Έχω τουλάχιστον δέκα φίλους που δεν πληρώνονται πια. Από μηχανικούς και επιμελητές εκδόσεων μέχρι διευθυντές περιοδικών. Απλήρωτοι για τρεις, πέντε και οχτώ μήνες. Προφανώς δεν περιλαμβάνονται στα ποσοστά της επίσημης ανεργίας. Θεωρούνται εργαζόμενοι, απλά έχουν πέσει επάνω σε «πρόσκαιρες δυσκολίες» των επιχειρήσεων που εργάζονται...
Όλοι λένε το ίδιο. «Το προτιμώ από το να καθόμουν σπίτι. Ψυχολογικά είμαι καλύτερα». Πριν από κανα χρόνο μια τέτοια ατάκα θα ήταν συνώνυμη του «κορόιδου», σήμερα όχι. Η έλλειψη χρημάτων τοποθετείται στην προτελευταία βαθμίδα της προσωπικής ήττας. Το τελευταίο σκαλί είναι η αχρηστία. Η απομόνωση, η βίαιη απομάκρυνση από ένα σύνολο ανθρώπων, συναδέλφων, από ένα ωράριο, από μία οποιαδήποτε παραγωγική διαδικασία, από μία «υποχρέωση».
Η εργασία δίχως οικονομικές απολαβές αποδεικνύεται υγιέστερη συνθήκη για να μην κυλήσεις στην τρέλα, από ό,τι η αποβολή σου και η αέναη παρατήρηση των σχημάτων της υγρασίας στο ταβάνι του σπιτιού σου. Είμαι άνεργος, δεν είμαι άχρηστος, κάπου χρειάζομαι κι εγώ. Βέβαια το πώς μπερδεύεται η «χρησιμότητά» σου με μία θεσμοθετημένη με τα χρόνια εκμετάλλευσή σου από ένα συγκεκριμένο σύστημα κατανομής της εργασίας είναι μεγάλο κεφάλαιο που ξεπερνά τόσο την δική μου αναλυτική επάρκεια όσο και τον χώρο αυτού του κειμένου.
Εννοώ πως το να σκίζεσαι ένα δεκάωρο για μία δουλειά που σιχαίνεσαι δεν σε κάνει χρησιμότερο στην κοινωνία και τον εαυτό σου από το να κλειστείς πέντε μήνες σπίτι να μάθεις μία ξένη γλώσσα ή να γίνεις εξπέρ στο κλάδεμα της ελιάς. Σε κάνει απλώς εξαρτημένο από τα χρήματα που χρειάζεσαι για να βγάλεις τον μήνα. Αλλά ας μην σταθούμε σε αυτό.
Η έννοια της εργασία έχει αποκτήσει κάποια πολύ συγκεκριμένη πιστοποίηση, και δεν λογίζεται ως εργασία έξω από αυτήν την πιστοποίηση. Θα χρησιμοποιήσω ένα προσωπικό παράδειγμα για να γίνω κατανοητός. Μου έχουν ζητήσει αρκετές φορές να γράψω ένα κείμενο για το ίδιο θέμα από δύο διαφορετικές πλευρές. Από μία εφημερίδα -επ' αμοιβή- και από ένα site -άνευ αμοιβής. Οχτώ στις δέκα φορές το κείμενο το έστειλα στο τζάμπα γιατί εκεί θεωρούσα πως ταίριαζε περισσότερο να δημοσιευτεί. Δεν θεωρώ δουλειά μου το «επ΄αμοιβή» και χόμπι μου το «άνευ». Και τα δύο είναι δουλειά μου.
Δεν νιώθω ικανότερος όταν πληρώνομαι. Το αίσθημα της ικανότητάς μου πληρώνεται ή όχι από εμένα τον ίδιο και όχι από την ανταλλακτική οικονομική του αξία. Αυτό είναι κάτι που μάλλον το είχαμε χάσει. Ξέρω πως ακούγεται εξόχως ηττοπαθές και αντιδραστικό -δεν το προτείνω άλλωστε ως στόχο του συνδικαλιστικού κινήματος- αλλά όσοι φίλοι συνεχίζουν να εργάζονται απλήρωτοι σε κάτι που αγαπάνε έχουν λίγο πιο φωτεινά μάτια. Λίγο πιο φωτεινά από εκείνους τους άνεργους που φεύγουν από το σπίτι το πρωί και επιστρέφουν το απόγευμα, κάνοντας μοναχικές βόλτες, γιατί ντρέπονται να τους βλέπουν οι γείτονες σπίτι. Να δεις που μπορεί κιόλας ιδιαίτερα δημιουργικοί άνθρωποι να μην αλλάζουν κουβέντα πια στην ερώτηση τι δουλειά κάνουν. Θα είναι τιτάνια η προσπάθεια να διαχωρίσουμε την ικανότητα και την χρησιμότητα από τον έναν σκασμό λεφτά. Μόνο που ακριβώς αυτή η αδυναμία διαχωρισμού τους ευθύνεται για την χρεοκοπία μας, εκείνη που προηγήθηκε της οικονομικής.
Aν το παράδειγμά μου διαβαστεί ως προσπάθεια να θεμελιώσω μία νέα Γενική Θεωρία, ξέρω πως μπάζει από παντού. Κάποιος θα μπορούσε να μου πει πως έχω την πολυτέλεια να επιλέγω-δεν την έχω, αλλά τελοσπάντων- και ένας άλλος θα ρωτούσε πώς μπορεί αυτή η «Θεωρία» να εφαρμοστεί σε έναν χτίστη; Θα πληρώνεται μόνο όταν χτίζει σπίτια που δεν του αρέσουν και όσα του αρέσουν θα τα χτίζει τζάμπα; Δεν φιλοδοξώ να θεμελιώσω τίποτα καινοφανές. Μόνο να μοιραστώ κάποιες «εξαιρέσεις», να ακούσω προσωπικές ιστορίες που «γράφουν» μέσα μου, να ζήσω με έναν τρόπο που θα είναι ο δικός μου, δίχως να είναι ατομιστικός, να δοκιμάσω αν μπορούν να γίνουν και αλλιώς τα πράγματα, πέρα από τους παραδομένους μονόδρομους που μας έχουν φυτέψει στο μυαλό.
Όλοι λένε το ίδιο. «Το προτιμώ από το να καθόμουν σπίτι. Ψυχολογικά είμαι καλύτερα». Πριν από κανα χρόνο μια τέτοια ατάκα θα ήταν συνώνυμη του «κορόιδου», σήμερα όχι. Η έλλειψη χρημάτων τοποθετείται στην προτελευταία βαθμίδα της προσωπικής ήττας. Το τελευταίο σκαλί είναι η αχρηστία. Η απομόνωση, η βίαιη απομάκρυνση από ένα σύνολο ανθρώπων, συναδέλφων, από ένα ωράριο, από μία οποιαδήποτε παραγωγική διαδικασία, από μία «υποχρέωση».
Η εργασία δίχως οικονομικές απολαβές αποδεικνύεται υγιέστερη συνθήκη για να μην κυλήσεις στην τρέλα, από ό,τι η αποβολή σου και η αέναη παρατήρηση των σχημάτων της υγρασίας στο ταβάνι του σπιτιού σου. Είμαι άνεργος, δεν είμαι άχρηστος, κάπου χρειάζομαι κι εγώ. Βέβαια το πώς μπερδεύεται η «χρησιμότητά» σου με μία θεσμοθετημένη με τα χρόνια εκμετάλλευσή σου από ένα συγκεκριμένο σύστημα κατανομής της εργασίας είναι μεγάλο κεφάλαιο που ξεπερνά τόσο την δική μου αναλυτική επάρκεια όσο και τον χώρο αυτού του κειμένου.
Εννοώ πως το να σκίζεσαι ένα δεκάωρο για μία δουλειά που σιχαίνεσαι δεν σε κάνει χρησιμότερο στην κοινωνία και τον εαυτό σου από το να κλειστείς πέντε μήνες σπίτι να μάθεις μία ξένη γλώσσα ή να γίνεις εξπέρ στο κλάδεμα της ελιάς. Σε κάνει απλώς εξαρτημένο από τα χρήματα που χρειάζεσαι για να βγάλεις τον μήνα. Αλλά ας μην σταθούμε σε αυτό.
Η έννοια της εργασία έχει αποκτήσει κάποια πολύ συγκεκριμένη πιστοποίηση, και δεν λογίζεται ως εργασία έξω από αυτήν την πιστοποίηση. Θα χρησιμοποιήσω ένα προσωπικό παράδειγμα για να γίνω κατανοητός. Μου έχουν ζητήσει αρκετές φορές να γράψω ένα κείμενο για το ίδιο θέμα από δύο διαφορετικές πλευρές. Από μία εφημερίδα -επ' αμοιβή- και από ένα site -άνευ αμοιβής. Οχτώ στις δέκα φορές το κείμενο το έστειλα στο τζάμπα γιατί εκεί θεωρούσα πως ταίριαζε περισσότερο να δημοσιευτεί. Δεν θεωρώ δουλειά μου το «επ΄αμοιβή» και χόμπι μου το «άνευ». Και τα δύο είναι δουλειά μου.
Δεν νιώθω ικανότερος όταν πληρώνομαι. Το αίσθημα της ικανότητάς μου πληρώνεται ή όχι από εμένα τον ίδιο και όχι από την ανταλλακτική οικονομική του αξία. Αυτό είναι κάτι που μάλλον το είχαμε χάσει. Ξέρω πως ακούγεται εξόχως ηττοπαθές και αντιδραστικό -δεν το προτείνω άλλωστε ως στόχο του συνδικαλιστικού κινήματος- αλλά όσοι φίλοι συνεχίζουν να εργάζονται απλήρωτοι σε κάτι που αγαπάνε έχουν λίγο πιο φωτεινά μάτια. Λίγο πιο φωτεινά από εκείνους τους άνεργους που φεύγουν από το σπίτι το πρωί και επιστρέφουν το απόγευμα, κάνοντας μοναχικές βόλτες, γιατί ντρέπονται να τους βλέπουν οι γείτονες σπίτι. Να δεις που μπορεί κιόλας ιδιαίτερα δημιουργικοί άνθρωποι να μην αλλάζουν κουβέντα πια στην ερώτηση τι δουλειά κάνουν. Θα είναι τιτάνια η προσπάθεια να διαχωρίσουμε την ικανότητα και την χρησιμότητα από τον έναν σκασμό λεφτά. Μόνο που ακριβώς αυτή η αδυναμία διαχωρισμού τους ευθύνεται για την χρεοκοπία μας, εκείνη που προηγήθηκε της οικονομικής.
Aν το παράδειγμά μου διαβαστεί ως προσπάθεια να θεμελιώσω μία νέα Γενική Θεωρία, ξέρω πως μπάζει από παντού. Κάποιος θα μπορούσε να μου πει πως έχω την πολυτέλεια να επιλέγω-δεν την έχω, αλλά τελοσπάντων- και ένας άλλος θα ρωτούσε πώς μπορεί αυτή η «Θεωρία» να εφαρμοστεί σε έναν χτίστη; Θα πληρώνεται μόνο όταν χτίζει σπίτια που δεν του αρέσουν και όσα του αρέσουν θα τα χτίζει τζάμπα; Δεν φιλοδοξώ να θεμελιώσω τίποτα καινοφανές. Μόνο να μοιραστώ κάποιες «εξαιρέσεις», να ακούσω προσωπικές ιστορίες που «γράφουν» μέσα μου, να ζήσω με έναν τρόπο που θα είναι ο δικός μου, δίχως να είναι ατομιστικός, να δοκιμάσω αν μπορούν να γίνουν και αλλιώς τα πράγματα, πέρα από τους παραδομένους μονόδρομους που μας έχουν φυτέψει στο μυαλό.
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου