|
Ελεύθερο Βήμα, 28.4.1941
|
Προχτές,
στην ηλεκτρονική έκδοση του Βήματος, ο δημοσιογράφος Γ. Μαλούχος ανέβασε σε νέα επίπεδα το ευγενές άθλημα της χάλκευσης: όχι μόνο αφιέρωσε ολόκληρο άρθρο σε ανύπαρκτο πρόσωπο, αλλά και θεώρησε ένδειξη απώλειας της ιστορικής μας μνήμης το ότι κανείς άλλος δεν… θυμήθηκε τον (ανύπαρκτο) ήρωα!
Βέβαια, πρέπει να πούμε ότι τέτοιες επιδόσεις δεν μας παραξενεύουν από το Βήμα, που, αν θυμάστε, είχε κατασκευάσει ολόκληρο ρεπορτάζ για την επίσκεψη Ερντογάν το 2009, επίσκεψη που δεν έγινε ποτέ, καταφέρνοντας μάλιστα να ανακαλύψει και… ψυχρότητα που δεν την έκρυψαν τα χαμόγελα.
Έγραψε λοιπόν προχτές ο Γ. Μαλούχος:
Ήταν σαν σήμερα πριν από εβδομήντα χρόνια, όταν η Βέρμαχτ έμπαινε στην Αθήνα. Ήταν Κυριακή του Θωμά, η μέρα που ενέπνευσε και τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», το μέγα τραγούδι του Τσιτσάνη.
Κυρίως όμως, ήταν η μέρα που ο εύζωνας φρουρός της Ακρόπολης, ο Κωνσταντίνος Κουκίδης, δεν άντεξε την ντροπή της παράδοσης του Ιερού Βράχου στο Γερμανό αξιωματικό και, αντί να υποστείλει την ελληνική σημαία για να την παραδώσει όπως τον είχε διατάξει ο διοικητής της γερμανικής φρουράς, την υποστέλλει τραγουδώντας μόνος μπροστά τους Γερμανούς τον εθνικό ύμνο, τυλίγει με αυτή το σώμα του και αυτοκτονεί πέφτοντας στο κενό.
Σήμερα, ποιος θυμάται τον Κουκίδη; Κανείς φυσικά. Και γιατί να τον θυμόμαστε; Επειδή πήγε και αυτοκτόνησε για να μην παραδώσει την Ακρόπολη στο βάρβαρο κατακτητή; Αστεία πράγματα…
Θα μπορούσαμε να απαντήσουμε αλλιώς στη ρητορική ερώτηση του Γ. Μαλούχου. Και γιατί να τον θυμόμαστε τον Κουκίδη; Μήπως υπήρξε; Αστεία πράγματα…
Βέβαια, τον Κουκίδη δεν τον έβγαλε από το μυαλό του ο Γ. Μαλούχος. Αποτελεί παλιότερο μύθο, που μάλιστα έχει γίνει αποδεκτός από αριστερούς και δεξιούς, αν και οι περισσότεροι με μισόλογα παραδέχονται ότι πρόκειται για μύθο, όμως μύθο ωφέλιμο.
Επιχειρήματα που κατά τη γνώμη μου αποδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο Κουκίδης δεν υπήρξε, μπορείτε να διαβάσετε
εδώ σε ένα παλιό, υποδειγματικό άρθρο της ομάδας των Ιών.
Την επόμενη μέρα, μπροστά στις πολλές αντιδράσεις που (ευτυχώς!) εκφράστηκαν, ο Γ. Μαλούχος προσπαθεί να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα της τεράστιας γκάφας ή λαθροχειρίας του (πώς αλλιώς να το πω, όταν στο πρώτο του άρθρο δεν γράφει τίποτε για την αμφισβήτηση της ύπαρξης του Κουκίδη),
αλλά καθόλου δεν τα καταφέρνει. Και ενώ μοχθεί να παραθέσει και το παραμικρό ψίχουλο μαρτυρίας υπέρ της ύπαρξης του Κουκίδη, λέει, ψευδώς, ότι: Οι αρνητές της ύπαρξής του δεν κομίζουν αποδεικτικά στοιχεία γι αυτή την άρνηση.
Χρειάζονται άραγε περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία από τη μαρτυρία του διευθυντή της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού αντιστρατήγου Κακουδάκη, σε τηλεοπτική εκπομπή το 2000, ότι «Διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρξε την περίοδο εκείνη στρατιώτης με το όνομα Κουκίδης Κωνσταντίνος. Στείλαμε έγγραφα σε όλες τις μονάδες, στο ληξιαρχείο, παντού. Πήγαμε στην Πλάκα να ζητήσουμε πληροφορίες. Πραγματική μαρτυρία ως σήμερα δεν έχει υπάρξει»; Επίσης, ο τότε επιλοχίας των ευζώνων Α. Μαχιμάρης αρνήθηκε ότι υπήρξε εύζωνος με το όνομα αυτό. Και πώς αλήθεια τεκμηριώνει κανείς αδιάσειστα ότι κάποιος δεν υπήρξε ή κάτι δεν συνέβη;
Θα προσπαθήσω να ανακεφαλαιώσω την ιστορία όπως την έχω κατανοήσει. Στις 27 Απριλίου, τη μέρα της εισόδου των Γερμανών στην Αθήνα, οι προφυλακές του στρατού ύψωσαν τη γερμανική σημαία στην Ακρόπολη, στις 8.45 το πρωί, όπως έσπευσαν να γνωστοποιήσουν με τηλεγράφημα στον Χίτλερ ο ίλαρχος Γιακόμπι και ο υπολοχαγός Έλσνιτς. Λίγο αργότερα υψώθηκε σε άλλον ιστό η ελληνική σημαία, πλάι στη γερμανική. Από τις πηγές της εποχής δεν φαίνεται σαφώς αν προηγήθηκε υποστολή της ελληνικής σημαίας ή αν δεν είχε γίνει έπαρσή της εκείνο το ταραγμένο πρωινό, πάντως το βέβαιο είναι ότι λίγη ώρα αργότερα και οι δυο σημαίες κυμάτιζαν η μία πλάι στην άλλη. Γερμανικές σημαίες υψώθηκαν επίσης στο δημαρχείο. Η επίσημη παράδοση της Αθήνας (και του Πειραιά) στον Γερμανό στρατιωτικό διοικητή έγινε στις 10.30 από τον δήμαρχο Αμβρόσιο Πλυτά, τον στρατηγό Καβράκο, τον νομάρχη Αττικής και τον δήμαρχο Πειραιώς, στο καφενείο Παρθενών, γωνία Κηφισίας και Αλεξάνδρας.
Όπως είναι φυσικό, σε τέτοιες στιγμές κυκλοφορούν ένα σωρό φήμες· έτσι, κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο εύζωνος φρουρός της Ακρόπολης (ακόμα ανώνυμος), αντί να παραδώσει τη σημαία, την τύλιξε γύρω από το σώμα του και έπεσε στο κενό. Τη φήμη αυτή την κατέγραψε στο ημερολόγιό του ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος, αλλά και ο βρετανός πράκτορας (και μετέπειτα επιφανής ιστορικός) Νίκολας Χάμοντ. Κυκλοφόρησαν και άλλες φήμες τότε: για παράδειγμα,