Θανάσης Πολλάτος απο arguments.gr
Έχω πάψει από καιρό να πιστεύω στη μαρξική θεωρία της πάλης των τάξεων· ίσως μάλιστα να μην την πίστεψα ποτέ. Δεν βλέπω γύρω μου εργάτες να αντιμάχονται τα αφεντικά τους, βλέπω μια κοινωνία να καταφάσκει σύσσωμη τη θεαματική και καταναλωτική της αναπαράσταση. Είναι επειδή, έχοντας διαβάσει τον Καστοριάδη και τον Λεφόρ, αναζητώ την τάξη όχι με βάση τα αντικειμενικά της χαρακτηριστικά, τη θέση των υποτιθέμενων μελών της στην παραγωγή, αλλά με βάση το βαθμό που η συνομάδωση αυτή συμμετέχει σε έναν ανταγωνισμό πολιτικό, φαντασιακό, πολιτισμικό της υπάρχουσας κοινωνικής θέσμισης. Η τάξη, έλεγε ο μεγάλος θεωρητικός του εργατικού κινήματος, ο Ε.Π. Τόμσον, δεν είναι ένα πράγμα, αλλά μια σχέση. Οι τάξεις για να είναι τάξεις πρέπει να συμπεριφέρονται σαν τάξεις, να ορίζουν τον εαυτό τους ως τέτοιες μέσα στην πράξη τους, στην διεκδίκησή τους και κυρίως στην τοποθέτησή τους απέναντι στο υπάρχον καθεστώς και στις άλλες τάξεις. Η εργατική τάξη υπήρξε, την περίοδο της ακμής του εργατικού κινήματος, μια πραγματική τάξη που αντιπροσώπευε μια νέα κοινωνική θέσμιση, μια άλλη κουλτούρα που βρισκόταν σε αντιπαράθεση με την κυρίαρχη (;) κουλτούρα της αστικής τάξης. Αυτό ίσχυε εκείνη την εποχή ως γενική αρχή, πράγμα που έκανε τον Μαρξ να προβάλλει αυτό το σχήμα σε ολόκληρη την ιστορία, γενικευτικά και λανθασμένα νομίζω στο βαθμό που αυτό έτεινε να αποτελέσει απόλυτο δόγμα. Και έγινε πράγματι απόλυτο δόγμα, ιδεολογία, ψευδής συνείδηση, ιδεοληπτική αναπαράσταση που υποκαθιστά την πραγματικότητα στα μυαλά των μαρξιστών που πασχίζουν μέχρι σήμερα να κρατηθούν με νύχια και με δόντια από ένα σχήμα που θέλουν να το βαφτίσουν υπεριστορικό ενώ δεν είναι. Συνεπώς, η περίφημη αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας που κινεί τη σκέψη πολλών επιγόνων του Μαρξ, ακόμα και των πιο φιλελεύθερων, δεν πρέπει να υποστηρίζεται άκριτα, αλλά να υφίσταται τη βάσανο της αμφισβήτησης για να μπορούμε σε κάθε περίπτωση να ανακαλύπτουμε την αλήθεια της, την πρόσδεσή της στην πραγματικότητα.
Δε θέλω όμως να συνεχίσω αυτή τη σκέψη, η οποία έχει αναμφισβήτητα πολλές πτυχές και μπορεί να εγείρει πολλές αντιρρήσεις. Θέλω να σταθώ κάπου αλλού, για να συνδέσω τη θεωρία της τάξης με τη σημερινή κατάσταση. Ο Καστοριάδης και ο Λεφόρ, λοιπόν, προσπαθώντας να παραμείνουν μαρξιστές και να αποσυνδεθούν από το υπόδειγμα του κομουνιστικού ολοκληρωτισμού, εισηγήθηκαν πριν από 60 περίπου χρόνια μια νέα θεωρία. Για την ακρίβεια επρόκειτο για την αναθεώρηση μιας παλιάς θεωρίας, της θεωρίας του Μαρξ. Είπαν, λοιπόν, πως πρέπει να εγκαταλείψουμε την αυταπάτη πως η ρωσική κοινωνία ήταν μια αταξική κοινωνία ή μια κοινωνία που βαδίζει έστω προς τον σοσιαλισμό. Η ρωσική κοινωνία είναι μια ταξική κοινωνία όπου το ρόλο της κυρίαρχης τάξης δεν τον έχει η βδελυρή μπουρζουαζία, αλλά η γραφειοκρατική τάξη, η τάξη του Κόμματος. Η ταξικότητα της κοινωνίας και η εκμετάλλευση παραμένει, μόνο που την υπεραξία που παράγεται από την δραστηριότητα της κοινωνίας την καρπώνεται η γραφειοκρατική τάξη. Αυτή η ανάλυση μας επιτρέπει να ανοίξουμε λίγο τους ορίζοντές μας και να δούμε την τάξη εκτός του μαρξικού ιστορικιστικού πλαισίου.
Γιατί τα λέω όλα αυτά τώρα. Μου φαίνεται πως στην ελληνική περίπτωση, εμφανίζεται μερικούς αιώνες καθυστερημένο το φάντασμα μιας τάξης. Και δεν μιλάω για μια τάξη επαναστατική, μια τάξη που θέλει να αλλάξει τα πράγματα. Μιλάω για μια τάξη που είναι κυρίαρχη όπως η ρωσική γραφειοκρατία του Κόμματος.