Φώτης Γεωργελές/athensvoice.gr
Μου καίγεται η λάμπα, τη βγάζω και αγοράζω μια καινούργια. Πάω να βάλω την καινούργια, στρίβω, πιέζω, βιδώνω, τίποτα. Προσπαθώ, ιδρώνω, τίποτα. Κατεβαίνω πάλι κάτω και με κατεβασμένα μούτρα, γιατί τι σόι άντρας είσαι αν δεν μπορείς να βιδώσεις μια λάμπα, λέω, ρε φίλε, σε παρακαλώ, έρχεσαι ένα λεπτό να μου την περάσεις γιατί δεν τα καταφέρνω; Έρχεται, τη βάζει στο φτερό, με κοιτάει και λίγο υποτιμητικά, τι σου οφείλω, λέω περισσότερο από ευγένεια, ένα 20άρικο απαντάει αδιάφορα. Βάζει το 20άρικο στην τσέπη, γεια μας. Εγώ Πάκης, κοιτάζω τη λάμπα και κάνω μαθήματα πολιτικής οικονομίας νοερά.
Πάω τρέχοντας στους δικούς μου να το πω. Τους διασκεδάζουν οι ιστορίες μου. Είναι στη χιουμοριστική σειρά «ο Φ. ανακαλύπτει τον έξω κόσμο και μένει άναυδος». Ξέρετε μερικά προηγούμενα επεισόδια, τα έχω γράψει. Για το τσουρέκι που κάνει όσο μια καφετιέρα φίλτρου. Το dvd player που κοστίζει όσο το πάρκινγκ που άφησες το αμάξι για να αγοράσεις τη συσκευή. Την τηλεόραση που πληρώνεις 250 ευρώ και μετά 70 ευρώ στον ηλεκτρονικό για να σου ρυθμίσει τα κανάλια. Το παντελόνι που αγοράζεις φτηνά στις εκπτώσεις και μετά πληρώνεις άλλα τόσα για να το κοντύνεις.
Θέλουμε να στείλουμε ένα φορτίο έντυπα στο Κορωπί, να τα πάρει το φορτηγό το απόγευμα και να τα πάει την άλλη μέρα το πρωί. Κόστος μεταφοράς 240 ευρώ συν ΦΠΑ. Δηλαδή αν 3 ώρες δουλειά πάνε 300 ευρώ, εγώ πόσα πρέπει να ζητήσω γι’ αυτό που γράφω εδώ; Και τότε η απέναντι σελίδα με τη διαφήμιση πόσο πρέπει να κάνει, 6.000; Αν κάνει τόσα, τότε ο καφές θα κάνει 5 ευρώ. Αυτός που νοικιάζει στον καφέ των 5 ευρώ, θα πάει το νοίκι στις 10.000. Ο ηλεκτρονικός που πίνει με 5 ευρώ τον καφέ του θα ζητήσει 70 ευρώ για να μου ρυθμίσει τα κανάλια και ο γιατρός που έκανε και 20 χρόνια στο θρανίο, για να πληρώσει τον ηλεκτρονικό, θα ζητήσει φακελάκι.
Παλιά, όχι πια, τέτοιες μέρες στην εφημερίδα ήταν μέρες χαράς. Σχεδιάζαμε τις διακοπές μας. Είχαμε χάρτη και βάζαμε πινέζες. Την τελευταία μέρα λέγαμε: αύριο η ATHENS VOICE θα είναι στη Βενεζουέλα, το Μεξικό, την Ταϊλάνδη και τη Ζανζιβάρη. Χρόνο με το χρόνο διαπιστώναμε ότι οι προορισμοί ήταν όλο και πιο εξωτικοί. Είχαμε γίνει πλούσιοι; Όχι, είχαμε συνειδητοποιήσει ότι 15 μέρες διακοπές σε 5 αστέρων ξενοδοχείο σε μια εξωτική παραλία ήταν πιο φτηνά από λίγες μέρες στις Κυκλάδες. Τα τελευταία χρόνια πριν την κρίση, οι εφημερίδες επεσήμαιναν το πρόβλημα, τα σχολεία δεν πήγαιναν πια πενταήμερες στη Ρόδο, την Κρήτη, προτιμούσαν την Πράγα και τη Βαρκελώνη. Ήταν πιο φθηνά.
Τι έχει συμβεί; Υπερτιμολογούμε υπηρεσίες ο ένας στον άλλον. Κλέβουμε ο ένας τον άλλον. Και όλοι μαζί το κράτος. Καθώς η Ελλάδα έχανε τη μάχη της παραγωγής, ακριβαίναμε συνεχώς τις υπηρεσίες που στο εσωτερικό παρείχαμε ο ένας στον άλλον. Και όλοι διεκδικούσαμε τα λεφτά του κράτους. Αυτά που το κράτος δανειζόταν απλόχερα για να συντηρήσει το επίπεδο ζωής που θέλαμε. Μόλις τα δανεικά σταμάτησαν, ξαφνικά ήρθαν τα προβλήματα στον παράδεισο.
Λένε τώρα μερικοί ότι ήρθε η τρόικα και μας επιβάλλει «εσωτερική υποτίμηση». Σοβαρά; Η τρόικα το λέει; Δηλαδή, όλη η Ελλάδα τόσα χρόνια δεν λέει ότι η
ακρίβεια σ’ αυτή τη χώρα δεν πάει άλλο; Ότι κάτι πρέπει να γίνει; Αυτοί που μιλάνε εναντίον της εσωτερικής υποτίμησης εννοούν ότι είναι εναντίον της δικιάς τους υποτίμησης. Ξέρουν πολύ καλά ότι οι μισθοί θα πέσουν. Γιατί δεν έχει κανείς να τους πληρώσει. Παράδειγμα: Φέτος θα έρθουν 2 εκατομμύρια λιγότεροι τουρίστες, θα χαθούν 150.000 θέσεις εργασίας και μερικά δις έσοδα. Είναι κανείς που δεν ξέρει ότι όσοι εργάζονται στην τουριστική βιομηχανία θα δουν τις αμοιβές τους να μειώνονται;
Όταν άρχισα να δουλεύω, έπαιρνα πρώτο μισθό 60.000 δραχμές. 180 ευρώ. Μια χαρά πρώτος μισθός ήταν. Ήταν μια χαρά γιατί έμενα σ’ ένα σπίτι που το νοίκι του ήταν 10.000 δραχμές. Το ίδιο σπίτι σήμερα έχει νοίκι 400 ευρώ. Ο μισθός όμως δεν είναι 2.400. Ο κατώτατος μισθός 600 ευρώ δεν είναι μικρός γιατί είναι λίγα τα 600 ευρώ. Αλλά γιατί τα τελευταία χρόνια δημιουργήσαμε αλλεπάλληλες φούσκες για να διεκδικήσουμε όσα περισσότερα μπορούσαμε από τα ξένα χρήματα, τα δανεικά και τις κοινοτικές επιδοτήσεις. Τώρα ο ασθενέστερος παράγων, η μισθωτή εργασία δηλαδή, πληρώνει πρώτη το λογαριασμό. Και οι προστατευμένες και ευνοημένες ομάδες προσπαθούν να διατηρήσουν όσο μπορούνε περισσότερο τις αποδοχές τους εις βάρος των άλλων.
Η άρνηση της «εσωτερικής υποτίμησης» είναι το λάθος σύνθημα, το παραπλανητικό. Το πρόβλημα είναι ότι υποτίμηση γίνεται μόνο στους μισθούς και πουθενά αλλού. Το πρόβλημα δεν είναι ο ονομαστικός μισθός, αλλά η αγοραστική του δύναμη. Αν όλα φτήναιναν, τότε η προσαρμογή θα γινόταν πολύ πιο εύκολα. Δεν γίνεται όμως. Πώς να γίνει όταν στα 4 ευρώ που πληρώνεις για ένα πακέτο τσιγάρα, τα 3,20 πάνε στο κράτος; Στα 1,75 που πληρώνεις για τη βενζίνη, το 1,15 πάει στο κράτος; Τα κλειστά επαγγέλματα διατηρούν τα υψηλά ποσοστά κέρδους, οι αλλαγές υπέρ του ανταγωνισμού στο εμπόριο ποτέ δεν εφαρμόζονται, οι αγορές όλο ανοίγουν και πάντα μένουν κλειστές. Ο ΦΠΑ πάει στο 23%, νέοι φόροι προστίθενται, κι άλλοι φόροι υπέρ τρίτων, κι άλλες κρατήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές και νέα αύξηση στα τιμολόγια των ΔΕΚΟ κι άλλες έκτακτες εισφορές.
Η επιχείρηση «Δημόσιο» δεν θέλει να μειώσει το κόστος της, δεν θέλει να μειώσει τα έσοδά της, δεν θέλει να κάνει δηλαδή εσωτερική υποτίμηση. Αρνείται. Ακόμα και σήμερα, πέμπτο χρόνο κρίσης, με 22% ανεργία, μιλάμε για εκλογικά επιδόματα στη Βουλή και αμειβόμενες επιτροπές στο Δημόσιο. Για συνδικαλιστικό τουρισμό στο Μαρόκο και κομματικά χρέη 250 εκατομμυρίων. Έτσι, αυτό που μένει μόνο είναι οι μειώσεις μισθών. Πάντα συνέβαινε, απλώς τώρα που δεν υπάρχουν τα δανεικά, η αφαίμαξη είναι άμεση και εξοντωτική. Κάποιοι χάνουν τα πάντα για να μη χάσουν κάποιοι άλλοι τίποτα. Αυτοί που δεν θέλουν ν’ αλλάξει τίποτα, θρηνούν κιόλας δήθεν για τις μειώσεις των μισθών.
Η πιο άδικη, η πιο ταξική πολιτική, έχει άλλη μια φορά μεταμφιεστεί σε αντιστασιακή: Όχι στην εσωτερική υποτίμηση. Εννοούν τη δικιά τους. Γιατί η δικιά μας είναι γεγονός. Επακόλουθο της δικιάς τους αδιάλλακτης υπεράσπισης των «κεκτημένων». Δεν κλείνουν τους χιλιάδες άχρηστους οργανισμούς, δεν διώχνουν τις κομματικές αργομισθίες, δεν κόβουν τα απίθανα προνόμια, δεν μειώνουν τη γραφειοκρατία, δεν αγγίζουν τις χρεοκοπημένες ΔΕΚΟ. Το κόστος τους το πληρώνει η υπόλοιπη κοινωνία με τη δικιά της «εσωτερική υποτίμηση». Για μια ακόμη φορά σ’ αυτή τη χώρα, όλα είναι μεταμφιεσμένα στο αντίθετό τους.
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου