Πέμπτη 9 Ιουνίου 2011

δε βρέχει, φτύνουνε

Έχωσε ηδονικά το δάκτυλο στο δεξί ρουθούνι. Το αριστερό το είχε καθαρίσει πριν από πέντε λεπτά. Ήταν πρωί ακόμα και έβγαζε κάτι κροκόδειλους, να! Το ξύσιμο ήταν το χόμπυ του. Γενικά. Έξυνε το κεφάλι του, το αυτί του, τη μύτη και ενίοτε τους όρχεις του, με σαφή προτίμηση στον αριστερό. Ήταν οικογενειακή παράδοση. Ο πρώτος του ξάδελφός ευφραινόταν πολύ να ξύνει συγχρόνως την κορυφή του -κατά πολύ πιο τριχωτού- κεφαλιού και την αιχμή του- κατά πολύ πιο προτεταμένου- πηγουνιού. Τον είχαν πει και τον ίδιο κάποτε χιμπατζή κάτι γκόμενες στην παραλία. Χρέωσε τότε την πιστωτική και έκανε λέιζερ. Οι τρίχες παρέμειναν στη θέση τους αλλά οι μηνιαίες άτοκες δόσεις έκαναν φτερά. Είχε κάνει κι άλλα έξοδα.


Τα πιο πεταμένα λεφτά πάντως ήταν ο αρραβώνας του. Τον είχαν ζαλίσει να την πάρει την κοπέλα. Και ζαλισμένος τι απόφαση να πάρεις, δέχτηκε. Και την πήρε. Και την απόφαση και την κοπέλα. Τη ζήτησε. Του την έδωσαν. Δε ζήτησε όμως λίγο καιρό μετά να εκδηλώσει σχιζοφρένεια ο αδελφός της. Του την έδωσε. Η μάνα του ήταν κάθετη: "Το νου σου πού πας να μπλέξεις. Τα παιδιά που θα σου κάνει θα΄ναι για το ψυχιατρείο. Αυτά τα πράματα είναι 100% κληρονομικά". Τι σημασία έχουν οι μελέτες, η κλινική εμπειρία, οι ανακοινώσεις στα συνέδρια και τα άρθρα στα επιστημονικά περιοδικά όταν υπάρχει η άποψη της μάνας;
Την παράτησε την κοπέλα. Σύντομα προέβη στις δικές του ανακοινώσεις: είχε ξεχρεώσει μαζί της. Αλλά ήταν χρεωμένος μέχρι τα ξυσμένα αυτιά. Γι' αυτό δούλευε μέχρι αργά. Δηλαδή καθόταν μπροστά σε έναν υπολογιστή και ξυνόταν. Αλλά ήταν καλός στη δουλειά του, έλεγε. Δηλαδή τα έξυνε με μαεστρία.

Μάλιστα κάποιοι συνάδελφοί του, εκτιμώντας πιθανόν το ταλέντο του, κάποτε του χάρισαν ένα χρήσιμο αξεσουάρ. Κάτι που θα έκανε το συγκεκριμένο χομπίστα να αγαλλιάσει. Σε έναν συλλέκτη γραμματοσήμων θα χάριζαν ένα δερματόδετο άλμπουμ. Σ' έναν ερασιτέχνη ψαρά τίποτε μπομπάρδες. Σ' εκείνον χάρισαν βαμβάκι και ιωδιούχο αντισηπτικό. Αν τυχόν μάτωνε από το ξύσιμο, να μη πάθει καμία μόλυνση ο άνθρωπος. Τον νοιάζονταν.
Κόλλησε τον κροκόδειλα που ψάρεψε από τα άδυτα της μύτης του, στην έσω και κάτω επιφάνεια του γραφείου, αν τον ψάχνετε, στη συλλογή με τα υπόλοιπα κακάδια, ως ψαράς και ως συλλέκτης μαζί, ενώ συνέχιζε να κοιτάει αποχαυνωμένος την οθόνη του υπολογιστή. Η αποχαύνωση δεν ήταν ωστόσο αποτέλεσμα παρατεταμένης χρήσης του Η/Υ. Δεν είχε ούτε μιάμιση ώρα δουλειάς. Η αποχαύνωση δεν ήταν επίκτητη, ήταν εγγενής. Στο γενετικό του κώδικα, εκεί δίπλα στην πληροφορία "είμαι γνήσιος απόγονος του Περικλέους" (και του Μινώταυρου θα προσθέταμε) την οποία ο ίδιος με συνοπτικές διαδικασίες είχε καταφέρει να αποκωδικοποιήσει, με το δικό του πειραγμένο σύστημα επεξεργασίας δεδομένων, υπήρχε άλλη μια καταγεγραμμένη πληροφορία. Είχε μια έμφυτη προδιάθεση στη βλακεία. Η ανεπιβεβαίωτη πληροφορία περί καταγωγής ήταν και η μόνη που θα γινόταν αποδεκτή από τον εργαζόμενο. Όλα τα άλλα ήταν κακοήθειες. Ως γνήσιος απόγονος του Σωκράτους έπαιζε το γνώθι σε αυτόν στα δάχτυλα.

Στα δάχτυλα έπαιζε όμως και ένα μικροσκοπικό πράσινο μπαλάκι. Ήταν λιγάκι κάπως από μύξα αλλά τι σημασία είχε. Ήταν πιο αποτελεσματικό για τα νεύρα του από τα stress balls που σου δίνουν οι ψυχίατροι πριν σου σπάσουν τελείως τα νεύρα. Το παιχνιδάκι του είχε φέρει σε απελπιστική κατάσταση την έγκυο συνάδελφό του, τη διαγωνίως καθήμενη και με οπτική επαφή στο θέαμα. "Ο εμετικός, ο εμετικός", είπε δυο φορές σαν ξόρκι και εκτόξευσε το πολτοποιημένο κρουασάν και το ρόφημα που είχε καταναλώσει πριν λίγο. Αηδίασε ο άνθρωπος. Τι ελεεινή να μη μπορεί να συγκρατηθεί. Ήξερε κι άλλες έγκυες που είχαν αναγούλες αλλά δεν έβγαζαν τα σωθικά τους μπροστά στον κόσμο. Τελοσπάντων, αυτός συνέχιζε να κάνει τη δουλειά του. Οι άλλοι οι άχρηστοι βρήκαν ευκαιρία με την αναμπουμπούλα να λασκάρουν. Μόνο αυτός από όλο το γραφείο δεν κουνήθηκε απ' τη θέση του. Αυτά έβλεπε το αφεντικό και τον κρατούσε τη στιγμή που γινόταν σφαγή στο γραφείο. Ο ένας μετά τον άλλο έπαιρναν πόδι.

Κάποιο μεσημέρι εκλήθη αιφνιδίως στο γραφείο του διευθυντή. Του ανακοινώθηκε χωρίς περιστροφές η απόλυσή του. Βγήκε έξω. Κράτησε το στόμα του κλειστό. Μόνο τη σχισμή εκείνη του εγκεφάλου από όπου τρυπώνει και φωλιάζει το μίσος άφησε ανοιχτή. Κάποιος από τα λαμόγια στο γραφείο έβαλε ρουφιανιές στο διευθυντή. Θα τον βρει ποιος είναι και θα του γαμήσει ό,τι έχει και δεν έχει. Κράτησε το στόμα του κλειστό. Μόνο τις εκκρεμότητες άφησε ανοιχτές. Θα τον βρει τον πούστη και θα τον σκίσει. Κράτησε το στόμα του κλειστό. Μόνο το συρτάρι του γραφείου άφησε ανοιχτό όταν πια είχε μαζέψει και το τελευταίο πραγματάκι του. Κράτησε το στόμα του κλειστό. Μόνο την πόρτα άφησε ανοιχτή φεύγοντας. Και το στόμα των συναδέλφων του. Κι αυτό το άφησε ανοιχτό. Έτσι όπως έφυγε χωρίς ένα γεια.

Τις επόμενες μέρες το δικό του στόμα και τα στόματα εκείνων που νόμισε πως τον κατέδιδαν, που νόμισε πως τον λοιδορούσαν, που δε νόμισε αλλά τον χλεύαζαν, που δε νόμισε αλλά τον περιγελούσαν, το δικό του το στόμα το σφραγισμένο με μίσος και το δικά τους τα άναυδα στόματα, θα ενώνονταν σε ένα σύνθημα, ένα γιουχάισμα, ένα αίτημα. Στην πλατεία. Εκείνος πιο ψηλά, προς τη Βουλή. Εκείνοι πιο χαμηλά, προς τις συνελεύσεις. Εκείνου τα χέρια θα έδιναν πιο πολλές μούτζες. Εκείνων θα σηκώνονταν για πιο πολλές ψηφοφορίες. Στον ίδιο τόπο, εκεί, εκεί θα έφτυνε το προτεσταντικό work ethic αλά ελληνικά, που είχε καταπιεί αμάσητο. Εκεί θα έφτυναν τον εμπαιγμό και την ειρωνεία προς τον συνάδελφο. Και πάνω στο ολισθηρό έδαφος των φτυσμένων αντανακλαστικών, σε μια αρένα όπου κανείς δεν προϊσταται, θα πήγαιναν παραπέρα. Άγνωστο πού. Αλλά παραπέρα.

niemandsrose-niemandsrose.blogspot.com

0 βγηκαν μπροστα:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...