Φώτης Γεωργελές / athensvoice.gr
Ποτέ δεν ακούσαμε τόσο πολλούς ανθρώπους να μιλάνε για μεταρρυθμίσεις όσο αυτές τις μέρες. Οι μεν τις προωθούν αλλά δεν τους αφήνουν οι άλλοι και οι άλλοι διακαώς τις επιθυμούν επίσης, αρκεί να γίνονται σωστά. Μιλώντας πάντα για αλλαγές, έχουμε καταφέρει τόσα χρόνια να τρέχουμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στο ίδιο σημείο. Το κράτος είναι πάντα το ίδιο, όπως ήταν και πριν, δομές και λειτουργία μένουν ανέπαφες.
Πριν κάποιες μέρες, στην ηλεκτρονική athensvoice, μια αναγνώστρια μου έγραψε ένα σχόλιο: Έχεις εμμονή, γράφεις συνέχεια το ίδιο πράγμα. Έχει δίκιο, γράφω συνέχεια το ίδιο άρθρο. Έχει όμως και εντελώς άδικο. Γράφω τα ίδια γιατί έχουμε πάντα το ίδιο πρόβλημα. Εκτός εάν πιστεύετε ότι το πρόβλημα ήταν η ΕΡΤ. Οπότε πρέπει να συνταχτούμε είτε με το «μεταρρυθμιστή» πρωθυπουργό που «έχει κάνει σε ένα χρόνο όσες μεταρρυθμίσεις δεν έχουν γίνει σε 20», είτε να πάμε στη Μεσογείων να τραγουδάμε «με το σουγιά στο κόκκαλο και το λουρί στο σβέρκο», γιατί ως γνωστόν το δίλημμα είναι «δημοκρατία ή μνημόνιο» και το «μαύρο είναι χούντα».
Είναι μια βολική αντίθεση ακινησίας, πλην όμως ψεύτικη, γιατί και τα δυο σκέλη της δεν είναι αληθινά. Το πρόβλημά μας είναι ότι το πολιτικό σύστημα έχει κάνει μια λανθασμένη εκτίμηση της κατάστασης. Πιστεύει ότι, παρά τη χρεοκοπία, θα μπορέσει να διατηρήσει τον ίδιο υπερμεγέθη δημόσιο τομέα, με τις ίδιες πελατειακές σχέσεις που του επιτρέπουν να εξυπηρετεί τους πελάτες του και να αυτοεξυπηρετείται. Απλώς σε αρκετά φτωχότερο επίπεδο. Πιστεύει ότι η Ευρώπη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα συνεχίσει να πληρώνει, ότι τα ελλείμματα θα
καλύπτονται πάντα μέσω φόρων, ότι θα διατηρήσει το πελατειακό κράτος με θυσία του ιδιωτικού τομέα.
Το πρόβλημα δεν είναι απλώς ότι η επιλογή του αυτή είναι κοινωνικά άδικη, είναι και ότι δεν πρόκειται να επαληθευτεί. Ήδη τα αποτελέσματα ενός χρόνου αδράνειας σκάνε ξαφνικά πάνω μας όλα μαζί και διαλύουν το success story. Η ύφεση δεν είναι 4,5% αλλά πάνω από πέντε και θα συνεχιστεί και το 2014, η Τράπεζα Ελλάδος προβλέπει νέα χρεοκοπία των ταμείων και συντάξεις 300 ευρώ, καθώς δεκάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι ωθούνται στη συνταξιοδότηση για να αποφευχθούν οι απολύσεις. Οι ιδιωτικοποιήσεις καταλήγουν σε Βατερλό γιατί είναι φτιαγμένες να καταλήξουν έτσι και γιατί κανείς δεν επενδύει σε μια χώρα κομματοκρατίας, διαφθοράς και παρασιτισμού.
Μετά τη ΔΕΠΑ και το επενδυτικό σχήμα που αγόρασε τον ΟΠΑΠ το ξανασκέφτεται. Έτσι ανακαλύπτουν πάλι μια τρύπα 4,2 δισεκατομμυρίων για τον επόμενο χρόνο που πρέπει να καλυφθεί με νέα μέτρα. Εδώ ήρθαμε. Βρισκόμαστε δηλαδή πάντα στο ίδιο σημείο, να κάνουμε σημειωτόν με πολύ θόρυβο. Η πίεση οδηγεί σε σπασμωδικές κινήσεις. Θα κλείσουμε έναν οργανισμό, θα κατεβάσουμε το διακόπτη στις δώδεκα η ώρα, θα δείξουμε στην τρόικα τις 2.000 απολύσεις που θέλει, έρχεται καλοκαίρι κι από Σεπτέμβριο βλέπουμε, τον ανοίγουμε και ξαναρχίζουμε τις προσλήψεις, αφού έχουμε δώσει μερικές 100άδες εκατομμύρια για αποζημιώσεις.
Η κυβέρνηση των προσλήψεων 4-2-1 δεν είναι πειστική. Γιατί ο πρότερος βίος της δεν είναι έντιμος. Γιατί η κοινωνία δεν πιστεύει τις προθέσεις της. Ένα χρόνο αυτή, 4 συνολικά, δεν έχουν μπορέσει να απομακρύνουν όσους έχουν συλληφθεί με το χέρι στο δημόσιο ταμείο. Τρία χρόνια, πάνω από 1.000 μέρες, δεν υπάρχει ούτε μια μέρα να μην ανακοινωθεί ένα σκάνδαλο σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Ο αρμόδιος υπουργός δεν βρίσκει τον τρόπο να δουλέψουν τα πειθαρχικά, να απομακρυνθούν οι επίορκοι. Ο άλλος αρμόδιος υπουργός δεν βρίσκει τον τρόπο για να μην πληρώνονται όσοι λήγουν οι συμβάσεις τους για καμιά 15αριά χρόνια ακόμα μέχρι να εκδικαστούν οι προσφυγές τους. Τρία χρόνια απογράφουν τους συνταξιούχους, ακόμα να μάθουμε τον ακριβή αριθμό των πλαστών συντάξεων. Αξιολόγηση ούτε καν έχει αρχίσει να εφαρμόζεται για να απομακρυνθούν οι κομματικοί στρατοί των αργόμισθων.
Στη χώρα που ανακαλύπτονται νησιά τυφλών και ολόκληρες πόλεις αυθαίρετες, κανείς δεν τιμωρείται, κανέναν δεν στέλνουν σπίτι του. Έτσι κάνουν εχθρούς και τους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι ξέρουν πολύ καλά τι γίνεται. Οι κομματικές αργομισθίες και τα λαμόγια ζουν και βασιλεύουν, υπόγειες μάχες δίνονται με τη τρόικα για το ποιος θα έχει τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, οι άχρηστοι οργανισμοί συγχωνεύονται για να διατηρήσουν την αυτοτέλειά τους συγχωνευμένοι. Τίποτα δεν αλλάζει, ας κάνουμε 2.650 απολύσεις. Ποσοτικά πάντα, οριζόντια, αργόμισθοι και εργαζόμενοι που τιμούν τη δουλειά τους μαζί. Δεν είναι ακριβώς αυτό που ονομάζουμε μεταρρύθμιση.
Ο Σαμαράς δεν πείθει και για έναν άλλο λόγο. Μιλάει όπως ο Τσίπρας. Σαν εισαγγελέας. Καταγγέλλει το «χτες», τη διαφθορά και την πελατοκρατία, λες και δεν ήταν αυτοί που μέχρι την παραμονή διόριζαν ως «προσωπικό ειδικών θέσεων» με 3,5 χιλιάδες μισθό, κόρες, ξαδέλφες και αποτυχημένους πολιτευτές. Φταίνε πάντα οι άλλοι. Κανείς δεν μπορεί να πείσει για μεταρρυθμίσεις αν δεν ξεκινήσει από τον εαυτό του, αν δεν παραδεχθεί ότι φταίξαμε, εμείς τα κάναμε έτσι αλλά δεν πάει άλλο, τώρα πρέπει να τα αλλάξουμε. Ακόμα και ο Πάγκαλος μίλαγε στο πρώτο πρόσωπο, μαζί τα φάγαμε. Οι κατήγοροι είναι αντιπαθείς στον κόσμο που αρχίζει να καταλαβαίνει.
Η κυβέρνηση μετά από αυτή την εβδομάδα θα είναι διαφορετική. Γιατί η ακινησία εξυπηρετούσε πολύ βολικά μόνο το μεγαλύτερο κόμμα και τον Σύριζα. Τις ζημιές επωμίζονταν τα δυο μικρότερα. Η αντίθεση βόλευε τη ΝΔ γιατί αυτή παρουσιαζόταν ως η δύναμη που κρατούσε τη χώρα στην Ευρώπη μακριά από περιπέτειες. Απέναντι ήταν ο πολύχρωμος θίασος που υπόσχεται την παραμονή στο αδύνατο παρελθόν. Μονόδρομος. Από την άλλη, βόλευε και τον Σύριζα για να ανεβάζει το έργο της Αντίστασης απέναντι στη Δεξιά. Εύκολες και κατανοητές αντιθέσεις, πρόσφορες για συνθήματα και φλογερές κορόνες.
Και, εντωμεταξύ, σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, συμπολιτευόμενο και αντιπολιτευόμενο, έκανε καθυστερήσεις, γυρνούσε γύρω από τον εαυτό του, επιχειρήσεις που διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Καμία αλλαγή δεν συνέβη αυτό τον ένα χρόνο. Καμία πραγματική σύγκρουση σε πραγματική βάση, για να αλλάξει κάτι. Συγκρούσεις μόνο ρητορικές. Αν κάτι έχει αλλάξει από τις προηγούμενες κυβερνήσεις είναι μόνο το κλίμα σταθερότητας. Το οποίο έχει προσφέρει η τρικομματική συναίνεση στον ευρωπαϊκό δρόμο. Ο πρωθυπουργός δηλαδή πιστώνεται τη σταθερότητα, την οποία προσφέρουν τα άλλα δυο κόμματα. Τη συναίνεση που δεν προσέφερε αυτός όταν ήταν αντιπολίτευση και ανέβαζε το έργο επιστημονικής φαντασίας Ζάππειο 1, 2, 3.
Ήταν επόμενο ότι αυτή η συμμαχία δεν μπορούσε να προχωρήσει έτσι. Φυσικά, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ μόνοι τους μπήκαν σ’ αυτή τη θέση του χαμένου. Γιατί οι διαφωνίες τους προς την κυβέρνηση δεν ήταν ποτέ προς μια μεταρρυθμιστική κατεύθυνση, ως όφειλαν. Το αντίθετο. Επέλεγαν και αυτοί την αδράνεια για να αποφύγουν τη φθορά και επετύγχαναν ακριβώς το αντίθετο. Πατούσαν φρένο, οι προσπάθειές τους εξαντλούνταν στην υπεράσπιση συντεχνιών, στη διατήρηση αδιέξοδων καταστάσεων, σε διαφοροποιήσεις γκρίνιας. Να γίνουν οι εξετάσεις, αλλά να μην επιστρατεύσουμε και τους καθηγητές. Οι «διαφοροποιήσεις» τους ενίσχυαν απλώς τον Σύριζα. Και παγίωναν τον κυρίαρχο ρόλο του νέου δίπολου στις δήθεν ταυτότητες του μεταρρυθμιστή και του αντιστασιακού, που είχαν επιλέξει. Πραγματικές μεταρρυθμιστικές φωνές στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό δεν έχουμε δει ακόμα. Αλλά αυτό είναι και το πραγματικό πολιτικό πρόβλημα.
Ποτέ δεν ακούσαμε τόσο πολλούς ανθρώπους να μιλάνε για μεταρρυθμίσεις όσο αυτές τις μέρες. Οι μεν τις προωθούν αλλά δεν τους αφήνουν οι άλλοι και οι άλλοι διακαώς τις επιθυμούν επίσης, αρκεί να γίνονται σωστά. Μιλώντας πάντα για αλλαγές, έχουμε καταφέρει τόσα χρόνια να τρέχουμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στο ίδιο σημείο. Το κράτος είναι πάντα το ίδιο, όπως ήταν και πριν, δομές και λειτουργία μένουν ανέπαφες.
Πριν κάποιες μέρες, στην ηλεκτρονική athensvoice, μια αναγνώστρια μου έγραψε ένα σχόλιο: Έχεις εμμονή, γράφεις συνέχεια το ίδιο πράγμα. Έχει δίκιο, γράφω συνέχεια το ίδιο άρθρο. Έχει όμως και εντελώς άδικο. Γράφω τα ίδια γιατί έχουμε πάντα το ίδιο πρόβλημα. Εκτός εάν πιστεύετε ότι το πρόβλημα ήταν η ΕΡΤ. Οπότε πρέπει να συνταχτούμε είτε με το «μεταρρυθμιστή» πρωθυπουργό που «έχει κάνει σε ένα χρόνο όσες μεταρρυθμίσεις δεν έχουν γίνει σε 20», είτε να πάμε στη Μεσογείων να τραγουδάμε «με το σουγιά στο κόκκαλο και το λουρί στο σβέρκο», γιατί ως γνωστόν το δίλημμα είναι «δημοκρατία ή μνημόνιο» και το «μαύρο είναι χούντα».
Είναι μια βολική αντίθεση ακινησίας, πλην όμως ψεύτικη, γιατί και τα δυο σκέλη της δεν είναι αληθινά. Το πρόβλημά μας είναι ότι το πολιτικό σύστημα έχει κάνει μια λανθασμένη εκτίμηση της κατάστασης. Πιστεύει ότι, παρά τη χρεοκοπία, θα μπορέσει να διατηρήσει τον ίδιο υπερμεγέθη δημόσιο τομέα, με τις ίδιες πελατειακές σχέσεις που του επιτρέπουν να εξυπηρετεί τους πελάτες του και να αυτοεξυπηρετείται. Απλώς σε αρκετά φτωχότερο επίπεδο. Πιστεύει ότι η Ευρώπη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα συνεχίσει να πληρώνει, ότι τα ελλείμματα θα
καλύπτονται πάντα μέσω φόρων, ότι θα διατηρήσει το πελατειακό κράτος με θυσία του ιδιωτικού τομέα.
Το πρόβλημα δεν είναι απλώς ότι η επιλογή του αυτή είναι κοινωνικά άδικη, είναι και ότι δεν πρόκειται να επαληθευτεί. Ήδη τα αποτελέσματα ενός χρόνου αδράνειας σκάνε ξαφνικά πάνω μας όλα μαζί και διαλύουν το success story. Η ύφεση δεν είναι 4,5% αλλά πάνω από πέντε και θα συνεχιστεί και το 2014, η Τράπεζα Ελλάδος προβλέπει νέα χρεοκοπία των ταμείων και συντάξεις 300 ευρώ, καθώς δεκάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι ωθούνται στη συνταξιοδότηση για να αποφευχθούν οι απολύσεις. Οι ιδιωτικοποιήσεις καταλήγουν σε Βατερλό γιατί είναι φτιαγμένες να καταλήξουν έτσι και γιατί κανείς δεν επενδύει σε μια χώρα κομματοκρατίας, διαφθοράς και παρασιτισμού.
Μετά τη ΔΕΠΑ και το επενδυτικό σχήμα που αγόρασε τον ΟΠΑΠ το ξανασκέφτεται. Έτσι ανακαλύπτουν πάλι μια τρύπα 4,2 δισεκατομμυρίων για τον επόμενο χρόνο που πρέπει να καλυφθεί με νέα μέτρα. Εδώ ήρθαμε. Βρισκόμαστε δηλαδή πάντα στο ίδιο σημείο, να κάνουμε σημειωτόν με πολύ θόρυβο. Η πίεση οδηγεί σε σπασμωδικές κινήσεις. Θα κλείσουμε έναν οργανισμό, θα κατεβάσουμε το διακόπτη στις δώδεκα η ώρα, θα δείξουμε στην τρόικα τις 2.000 απολύσεις που θέλει, έρχεται καλοκαίρι κι από Σεπτέμβριο βλέπουμε, τον ανοίγουμε και ξαναρχίζουμε τις προσλήψεις, αφού έχουμε δώσει μερικές 100άδες εκατομμύρια για αποζημιώσεις.
Η κυβέρνηση των προσλήψεων 4-2-1 δεν είναι πειστική. Γιατί ο πρότερος βίος της δεν είναι έντιμος. Γιατί η κοινωνία δεν πιστεύει τις προθέσεις της. Ένα χρόνο αυτή, 4 συνολικά, δεν έχουν μπορέσει να απομακρύνουν όσους έχουν συλληφθεί με το χέρι στο δημόσιο ταμείο. Τρία χρόνια, πάνω από 1.000 μέρες, δεν υπάρχει ούτε μια μέρα να μην ανακοινωθεί ένα σκάνδαλο σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Ο αρμόδιος υπουργός δεν βρίσκει τον τρόπο να δουλέψουν τα πειθαρχικά, να απομακρυνθούν οι επίορκοι. Ο άλλος αρμόδιος υπουργός δεν βρίσκει τον τρόπο για να μην πληρώνονται όσοι λήγουν οι συμβάσεις τους για καμιά 15αριά χρόνια ακόμα μέχρι να εκδικαστούν οι προσφυγές τους. Τρία χρόνια απογράφουν τους συνταξιούχους, ακόμα να μάθουμε τον ακριβή αριθμό των πλαστών συντάξεων. Αξιολόγηση ούτε καν έχει αρχίσει να εφαρμόζεται για να απομακρυνθούν οι κομματικοί στρατοί των αργόμισθων.
Στη χώρα που ανακαλύπτονται νησιά τυφλών και ολόκληρες πόλεις αυθαίρετες, κανείς δεν τιμωρείται, κανέναν δεν στέλνουν σπίτι του. Έτσι κάνουν εχθρούς και τους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι ξέρουν πολύ καλά τι γίνεται. Οι κομματικές αργομισθίες και τα λαμόγια ζουν και βασιλεύουν, υπόγειες μάχες δίνονται με τη τρόικα για το ποιος θα έχει τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, οι άχρηστοι οργανισμοί συγχωνεύονται για να διατηρήσουν την αυτοτέλειά τους συγχωνευμένοι. Τίποτα δεν αλλάζει, ας κάνουμε 2.650 απολύσεις. Ποσοτικά πάντα, οριζόντια, αργόμισθοι και εργαζόμενοι που τιμούν τη δουλειά τους μαζί. Δεν είναι ακριβώς αυτό που ονομάζουμε μεταρρύθμιση.
Ο Σαμαράς δεν πείθει και για έναν άλλο λόγο. Μιλάει όπως ο Τσίπρας. Σαν εισαγγελέας. Καταγγέλλει το «χτες», τη διαφθορά και την πελατοκρατία, λες και δεν ήταν αυτοί που μέχρι την παραμονή διόριζαν ως «προσωπικό ειδικών θέσεων» με 3,5 χιλιάδες μισθό, κόρες, ξαδέλφες και αποτυχημένους πολιτευτές. Φταίνε πάντα οι άλλοι. Κανείς δεν μπορεί να πείσει για μεταρρυθμίσεις αν δεν ξεκινήσει από τον εαυτό του, αν δεν παραδεχθεί ότι φταίξαμε, εμείς τα κάναμε έτσι αλλά δεν πάει άλλο, τώρα πρέπει να τα αλλάξουμε. Ακόμα και ο Πάγκαλος μίλαγε στο πρώτο πρόσωπο, μαζί τα φάγαμε. Οι κατήγοροι είναι αντιπαθείς στον κόσμο που αρχίζει να καταλαβαίνει.
Η κυβέρνηση μετά από αυτή την εβδομάδα θα είναι διαφορετική. Γιατί η ακινησία εξυπηρετούσε πολύ βολικά μόνο το μεγαλύτερο κόμμα και τον Σύριζα. Τις ζημιές επωμίζονταν τα δυο μικρότερα. Η αντίθεση βόλευε τη ΝΔ γιατί αυτή παρουσιαζόταν ως η δύναμη που κρατούσε τη χώρα στην Ευρώπη μακριά από περιπέτειες. Απέναντι ήταν ο πολύχρωμος θίασος που υπόσχεται την παραμονή στο αδύνατο παρελθόν. Μονόδρομος. Από την άλλη, βόλευε και τον Σύριζα για να ανεβάζει το έργο της Αντίστασης απέναντι στη Δεξιά. Εύκολες και κατανοητές αντιθέσεις, πρόσφορες για συνθήματα και φλογερές κορόνες.
Και, εντωμεταξύ, σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, συμπολιτευόμενο και αντιπολιτευόμενο, έκανε καθυστερήσεις, γυρνούσε γύρω από τον εαυτό του, επιχειρήσεις που διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Καμία αλλαγή δεν συνέβη αυτό τον ένα χρόνο. Καμία πραγματική σύγκρουση σε πραγματική βάση, για να αλλάξει κάτι. Συγκρούσεις μόνο ρητορικές. Αν κάτι έχει αλλάξει από τις προηγούμενες κυβερνήσεις είναι μόνο το κλίμα σταθερότητας. Το οποίο έχει προσφέρει η τρικομματική συναίνεση στον ευρωπαϊκό δρόμο. Ο πρωθυπουργός δηλαδή πιστώνεται τη σταθερότητα, την οποία προσφέρουν τα άλλα δυο κόμματα. Τη συναίνεση που δεν προσέφερε αυτός όταν ήταν αντιπολίτευση και ανέβαζε το έργο επιστημονικής φαντασίας Ζάππειο 1, 2, 3.
Ήταν επόμενο ότι αυτή η συμμαχία δεν μπορούσε να προχωρήσει έτσι. Φυσικά, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ μόνοι τους μπήκαν σ’ αυτή τη θέση του χαμένου. Γιατί οι διαφωνίες τους προς την κυβέρνηση δεν ήταν ποτέ προς μια μεταρρυθμιστική κατεύθυνση, ως όφειλαν. Το αντίθετο. Επέλεγαν και αυτοί την αδράνεια για να αποφύγουν τη φθορά και επετύγχαναν ακριβώς το αντίθετο. Πατούσαν φρένο, οι προσπάθειές τους εξαντλούνταν στην υπεράσπιση συντεχνιών, στη διατήρηση αδιέξοδων καταστάσεων, σε διαφοροποιήσεις γκρίνιας. Να γίνουν οι εξετάσεις, αλλά να μην επιστρατεύσουμε και τους καθηγητές. Οι «διαφοροποιήσεις» τους ενίσχυαν απλώς τον Σύριζα. Και παγίωναν τον κυρίαρχο ρόλο του νέου δίπολου στις δήθεν ταυτότητες του μεταρρυθμιστή και του αντιστασιακού, που είχαν επιλέξει. Πραγματικές μεταρρυθμιστικές φωνές στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό δεν έχουμε δει ακόμα. Αλλά αυτό είναι και το πραγματικό πολιτικό πρόβλημα.
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου