Δεν έχει καταρρεύσει σε υπερπληθωρισμό. Δεν έχει εξέλθει από έξωθεν επιβεβλημένο κομμουνισμό, όπως η Πολωνία πριν από 20 χρόνια. Η Ελλάδα είχε υπερβολικό δανεισμό και υπερβολικές δαπάνες και μετά υπέπεσε σε λογιστικές ατασθαλίες, ενώ βρέθηκε και αντιμέτωπη με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κατάρρευση του 2008. Τώρα η χώρα πρέπει να προσαρμοστεί, αν αυτή η προσαρμογή είναι λογική και αξιοπρεπής, όχι θανατηφόρος για την οικονομία.
Πολλοί, οι οποίοι θεωρούν αναπόφευκτη τη χρεοκοπία, πιστεύουν ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπληρώσει τα βουνά από χρέη. Ίσως αποδειχτεί ότι έχουν δίκιο, αλλά είναι πολύ νωρίς να μιλάμε ή να κινούμαστε με βάση αυτήν την προαίσθηση. Ισχυρίζονται ότι το δημόσιο χρέος που οφείλεται στους ξένους πιστωτές είναι περί το 120% του εθνικού εισοδήματος, οπότε η εξυπηρέτηση του χρέους θα τσακίσει την οικονομία και, αργά ή γρήγορα, θα αποδειχτεί πολιτικά αφόρητη. Με τα επιτόκια στα ελληνικά ομόλογα να αναμένεται να παραμείνουν πάνω από το 6% στο σύνηθες σενάριο που προωθούν το ΔΝΤ και η Ε.Ε., η εξυπηρέτηση των τόκων προς τους ξένους πιστωτές θα παραμείνει υψηλότερα από το 6% του δημοσίου χρέους τα επόμενα χρόνια. Και αυτό είναι πράγματι αφόρητο μέγεθος, οικονομικά και πολιτικά.
Ευτυχώς, αυτή η δυσοίωνη πρόβλεψη δεν είναι απαραίτητα ορθή. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να πληρώσει ούτε κατά προσέγγιση αυτά τα ποσά, αν γίνει καλύτερος χειρισμός της κρίσης από εδώ και πέρα.
Και ιδού το πώς...
Το ΔΝΤ και Ε.Ε. κάνουν τις εκτιμήσεις τους με βάση την ιδέα ότι η Ελλάδα θα πληρώνει επιτόκιο υψηλότερο από αυτό της αγοράς, που περιλαμβάνει σημαντικό premium λόγω του κινδύνου χρεοστασίου. Το προφανές πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι καλείται να αυτοεκπληρώσει την προφητεία της. Τα υψηλά επιτόκια θα οδηγήσουν σε αφόρητο χρέος και σε πορεία προς τη χρεοκοπία, η οποία με τη σειρά της θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε υψηλότερα επιτόκια.
Η καλύτερη στρατηγική είναι να πέσει κάθετα το ελληνικό επιτόκιο, σε συνδυασμό με ένα εναλλακτικό σενάριο στο οποίο η Ελλάδα θα είναι σε θέση να εξυπηρετήσει το χρέος της, γιατί η εξυπηρέτηση θα είναι συντηρητική, σταδιακή και με τη στήριξη της ανανεωμένης οικονομικής ανάκαμψης.
Ας υποθέσουμε ότι, αντί για δυσθεώρητα επιτόκια, η Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της με το γερμανικό κόστος δανεισμού, δηλαδή περίπου 3,5% στο 10ετές τον χρόνο. Με ετήσιο πληθωρισμό στην ευρωζώνη 1,5%, το πραγματικό επιτόκιο θα είναι 2% ή και χαμηλότερο.
Η Ελλάδα θα μπορέσει να επανακτήσει ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης περί το 3% και στη συνέχεια η Ελλάδα θα μπορέσει να εξυπηρετήσει το χρέος της και να μειώσει τον συντελεστή επί του ΑΕΠ από το 120% στο 70% μέσα σε 20ετή περίοδο, ενώ παράλληλα θα καταφέρει να διατηρήσει καθαρές μεταβιβάσεις πόρων στους ξένους πιστωτές στο 2% του ΑΕΠ ετησίως.
Αυτά τα χαμηλά επιτόκια θα πρέπει να δημιουργηθούν μέσω πανευρωπαϊκών εγγυήσεων στην εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους. Η Ελλάδα θα μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της με γερμανικούς και γαλλικούς όρους δανεισμού, καθώς αυτές οι χώρες και η υπόλοιπη ευρωζώνη θα στηρίζουν την εξυπηρέτηση. Η Γερμανίδα καγκελάριος κ. Angela Merkel μέχρι στιγμής αντιστέκεται σε αυτήν τη λύση, ενώ ο κ. Axel Weber, πρώην επικεφαλής της Bundesbank, πρόσφατα άφησε να εννοηθεί ότι μπορεί να υπάρξει μια τέτοια προσέγγιση.
Η κ. Merkel φοβάται να φορτωθεί μια διάσωση της Ελλάδας και των τραπεζών της από τους φορολογουμένους. Αυτή η ανησυχία είναι υπερβολική, τουλάχιστον συγκριτικά με τους πολύ μεγαλύτερους φόβους που συνοδεύουν μια άτακτη χρεοκοπία. Οι φορολογούμενοι Γερμανοί θα πληρώσουν πολύ περισσότερα σε μια τέτοια περίπτωση, ενώ δεν θα πληρώσουν τίποτα για τις εγγυήσεις, αν η Ελλάδα καταφέρει να εξυπηρετήσει το χρέος της σε 20ετή περίοδο με κλειδωμένα επιτόκια.
Υπάρχει επίσης μια αποτελεσματική μέθοδος για να αντιμετωπιστεί το βαρύ πολιτικό βάρος μιας ευρωπαϊκής εγγύησης του ελληνικού χρέους. Η Ε.Ε. κινείται προς νέους φόρους στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, ίσως στους ισολογισμούς ή στις συναλλαγές. Αυτοί οι φόροι μπορούν να στηρίξουν τις εγγυήσεις της εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους.
Η δημιουργία ενός ταμείου εγγυήσεων στην ΕΚΤ, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση χρεοστασίου, μπορεί να είναι μια επιλογή. Έτσι, θα υπάρξει τριπλό κέρδος: η Ελλάδα θα ξεχρεώσει σε χαμηλά επιτόκια, η ευρωζώνη θα επιβιώσει και ο τραπεζικός κλάδος (δηλαδή οι εύποροι μέτοχοι και οι μεγάλοι επενδυτές, ουσιαστικά) θα κερδίσει από αυτά τα δύο.
Στην καλύτερη περίπτωση, όλοι θα είναι κερδισμένοι. Η Ελλάδα θα διαψεύσει τους απαισιόδοξους, αποπληρώνοντας τα χρέη της σε 20 χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι οι απαισιόδοξοι κάνουν μόνο υποθέσεις. Μια σταδιακή αποπληρωμή με χαμηλά επιτόκια αξίζει να δοκιμαστεί. Στη χειρότερη περίπτωση, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει απέναντι στους Ευρωπαίους εγγυητές της, χωρίς να προκαλέσει τραπεζικό πανικό ή κατάρρευση του ευρώ.
Βέβαια, μια καίρια προϋπόθεση για να αποδώσει το σενάριο είναι η χώρα να ανακτήσει την οικονομική της ανάπτυξη, ενώ παραμένει στο ευρώ. Και υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Μάλιστα, η Ελλάδα έχει ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες προοπτικές.
Η Ελλάδα έχει τεράστιες δυνατότητες εξαγωγής ηλιακής και αιολικής ενέργειας στην ενεργειακά πεινασμένη βόρεια Ευρώπη. Η Ελλάδα προσφέρει έναν εξαιρετικό μεταγωγικό σταθμό στο εμπόριο Ευρώπης - Ασίας. Οι νεαροί Έλληνες μηχανικοί λογισμικών διακρίνονται σε τεχνολογίες πληροφορικής. Και, βέβαια, η Ελλάδα παραμένει ένας από τους πιο ένδοξους προορισμούς στον κόσμο για τουρισμό, εξερευνήσεις και αφουγκρασμό της ανθρώπινης φύσης. Με λίγη τύχη, η Ελλάδα στο μέλλον θα αφουγκράζεται το πώς σφήνωσε στα στενά στις αρχές του 21ου αιώνα και τιμήθηκε και αμείφθηκε για τους κόπους της.
*Jeffrey Sachs*
Ο αρθρογράφος είναι διευθυντής του Earth Institute στο Columbia University.
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου