
Αν τολμήσει ένας απλός πολίτης ν’ αναρωτηθεί «γιατί σήμερα, μετά από 18 χρόνια;», τιμητές δημοσιογράφοι, πολιτικοί, αρχηγοί παλαιών και νέων κομμάτων που διατυπώνουν ευθρασώς (δηλ. όχι με θάρρος, αλλά με θράσος, ανερυθρίαστα) απόψεις για την όψιμη διάσωσή μας, θ’ απαντήσουν: «έλα καημένα, αυτά ανήκουν στο παρελθόν, ότι έγινε, έγινε, ας κοιτάξουμε μπροστά, πάψε να ’σαι κολλημένος σε παρελθοντολογίες»!
Κι η αριστερά; θα αναλογιστούμε, τι έκανε και τι κάνει η κατακερματισμένη; Ανακάλυψα την απάντηση πριν μερικές βδομάδες στην μονοκάναλη συνέντευξη του Τσίπρα που ακολούθησε της διακαναλικής του Γιωργάκη: ενώ δεν έβρισκα κάποιον ψόγο, εντούτοις έμενα καθηλωμένος, μουδιασμένος και μοιρολατρικώς απογοητευμένος. Γιατί; μονολόγησα, μέχρι που το επόμενο βράδυ, ενώ στο ένα κανάλι παιζόταν η «Νοσταλγία» του Ταρκόφσκι και στο άλλο μια κομεντί, επέλεξα ο αθεόφοβος (για να ξέρει ο αναγνώστης το επίπεδό μου), «τη Νεράιδα και το παλικάρι», της γνωστής διαμάχης Βροντάκηδων - Φουρτουνάκηδων που σκηνοθέτησε ο Δημόπουλος σε σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη κι… απ’ όπου εμπνεύστηκε ο Σαίξπηρ την ιστορία των Μοντέγων και Καπουλέτων στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Διαπίστωσα πως όσο ξένη ήταν η εθνική μας σταρ με ό,τι παιζόταν γύρω της, ακόμη και στις πιο δραματικές σκηνές, και στις πλέον ποιητικές ατάκες, όπως «το κορίτσι που σου δίνω μήτε ο άνεμος δεν τ’ άγγιξε», άλλο τόσο υπηρεσιακός και διεκπεραιωτικός στο δικό του ρόλο παραμένει ο επικεφαλής του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ κτλ.
Δεν είναι μομφή ο χαρακτηρισμός του τίτλου, (ούτε μου τον υπαγόρευσε ο Αλαβάνος), απλή ερμηνεία επιχειρώ, μια δικαιολογία της ανεπάρκειάς μας, ένα ακόμα «γιατί;» στην αποξένωσή μας απ’ το λαό. Άλλωστε ακόμα κι ο Πετρόπουλος είχε πει με καμάρι: «επέπρωτο να γίνω η Αλίκη Βουγιουκλάκη της λαογραφίας μας». Κι εμείς συχνά καταφεύγαμε στον ελληνικό κινηματογράφο για να επευφημήσουμε δραστήριους φίλους μας. Το «Να ‘τος, να ‘τος ο χορευταράς, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας της Αριστεράς», έχει αφήσει εποχή στη Γαύδο.
του Κώστα Κρεμμύδα
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου