Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Σκατζόχοιροι και βούρτσες το ίδιο!

Το Νοέμβρη του 1973 φοιτητές  από όλες τις σχολές και εργαζόμενοι κλείστηκαν στο κτίριο του Πολυτεχνείου διαδηλώνοντας κατά της φασιστικής χούντας. Κοντά τους χιλιάδες πολίτες.  Όσοι πήραν μέρος  στις δύο αυτές μεγάλες αντιφασιστικές κινητοποιήσεις ήξεραν πολύ καλά ότι έβαζαν το κεφάλι τους στον ντορβά. Η χούντα χτύπησε, με πολλούς νεκρούς με συλλήψεις, βασανιστήρια, φυλακίσεις.
Γιατί η χούντα δεν ήταν…. Κυβέρνηση!
Ήταν Χούντα.
Ήταν Δικτατορία.
Φασιστική δικτατορία που βασάνισε και δολοφόνησε ανθρώπους, εξόρισε άλλους,  τιμώρησε με φυλάκιση τις πολιτικές απόψεις,  απαγόρευσε τα κόμματα, την ελεύθερη πληροφόρηση, την ελεύθερη έρευνα, την ακαδημαϊκή γνώση, την τέχνη, τη Δημοκρατία, τα Ανθρώπινα και τα Ατομικά δικαιώματα.
Οι φοιτητές τότε έκαναν ΚΑΤΑΛΗΨΗ για να ανατραπεί η χούντα.
Μια πράξη νόμιμη αφού η χούντα είχε καταργήσει τον νόμο και δεν είχε καμία νομιμοποίηση με τον τρόπο που αυτή γίνεται στον δυτικό κόσμο από την εποχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
Το φωνάξαμε στους δρόμους: Ένα-ένα τέσσερα!
Η χούντα έπεσε. Όχι με τις φωνές μας. Με το αίμα που έβαψε τα χέρια της.
Αλλά η απλή αλήθεια ότι, όταν η εξουσία έχει νομιμοποιηθεί από τους πολίτες με τον τρόπο που είναι κοινά συμφωνημένος γίνεται αυτόματα ο μοναδικός αυθεντικός κριτής του τι είναι νόμιμο και τι παράνομο, καταπλακώθηκε από τα ρηχά αντιφασιστικά συναισθήματα της πρώιμης μεταπολίτευσης.
Η ορμητική είσοδος νέων κοινωνικών στρωμάτων που για δεκαετίες ήταν (και αισθάνονταν) αποκλεισμένα λόγω της εμφυλιοπολεμικής πολιτικής στεγανότητας και της οικονομικής υπανάπτυξης της κοινωνίας, ουδέποτε συνοδεύτηκε από την πολιτική τους διαπαιδαγώγηση στο αξιακό σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Ήταν σαν να είχαμε ξεχάσει πως για να προκόψει οτιδήποτε νέο στη φύση και στις κοινωνίες χρειάζεται γερές ρίζες.
Και οι ρίζες μπορούσαν να δημιουργηθούν μόνο
στα σχολεία μας. Τόσο απλά. Δίπλα στην εκπαίδευση δεν υπήρξε  παιδεία. Η πρώτη μας μάθαινε να συντηρούμε τον εαυτό μας (να τρώμε!).
Η δεύτερη θα μας μάθαινε να μην τρώμε μέχρι σκασμού και ίσως  να μοιραζόμαστε το φαγητό μας με αυτόν που δεν έχει.
Στην πολιτική της εκδοχή η απλούστευση αυτή θα σήμαινε ότι οι μαθηματικές συναρτήσεις αποκτούν αξία όταν στο μυαλό του μαθητή «συναρτηθούν» με την υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών και του δικαίου. Αλλιώς δημιουργούν αμόρφωτους υψηλής ειδίκευσης.
Οι γενιές των μαθητών της μεταπολίτευσης δεν γνώρισαν ποτέ το δίκαιο. Στη θέση του γνωρίστηκαν και εξοικειώθηκαν με πολλά διαφορετικά «δίκια» που κάθε ένα ήθελε να κυριαρχήσει πάνω στα άλλα.
Το δίκιο του «εργάτη» να κάνει κατάληψη σε λιμάνια, δρόμους, αρχαιολογικούς χώρους.
Το δίκιο του «αγρότη» να κάνει κατάληψη στο εθνικό οδικό δίκτυο.
Το δίκιο του «φοιτητή» να κάνει κατάληψη στη σχολή, χτίζοντας άμα λάχει και κανα- δυό γραφεία καθηγητών.
Το δίκιο του «γιατρού» να κάνει κατάληψη στα νοσοκομεία, στέλνοντας πελατεία στο ιδιωτικό θεραπευτήριο με το αζημίωτο.
Το δίκιο του «καθηγητή» να κάνει κατάληψη στα σχολεία κλείνοντάς τα επ’ αόριστον για να έχει μεγαλύτερη άνεση στα μαύρα ιδιαίτερα. Γιατί όχι λοιπόν και το δίκιο του «μαθητή» που την έχει ακούσει με «όλους αυτούς»;
Κατάληψη λοιπόν παντού, στο όνομα της ιδεολογικά καθαγιασμένης κατάληψης του Πολυτεχνείου to 1973. Σκατζόχοιροι και βούρτσες το ίδιο!
Και κάπου εκεί χάθηκε το νόημα.
Όταν οι μαθητές της μεταπολίτευσης μεγάλωσαν και έγιναν εργάτες, αγρότες, φοιτητές, γιατροί, ταξιτζήδες, καθηγητές, έκαναν ό,τι και οι πατεράδες τους.
Κατάληψη.
Όταν έκαναν οικογένειες έμαθαν το ίδιο στα παιδιά τους. Κατάληψη. Με μία διαφορά.
Ότι από το 2010 τα πράγματα άλλαξαν και το «δίκιο» του…. καθενός δεν μπορούσε πια να εξυπηρετηθεί. Ήταν ένα περίεργο σύνολο από «δίκια» που υπήρχαν όσο εξυπηρετούνταν, όσο υπήρχαν δανεικά, προνόμια και πελάτες.
Ο εργάτης (μόνο του ιδιωτικού τομέα) έχασε τη δουλειά του, ο  αγρότης την επιδότησή του για να κάθεται  σπέρνοντας μπαμπάκι που έτρωγε το νερό τζάμπα, κι ο γιατρός την απεριόριστη συνταγογράφηση και τη μίζα από τα πανάκριβα πρωτότυπα.
Ο καθηγητής μόλις είδε τις περικοπές και στο βάθος την αξιολόγηση, «αντέδρασε πολιτικά» μαθαίνοντας τους μαθητές του να μουντζώνουν στην παρέλαση τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους εκλεγμένους βουλευτές.
Στην ουσία χωρίς να το καταλαβαίνουν τα καημένα τα Κοτσυφάκια της ΟΛΜΕ  (με ποια παιδεία άλλωστε) μάθαιναν τα δεκαεξάρικα να μουντζώνουν την κοινωνία πριν καν την καταλάβουν οδηγώντας τα στον δικό του ουδέποτε αυτοκριτικό ιδεολογικό μονόδρομο.
Η κατάληψη είχε αναχθεί από πατέρα σε γιό σε σύμβολο του «δίκιου».
Όποιος έκανε κατάληψη, είχε δίκιο επειδή έκανε κατάληψη!
Και κάπου εκεί, εκτός από το νόημα χάθηκε και το μέτρο. Ο δρόμος στρώθηκε με συνθήματα που το καθένα έφερνε το επόμενο: «Να καεί να καεί το μπουρδέλο η Βουλή».
«Η χούντα δεν τελείωσε το ’73, εμείς θα την κηδέψουμε σε τούτη την πλατεία». «Τέρμα πια στις αυταπάτες, ή με τις κουκούλες ή με τις γραβάτες».
Όπως ήταν αναμενόμενο οι «κουκούλες» δεν έπειθαν πολλούς, ιδιαίτερα μετά την τριπλή δολοφονία της ΜΑΡΦΙΝ. Με τις «γραβάτες» τα πράγματα τα είχαν κάνει χάλια ο Τσοχατζόπουλος, οι κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις και τα τηλεοπτικά κανάλια, συμπεριλαμβανομένης της αντιμνημονιακής συμμορίας της πτωχής αλλά τίμιας ΕΡΤ
Τι έμενε;
Οι φαιοκόκκινες φιγούρες θρεμμένες μέσα στο παρακμιακό ελιξήριο των θολών  μεταπολιτευτικών ορίων δημοκρατίας και ασυδοσίας, άρχισαν να αργοσαλεύουν. Αχνές στην αρχή και στο βάθος της αίθουσας, όπως στο αξεπέραστο  «Καμπαρέ» του Bob Fosse. Και σιγά-σιγά πιο κοντά μας, πιο ευδιάκριτες, πιο απειλητικές. Επικίνδυνες:
«Διώξαμε τους Τούρκους και τους Γερμανούς, σιγά να μην κωλώσουμε με τους πολιτικούς». Δολοφονικές. «αίμα, τιμή, χρυσή αυγή».
Με την δολοφονία του παιδιού ίσως μπορέσουμε να εγκαταλείψουμε  το δρόμο των συνθημάτων. Να τελειώσουμε πια με τα….. «απόψε πεθαίνει ο φασισμός». Το λέει άλλωστε κι ο λαπάς ο …ποιητής κατά τον Κούβελα. «το φασισμό βαθειά κατάλαβέ τον δεν θα πεθάνει μόνος, τσάκισέ τον»
Κύριοι βουλευτές εκτός πατενταρισμένων φασιστών και κρυπτοφασιστών. Bοηθήστε μας να τον καταλάβουμε!
Κύριοι δικαστές: Τσακίστε τον! Είναι δύσκολο αλλά σας στηρίζουμε όλοι ή σχεδόν όλοι. Αλλιώς θα πάρει κεφάλι το δίκιο του «αντιφασίστα». Που είναι εργαλείο του φασίστα.

Θεόδωρος Ζαρέτος/metarithmisi.gr

0 βγηκαν μπροστα:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...