν τους εξασφαλίζουν στάνταρ πελατεία), δεν αφήνουν μεγάλο κέρδος (γιατί νοθεύονται δύσκολα) και επισύρουν τις ίδιες ποινές φυλάκισης με τα σκληρά ναρκωτικά! Έμποροι είναι οι άνθρωποι, επιχειρηματίες! Τι θα προτιμήσουν να πλασάρουν στην αγορά; Μαλακά ή σκληρά; Η ερώτηση απευθύνεται ΚΑΙ στα κόμματα της Βουλής (Ν.Δ., Κ.Κ.Ε., φασίστες πάσης φύσεως) τα οποία καταψήφισαν το νόμο που είχε κατεβάσει το ΠΑΣΟΚ περί αποποινικοποίησης της χρήσης και διαχωρισμού των ναρκωτικών. Και η ερώτηση απευθύνεται σε όλους τους κρετίνους που αντιμετώπισαν εκείνο το νόμο σκωπτικά –σε στυλ «το ΠΑΣΟΚ θέλει να μάς μαστουρώσει για να μην καταλαβαίνουμε τις μαλακίες του». Έτσι ε;
«Προσπάθησα να καταλάβω τι της αρέσει, σε ποιο βαθμό και με ποιον τρόπο την «ελέγχει» το χασίς. Μου έκανε λόγο για τη χαλάρωση που νιώθει και το μυαλό που τρέχει ελεύθερα. Της γύρισα τη συζήτηση στην αλλαγή συμπεριφοράς, τόσο τη δική της όσο και γνωστών της που «πίνουν». Τα παραδέχτηκε. Της μίλησα για αστάθεια στη συμπεριφορά από παραδείγματα από το δικό μου περιβάλλον και κατάλαβε τι εννοώ. Της πρότεινα άλλους τρόπους για να κάνει το μυαλό της να ξεφεύγει. Παραδέχτηκε ότι την ενοχλεί το θέαμα των κατεβασμένων ματιών και το κάψιμο στο λαιμό. ‘Αλλά βαριέμαι ρε Χριστίνα, δενξέρω τι να κάνω, δεν έχω κίνητρο...’»
Εδώ η ποιήτρια Ταχιάουουουου κεντάει σεμεδάκι της δεκαετίας του ’80 (και βγάλε!) Όντως, το χασίς σε «ελέγχει»! Μετά τη χρήση σε ωθεί στο να ψάχνεις μανιωδώς για σιροπιαστά γλυκά και καταστρέφει τη δίαιτα ολίγων θερμίδων την οποία ακολουθείς με θρησκευτική ευλάβεια! Όντως, χαλαρώνεις με το χασίς –αλλά και με το χέσιμο χαλαρώνεις (άσε που μπορεί αυτά τα δυο να συνδέονται, επειδή η χρήση μαλακών ναρκωτικών καταπολεμά τη δυσκοιλιότητα)! Όντως το μυαλό σου τρέχει ελεύθερα αν είσαι τόσο κομπλεξικός ώστε να χρειάζεσαι τη δικαιολογία του μειωμένου καταλογισμού προκειμένου να απαλλαγείς από τις αναστολές σου (το ίδιο κάνανε και κάποιες γκόμενες που θυμάμαι παλιότερα, οι οποίες το παίζανε μεθυσμένες για να μην τις περάσουμε για εύκολες)!
Όμως αυτή η «αλλαγή συμπεριφοράς» με μπέρδεψε κάπως –τι εννοεί ακριβώς η ποιήτρια; Οτι ένα αγχωτικό άτομο χαλαρώνει και συμπεριφέρεται πιο άνετα; Αν ναι –αυτό δεν είναι κακό, μάλλον υπέρ του χασίς πρέπει να μετρήσει. Και η «αστάθεια»; Τι είναι πάλι τούτο; Και τι προσωπικά βιώματα έχει η ποιήτρια; Έτυχε να συναναστραφεί με κάποιο άτομο το οποίο ήταν τη μια στιγμή χαρούμενο και την επόμενη κατηφές; Τη μια φιλικό και την άλλη έριχνε μπουνιές άνευ λόγου; Τι συνέβη στη γλυκιά Ταχιάου –γιατί μας κρατάει σε αγωνία; Επειδή κι εγώ είμαι έτσι –τη μια χαρούμενος την άλλη κατσούφης, τη μια φιλικός και την αμέσως επόμενη έτοιμος να παίξω ξύλο. Αλλά δεν καπνίζω χασίς όταν μου συμβαίνουν κάτι τέτοια –απλώς οδηγώ αυτοκίνητο από και προς τη δουλειά μου. Τι σου λέει αυτό;
Και η κοπελίτσα, φοιτήτρια, Σοφία Αλιμπέρτη –θεά ρε παιδί μου! Τι την ενοχλεί στην όλη υπόθεση; Η βλεφαρόπτωση και το τσούξιμο στο λαιμό! Κι εμένα δεν μπορώ να πω –παρόμοια πράγματα με ενοχλούν όταν τρώω καυτερά: το τσούξιμο και το κάψιμο! Να μην επεκταθώ όμως, γιατί μπορεί να το δει κανένας φωστήρας και να βγάλει απαγόρευση για τα μπουρίτο!
Και γιατί καπνίζει τα χασίσια; Επειδή «βαριέται, δεν ξέρει τι να κάνει, δεν έχει κίνητρο»! Εντάξει, άποψή της κι ως τέτοια είναι δεκτή. Αλλά δεν μπορώ να διακρίνω κάτι αρνητικό στην όλη υπόθεση, το οποίο να σχετίζεται με το χασίς! Θέλεις να πούμε οτι η σημερινή κοινωνία αδρανοποιεί τους νέους; Θέλεις να δεχτούμε οτι τους στερεί το οποιοδήποτε κίνητρο για δράση; Μέσα! Το χασίς τι φταίει στην όλη υπόθεση; Αν σταματήσει να καπνίζει θα βρει, ως δια μαγείας, κίνητρα στη ζωή της;
Δεν γουστάρεις που φουμάρει; Δώστης κίνητρα κυρα-κοινωνία και κυρα-Ταχιάου μου! Όσο όμως αυτά δεν υπάρχουν, άστη την έρμη να φουντώνει το τσιγαριλίκι της μπας και καταπολεμήσει τη βαρεμάρα της! Και πες κι ένα «ευτυχώς που υπάρχει η φούντα γιατί αλλιώς το κοριτσάκι θα το έριχνε στα μεσημεριανάδικα ή θα γραφόταν στη Χρυσή Αυγή!» Όχι δηλαδή, να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους!
«Είπαμε αρκετά επάνω στο ζήτημα. Τις επόμενες μέρες «ήπιε» πολύ λίγο, κι αυτό επειδή έτυχε. Για καλή της τύχη, μια από αυτές τις μέρες ένιωσε μια έντονη αδιαθεσία, πήγε στο γιατρό, εκείνος τη ρώτησε στα ίσια αν είχε καπνίσει μπάφο, το παραδέχτηκε, ο γιατρός την τρόμαξε,οπότε το πήρε απόφαση ότι μόνο προβλήματα θα της δημιουργεί.»
Εδώ έχουμε το Χάπι (Αρντάν) Εντ της πονεμένης ιστορίας της γλυκιάς φοιτήτριας! Την οποία νουθέτησε κατάλληλα η σοφή Ταχιάου κι έτσι το περιόρισε το μαύρο στα εντελώς απαραίτητα τσιγάρα! Σα να μην έφτανε αυτό, «είχε την τύχη να νιώσει μια έντονη αδιαθεσία τις επόμενες μέρες»! Φαντάσου δηλαδή να πάθαινε κάνα έμφραγμα η κοπέλα –θα μιλάγαμε για Τζακ Ποτ!
Και πήγε στον γιατρό ο οποίος «τη ρώτησε στα ίσα αν έχει καπνίσει μπάφο»! Ρε, τι γιατρός είναι αυτός που καταλαβαίνει τους χρήστες μαλακών ναρκωτικών; Μάγος; Σαμάνος; Κι από που την κατάλαβε ο γάτος; Μαστουρωμένη πήγε η κοπέλα; Επειδή αλλιώς δεν φαίνεται –επιστημονικά αποδειγμένο είναι αυτό! Αμ το άλλο; «Την τρόμαξε», λέει ο δόκτορας! Πώς δηλαδή; Κρύφτηκε σε καμιά ντουλάπα και πετάχτηκε μπροστά της στα ξαφνικά; Ή της αράδιασε παραμύθια σε στυλ «το χασίς σκοτώνει, δεν θα μπορείς να κάνεις παιδιά, θα σου πέσουν τα βυζιά άμα καπνίζεις» και άλλα τέτοια; Και τι είδους ιατρική είναι αυτή όπου ο επιστήμονας «τρομάζει» τον ασθενή χρησιμοποιώντας ψέματα ή, έστω, τερατολογώντας; Άμα πάω δηλαδή εγώ στον συνεργειά μου για ν΄αλλάξω μπουζί (όχι εγώ –το αυτοκίνητο) και μου πει οτι πρέπει να το πηγαίνω αυστηρά στις μεσαίες στροφές για να μην ανατιναχτεί το αμάξι δεν θα τον θεωρήσω αλμπάνη;
«Μιλώντας και μ’ ένα φίλο που έχει γιο σε αυτή την ηλικία και μιλάει ανοιχτά μαζί του, μου είπε ότι 8 στους 10 φίλους τουγιου του καπνίζουν μπάφους. Σε σπίτια, σε πάρκα, στην παραλία, σε αυτοκίνητα, όπου βρουν τέλος πάντων. Από ανία; Από μόδα; Από μιμητισμό; Από ανάγκη αποδοχής στην παρέα; Από έλλειψη κινήτρου; Από μοναξιά; Μου επιβεβαίωσε, επίσης, ότι όταν εμείς ήμασταν 20χρονοι, αυτοί που είχαν πάρε δώσε με ναρκωτικά ήταν η εξαίρεση. Κυκλοφορούσαμε, βγαίναμε στη νύχτα, πολλοί δούλευαν στη νύχτα αλλά ελάχιστοι ήταν μπλεγμένοι κι ελάχιστοι είχαν διάθεση να τους μιμηθούν».
Εδώ ρίχνει και τον απαραίτητο κοινωνικό σχολιασμό η ποιήτρια –όχι που θα της γλίτωνε! Παντού καπνίζουν μπάφους λοιπόν –το είπε ο φίλος της Ταχιάου που έχει γιο σε νεαρή ηλικία! Άμα το είπε κάποιος τόσο έγκριτος άνθρωπος θα το δεχτώ –ποιος είμαι εγώ να του πάω κόντρα; Βέβαια, διακρίνω στην παραπάνω παράγραφο τον ανυπόκριτο σεβασμό του γονέα προς το παιδί και τους φίλους του από την πιθανολόγηση των αιτιών που τους οδήγησαν στη φούντα. «Ανία, μόδα, μιμητισμός, ανάγκη αποδοχής, έλλειψη κινήτρου...» Δηλαδή, αυτά τα παιδιά είναι ηλίθια πιθήκια –δεν έχουν δική τους βούληση! Αποκλείεται να καπνίζουν επειδή τους αρέσει, επειδή αποφάσισαν οτι έτσι περνάνε καλά! Καθότι τα παιδιά δεν έχουν προσωπικότητα, δεν είναι ικανά να επιλέξουν –το περισσότερο που μπορούν είναι να πέσουν θύματα! Υπόδειγμα γονέα ο φίλος της Ταχιάου!
Ο οποίος, ως παντογνώστης που είναι, της επιβεβαιώνει κιόλας οτι στα νιάτα τους η χρήση ναρκωτικών ήταν η εξαίρεση! Για πότε μιλάει άραγε; Για τη δεκαετία του ’70; Ή για το ’80; Αλλιώς τα θυμάμαι εγώ –αλλά βέβαια δεν είμαι και τόσο έγκυρος το ξανάπα! Θυμάμαι, ας πούμε, τους νεκρούς από πρέζα, θυμάμαι τα ταξίδια στο Άμστερνταμ με το Μάτζικ Μπας, θυμάμαι την ναρκοκουλτούρα να είναι κυρίαρχη μεταξύ όσων άκουγαν ροκ μουσική, θυμάμαι την «Ανατριχίλα» των Πελόμα Μποκιού, θυμάμαι την «Η» του Σιδηρόπουλου, θυμάμαι τον Τσιτσάνη, θυμάμαι το χόρτο να κυκλοφορεί παντού –ε, δεν τα λες όλα αυτά εξαίρεση! Εξαίρεση τα έλεγε η χούντα η οποία κυνήγαγε τους μαλλιάδες και ο Μεταξάς που κυνήγαγε τους ρεμπέτες. Εντάξει, υπήρχαν και τα «καλά παιδιά» που διάβαζαν για να μπουν στην Ιατρική, υπήρχαν οι θεούσες, υπήρχαν τα εργατόπαιδα (ψέματα –δεν υπήρχαν -αποτελούσαν εφεύρημα της ΚΝΕ, δανεικό από τις ταινίες της ΚΛΑΚ ΦΙΛΜΣ με τον Ξανθόπουλο)... Αλλά τα ναρκωτικά (ιδιαίτερα τα μαλακά) ήταν και τότε ευρύτατα διαδεδομένα. Κυκλοφορούν πλέον περισσότερο; Να το δεχτώ. Αλλά μέχρι εκεί –όχι και εξαίρεση τα ναρκωτικά το ’70 ή το ’80!
«Η αποποινικοποίηση της χρήσης σε ιδιωτικό χώρο, όπως προβλέπεται στο νομοσχέδιο, είναι ένα βήμα. Μένει να το δούμε να γίνεται...»
Το παραπάνω απόσπασμα είναι η καταληκτική φράση του άρθρου της Ταχιάου και το αντιγράφω καθαρά για λόγους αστεϊσμού. Δεν μπορώ να δω διαφορετικά ένα άρθρο που λυσσάει να αποδείξει το πόσο κακό κάνουν τα μαλακά ναρκωτικά και καταλήγει στο οτι «η αποποινικοποίηση είναι ένα βήμα»! Τι βήμα δηλαδή –προς το γκρεμό;
Μου θυμίζει κάτι γονικές νουθεσίες του τύπου: «πρόσεξε γιατί το προγαμιαίο σεξ είναι επικίνδυνο, θα κολλήσεις έιτζ, θα προκύψει εγκυμοσύνη, το πιο πιθανό είναι κιόλας να σαπίσουν τα γεννητικά σου όργανα μετά την πράξη –αλλά όπως και να το κάνουμε, το σεξ είναι ένα βήμα...»
Αναρωτιέμαι λοιπόν, σε ποιους απευθύνεται η κυρία Ταχιάου; Αναρωτιέμαι βέβαια εντελώς ρητορικά, εξ ου και θα ρητορεύσω:
Απευθύνεται στους λάτρεις της δικτατορίας και του βούρδουλα που πλέον δεν ντρέπονται να διακηρύξουν ανοιχτά τον φασισμό τους. Απευθύνεται στους σκοταδιστές τού «Πατρίς –Θρησκεία –Οικογένεια». Απευθύνεται σε όσους πιστεύουν οτι «πάντα οι άλλοι φταίνε κι εμείς πάντα καλά τα κάνουμε». Απευθύνεται σ΄αυτούς που μονίμως φοβούνται οτι υπάρχει μια διεθνής συνωμοσία εκεί έξω, κυκλοφορούν άνθρωποι κακοί που ψάχνουν πώς να διαφθείρουν τα βλαστάρια τους, πώς θα τα παρασύρουν στην ακολασία και την απώλεια. Απευθύνεται σε ημιμαθείς οι οποίοι αντικαθιστούν πρόθυμα την άγνοιά τους με μια διαστρεβλωμένη (αλλά βολική) δήθεν γνώση.
Κι αυτό φαίνεται αν διαβάσεις τα σχόλια κάτω από το άρθρο –τόσα ζόμπι βγαλμένα από τις κλαψομούνικες ταινίες του αθάνατου ελληνικού κινηματογράφου, είχα χρόνια να συναντήσω! Και τόση μελαγχολία είχα χρόνια να νιώσω –νόμιζα βλέπεις, ο ηλίθιος, οτι είχαμε ξεμπερδέψει με τους σκοταδολάγνους, οτι μεγαλώνοντας εμείς, τους είχαμε αφήσει πίσω στα γηροκομεία ή μπροστά στις ανοιχτές τηλεοράσεις με έρπουσα μαλάκυνση εγκεφάλου. Πού βρέθηκαν όλοι αυτοί ξανά; Από πού ξεφύτρωσαν ρε παιδί μου; Και τελικά, γιατί προχωράμε μόνο προς τα πίσω σ΄αυτή τη χώρα; Αν δεν μπορούμε να πάμε μπροστά, ας μείνουμε τουλάχιστον στάσιμοι –είναι κι αυτό κάποια εξέλιξη νομίζω...
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου