Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

το blues της φυσούνας

Μεγάλη αλήθεια. Ρώτα κι εμένα. Που χρόνια πολλά πριν, έκανα περιγραφή στο φανταστικό μου ραδιόφωνο φανταστικά παιχνίδια του Ολυμπιακού, όχι πια με τις δικές μας εγχώριες πλέμπες αλλά με σοβαρούς αντιπάλους, με τον Άγιαξ , με τη Μικτή Krypton, με την Μέλτσεστερ Ρόβερς. Ανεξαρτήτως αντιπάλου το σκορ ήταν στο 91’ ισόπαλο και ακριβώς τότε «ναι, φοβερή μπαλιά του Δεληκάρη στον Παμπουλή, πέφτει αυτός δεξιά από το ημικύκλιο της σέντρας όπως επιτίθενται οι Πειραιώτες και ο διαιτητής σφυρίζει πέναλτυ, ναι, είναι πέναλτυ στο 91’».

Αυτό το κυριακάτικο «να γυρίσουμε αμέσως στο γήπεδο Καραϊσκάκη,με ειδοποιούν πως κάτι συμβαίνει εκεί» που συνοδευόταν αμέσως μετά από ένα «πέναλτυ για τον Ολυμπιακό στο 91’» το άκουσα περισσότερες φορές από όσες μπήκε η σφήνα στο στέρνο του Κρίστοφερ Λη. Και το πήρα απόφαση από τότε. Όποιος και να πέσει, είτε ο Τριαντάφυλλος, είτε ο Λοσάντα, είτε ο Γουλανδρής, όπου και να πέσει, είτε στη γραμμή του πλάγιου άουτ, είτε στα σκαλιά για τα αποδυτήρια, είτε μέσα στο γραφείο, είναι πέναλτι υπέρ του Ολυμπιακού. Ποιος τους γαμεί τους κανονισμούς, when there’s a will , there’s a penalty.
Tο τι έγινε τα χρόνια που ακολούθησαν μετά, αν υπήρξαν πράσινα ή κίτρινα ή εμπριμέ πέναλτι στο 90’ ή στο 100′ δεν με αφορούσε. Η τρυφερή και κρίσιμη ηλικία ήταν εκείνη, γύρω στο 1973-74, άπαξ και έμπαινε μέσα σου ο ιός δεν έφευγε ούτε με εξορκισμό. Δήλωσα αντι-ολυμπιακός και τέτοιος παραμένω, I had the right to remain silent αλλά η σιωπή δεν συμπεριλαμβάνεται στις αρετές μου. I plea guilty για να ξεμπερδεύουμε. Το έγραψα και στην κατάθεσή μου, «παναθηναικός δεν είμαι αλλά το να είμαι αντι-ολυμπιακός είναι στάση ζωής, ομολογώ ότι αν έπαιζαν ΔΝΤ-Ολυμπιακός θα πούλαγα όλα μου τα υπάρχοντα για να τα δώσω πριμ στο ΔΝΤ». Ξεκάθαρα, μη βάζουμε δικαστές κι ενόρκους σε μπελάδες.
Μετά ήρθαν καλοκαίρια, άνοιξη, χειμώνες, φτηνόπωρα, ξανά μανά καλοκαίρια και χειμώνες και εγώ άσπρισα και εν τω μεταξύ πέρασαν Κοσκωτάδες και Σαλιαρέληδες και Κοκκαλαίοι και Λουβαραίοι (αυτός που πεθαίνει από κάτι πολύ σπάνιο και ανίατο εδώ και δεκαπέντε χρόνια αλλά αν η επιστήμη της νομικής αποφασίζει να συνεργαστεί με την ιατρική κάνουν θαύματα) και Τσουκαλάδες και Μητροπουλαίοι και Θεοδωρίδηδες και μετά δεν χρειαζόταν πλέον πέναλτι στο 90’, αυτά ήταν passé και εντελώς δεύτερα να περιμένεις πρώτα να βγει να τραγουδήσει η χοντρή και μετά να τελειώσει το show, έβγαινε πριν ξεκινήσει η παράσταση η χοντρή και έλεγε «πρωταθλητής ο Ολυμπιακός» κι αν ήθελες καθόσουν, αν ήθελες έφευγες, ποιός τα γαμεί τα προσχήματα, when there’s a will, there’s always a willing fat.

Τα πάντα είναι θέμα αισθητικής. Πρώτα και πάνω απ’ όλα. Η δική μου είναι διεστραμμένη και ακραία γι αυτό και όποιος δεν έχει καταλάβει πού το πάω (και ορθώς πιστεύει πως υπάρχουν σημαντικότερες αξίες από την αισθητική) κακώς συνεχίζει να διαβάζει. Το πάω εκεί που θέλω.
Περί αισθητικής. Θα μπορούσα να αραδιάσω χίλια δυο. Και σταματημό να μην έχω. Αλλά εδώ είναι βλογ, όχι η πλατεία Χοσέ Μαρτί για να παριστάνω τον Φιντέλ μιλώντας μέχρι το Πάσχα. Η δική μου λοιπόν λογική λέει πως ήταν προτιμότερο να δω τον Κούρκουλο να χαστουκίζει γυναίκα, παρά τον Γιώργο Φούντα. Και στις δυο περιπτώσεις το μάγουλο υποφέρει, στην πρώτη όμως η μελανιά μυρίζει καλύτερα και δεν ξέρω γυναίκα που θα την συγκινούσε ένα χαστούκι αλλά δεν ξέρω και καμία που ο Κούρκουλος της ήταν αδιάφορος. Τουτέστιν τα όσα έκανε κατά καιρούς ο Παναθηναϊκός μου φάνηκαν πταίσματα ακόμη κι αν είχαν τη βαρύτητα των όσων έκαναν οι Πειραιώτες, ήταν όμως το ανίατο αντι- μου και το στυλ που έκαναν τη διαφορά. Από τη στιγμή που κανείς δεν βρέθηκε να τιμωρήσει το ποινικοποιημένο χαστούκι και κανένα μάγουλο δεν μπόρεσε να βρει το δίκιο του γιατί τα δυο χέρια παραήταν βαρειά για να υποστούν συνέπειες, επέλεξα να με ενοχλεί λιγότερο αυτό το χέρι που μύριζε λιγότερη ωμή και εκ του ασφαλούς «μαγκιά». Εκείνον τον θρασύδειλο εγχώριο «ανατολάκικο» τσαμπουκά που από τον έλεγχο ήδη των διαβατηρίων κρυβόταν στη βαλίτσα.

Νόμιζα ότι με το τρίο Κόκκαλη-κυρ Σάββα- Τσουκαλά είχα δει τον πάτο στο βαρέλι. Έσφαλλα όμως. Από τη στιγμή που βρέθηκε άνθρωπος να δηλώσει χτες όσα δήλωσε, το βαρέλι είναι πολύ μεγάλο, πολύ βαθύ, πολύ φαρδύ. Το τι έκαναν οι 5, 50, 100 ή 500 νεάντερνταλ μέσα στον αγωνιστικό χώρο όταν τέλειωσε το παιχνίδι είναι πταίσμα για μένα, ούτε θεσμικό ρόλο έχουν οι ηλίθιοι, ούτε τον επίσημο Ολυμπιακό εκφράζουν οι μαλάκες κι ας αποτυπώνουν στην εντέλεια το DNA ενός συλλόγου που «δεν είδε, αν δει στην τηλεόραση βεβαίως και τα καταδικάζει» αλλά ακόμη δεν είδε και δεν καταδίκασε γιατί οι τηλεοράσεις είναι σπάνια είδη σαν τους βροντόσαυρους. Το τι είπε όμως ο Ένας δείχνει ότι αν εγώ ξεμπέρδεψα με τις φανταστικές μεταδόσεις φανταστικών αγώνων εδώ και καμιά τριανταριά χρόνια, υπάρχουν κάποιοι που παίζουν ακόμη από τα οκτώ τους με χαρτάκια του Βιέρα και του Συνετόπουλου και ζουν ως σήμερα στον κόκκινο κόσμο τους. Και όχι στο 91’ αλλά στο 105’. Ληγμένοι εντελώς. Και ευτυχισμένοι που «τα παιδιά των ολυμπιακών αύριο θα πάνε στα σχολεία με αυτοπεποίθηση, χαρούμενα και περήφανα». Τη λύση στην παιδική κατάθλιψη τη βρήκε, πάμε για άλλα τώρα.
Ποιος τα γαμεί τα προσχήματα, αν ντε και καλά θέλει να βγει να τραγουδήσει η κάθε fat lady, όλοι οι υπόλοιποι οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τις πορδές της ως blues. Το blues της φυσούνας.

http://kkmoiris.yooblog.gr/

0 βγηκαν μπροστα:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...