του Νίκου Ράπτη
Αν το δούμε σχολαστικά, η διάκριση ανάμεσα σε «αντιμνημονιακούς» και «μνημονιακούς» αποτελεί πράγματι «ψευτοδίλημμα»: και στη μια και στην άλλη κατηγορία έχουμε προοδευτικές και αντιδραστικές αντιλήψεις κι αιτήματα. Από την άλλη όμως, για λόγους που πολιτικά είναι αδιάφοροι (ή σχεδόν αδιάφοροι), η διάκριση αυτή αποτελεί στη σημερινή Ελλάδα τον «ελέφαντα μέσα στο δωμάτιο»: ό,τι κι αν λένε οι εμβριθείς αναλυτές, στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση ο κόσμος -ή το μεγαλύτερο μέρος του- θα πάει να ψηφίσει με το μυαλό σε αυτό ακριβώς το δίλημμα: υπέρ ή κατά της «μνημονιακής πολιτικής» και της τρόικα; Εξάλλου, όλα τα μεγάλα διλήμματα που διαμόρφωσαν την πολιτική μας ιστορία, αν τα εξέταζε κανείς ακριβοδίκαια και εργαστηριακά, ήσαν εν πολλοίς ψευδή: βασιλόφρων ή δημοκρατικός; Εθνικόφρων ή εαμικός; Δεξιός ή αντιδεξιός; Ευρωπαϊστής/εκσυγχρονιστής ή πατριώτης; Και πάει λέγοντας...
Για τη ζώσα και ζέουσα πολιτική διαμάχη, το ζήτημα δεν είναι να βάλουμε στο σημειολογικό ζύγι και να αποδομούμε τις κυρίαρχες διαχωριστικές γραμμές, αλλά μάλλον να τοποθετηθούμε ως προς αυτές έχοντας στο νου μας πώς θα τις αξιοποιήσουμε κατά τον καλύτερο τρόπο. «Πρέπει να αφεθείς στον άνεμο για να τον καβαλικέψεις». Αυτή τη στιγμή στην κεντρική πολιτική σκηνή παίζουν «μνημονιακοί» εναντίον «αντιμνημονιακών» -κι όποιος θέλει να σκοράρει οφείλει να επιλέξει ποια φανέλα θα φορέσει.
Μην σκιάζεστε όμως! Τα πράγματα γίνονται πολύ πιο ενδιαφέροντα αν κοιτάξει κανείς εκ του σύνεγγυς τι πρεσβεύουν οι μεν και οι δε.
Το τι πρεσβεύουν οι μνημονιακοί είναι λίγο πολύ γνωστό: ξεκινώντας από μια σειρά εύλογες υποθέσεις εργασίας (οι Έλληνες συνολικά είμαστε υπεύθυνοι για τον υπερδανεισμό και την χαμηλή μας ανταγωνιστικότητα και λοιπές παραλλαγές του «μαζί τα φάγαμε»· στο αίτημά μας να σωθούμε από τη χρεοκοπία, εμείς είμαστε οι «παράκλητοι» και η τρόικα ο «ελεήμων»· με δεδομένο το συσχετισμό δύναμης Ελλάδας/τρόικα, κάθε διαπραγμάτευση παύει να έχει νόημα άπαξ και η δεύτερη λάβει τις αποφάσεις της· ΤΙΝΑ –«δεν υπάρχει εναλλακτική λύση»- στην υποταγή στην τρόικα πλην της άτακτης χρεοκοπίας) χαράσσεται μια στρατηγική υπακοής στον άξονα «Μερκοζί» στο όνομα της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, της δίκαιης τιμωρίας του φαύλου ελληνικού λαού και του μακροπρόθεσμου εθνικού συμφέροντος.
Ιδού το υπ' αριθμό ένα «κόμμα» τη σημερινής Ελλάδας: είναι το «μνημονιακό» κόμμα της διακυβερνητικής διαχείρισης της ελληνικής κρίσης χρέους. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το κόμμα αυτό πρέπει να εκφράζει μεταξύ του 1/4 και των 2/5 των Ελλήνων. Πολιτικά το κόμμα αυτό σήμερα εκπροσωπείται κυρίως από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ (ίσως και ένα τμήμα του -προερχόμενου από τη «δεξιά» ανανεωτική αριστερά- στελεχιακού δυναμικού της ΔΗΜΑΡ, μια «ολίγη» από «οικολόγους πράσινους» κ.λπ).
Είναι πολύ πιο συναρπαστικό να δει κανείς τι πρεσβεύει το -πλειοψηφικό πέραν πάσης αμφιβολίας- αντιμνημονιακό στρατόπεδο:
Από τη μια έχουμε το «κόμμα της δραχμής», ένα συνασπισμό κοντολογίς παραδοσιακών αντιευρωπαϊκών δυνάμεων της δεξιάς και της αριστεράς, οικονομικών συμφερόντων που εποφθαλμιούν τη βίαιη συναλλαγματική υποτίμηση του ελληνικού νομίσματος και οικονομολόγων υποστηρικτών της «μιας κι έξω» υποτίμησης των τιμών και των αξιών στην Ελλάδα, αντί του σημερινού «μαρτυρίου της σταγόνας». Το κόμμα αυτό φαίνεται να εκπροσωπεί σήμερα περί το 1/5 των Ελλήνων, με δυναμική που φτάνει το πολύ ως το 1/3, με πολιτικά υποκείμενα κυρίως το ΚΚΕ και την άκρα δεξιά («χρυσή αυγή» και τάσεις του ΛΑΟΣ), ορισμένες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, μερίδα των διαγραμμένων του ΠΑΣΟΚ («άρμα πολιτών» κ.λπ), και τη (διαγραμμένη από τη ΝΔ) «λαϊκή δεξιά».
Από την άλλη όμως έχουμε ένα άλλο «κόμμα», που θεωρεί πως μπορούμε να παραμείνουμε στο ευρώ αντιτιθέμενοι στο «μνημόνιο» και την τρόικα. Το «κόμμα» αυτό αναγιγνώσκει το πρόβλημα της ελληνικής κρίσης χρέους με όρους εντελώς αντίστροφους από εκείνους που προκρίνει το «μνημονιακό κόμμα» της διακυβερνητικής προσέγγισής της:
Υπεύθυνη για την κρίση δεν είναι τόσο η ασωτία των Ελλήνων/του ελληνικού πολιτικού συστήματος, αλλά η δημιουργία μιας νομισματικής ένωσης που δεν προβλέπει αντισταθμιστικούς μηχανισμούς άμεσης μεταφοράς κεφαλαίων εντός της, η επικυριαρχία του χρηματοπιστωτικού συστήματος επί των πολιτικών και η αδυναμία της Ευρώπης (ή/και των σημερινών συντηρητικών ηγεμόνων της) να οδεύσει αποφασιστικά προς την ομοσπονδοποίησή της˙
Τυχόν ελληνική χρεοκοπία με έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα ήταν καταστροφική για τις κατεστημένες δυνάμεις της Ευρώπης και το ευρωπαϊκό τουλάχιστο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οπότε το ποιος είναι ο «παράκλητος» και ποιος ο «ελεήμων» παίζεται...
'Αρα η Ελλάδα όχι μόνο μπορεί να
παζαρέψει πολύ-πολύ σκληρότερα, αλλά οφείλει να το κάνει διότι έτσι θα τεθεί de facto -και μάλιστα με ευνοϊκούς όρους- το ζήτημα της ομοσπονδοποίησης της Ευρώπης. Όπως έλεγε ο Αταλί (Attali), η Ελλάδα καλείται να γίνει «μαμή» της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Αυτό είναι το τρίτο «κόμμα» της σημερινής Ελλάδας: το «κόμμα» της φεντεραλιστικής διαχείρισης της ελληνικής κρίσης χρέους, με κομματικούς εκπροσώπους τη ΔΗΜΑΡ, το ΣΥΝ, τους «οικολόγους πράσινους» (ΟΠ) και τη μερίδα του λέοντος των διαγραμμένων του ΠΑΣΟΚ -συν ένα τμήμα των διαγραμμένων της ΝΔ, και εκλογική απήχηση που κυμαίνεται μεταξύ του 20% και του 50%.
Το κύριο διακύβευμα των επόμενων εκλογών είναι να εκφραστεί αυτή η πραγματική πολιτική διάταξη με αυτά τα τρία κόμματα: το «κόμμα διακυβερνητικής διαχείρισης χρέους» (μνημονιακό), το «κόμμα δραχμής» και το «κόμμα φεντεραλιστικής διαχείρισης χρέους» (αντιμνημονιακό).
Να πω γιατί είναι σημαντικό να υπάρξει αυτό το τρίτο «φεντεραλιστικό» κόμμα αρχικά, να κερδίσει τις εκλογές στη συνέχεια. Είμαι από εκείνους που υποστήριξαν -και συνεχίζουν να το κάνουν- πως το ελληνικό δημοσιονομικό πρόβλημα αποτυπώνει τους πολύ συγκεκριμένους κοινωνικούς, πολιτικούς, ιδεολογικούς συσχετισμούς δύναμης της μεταπολιτευτικής Ελλάδας και πως αυτό που απαιτείται είναι η θεσμική ανατροπή του κυρίαρχου μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος και η ανάδειξη μιας «νέας μεταπολίτευσης». Αν το δούμε υπ' αυτό το πρίσμα, το «μνημονιακό» κόμμα και το «κόμμα της δραχμής», που βρίσκονται δήθεν στους αντίποδες της τρέχουσας αντιπαράθεσης, είναι από πολλές πλευρές ταυτόσημα:
Αμφότερα συνεισφέρουν στην πτώχευση της Ελλάδας και την έξοδό της από το ευρώ -οι «μνημονιακοί» «πουλώντας χρόνο» σε όσους σχεδιάζουν μια «πυροσβεστική ζώνη» γύρω από την Ελλάδα για να μπορεί να αποκοπεί ευκολότερα από το ευρωπαϊκό σώμα..
Η (κατά γενική ομολογία) αδιέξοδη διακυβερνητική προσέγγιση των «μνημονιακών» στην επίλυση του πολιτικού χρέους υποδαυλίζει τον εθνικισμό και το λαϊκισμό στο εσωτερικό της ευρωζώνης, με αναπότρεπτο αποτέλεσμα τη ρήξη ένθεν κακείθεν (και την επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή).
Τόσο το «μνημονιακό κόμμα» όσο και το «κόμμα της δραχμής» εκφράζουν κυρίαρχες μεταπολιτευτικές οικονομικές δυνάμεις (τη φοροδιαφυγή, τη διαφθορά, τη μαφιόζικη οικονομία, τη λεηλασία του περιβάλλοντος), με τους «μνημονιακούς» να εκφράζουν τις πιο «πολιτισμένες» και «εξωστρεφείς» τάσεις τους ενώ οι «δραχμικοί» τις πιο αγροίκες και αδίστακτες.
Και οι μεν και οι δε οδηγούν σε βάθεμα των αντιδημοκρατικών πλευρών του μεταπολιτευτικού καθεστώτος (προς την «ήπια» μεταδημοκρατία οι μεν, προς τον ολοκληρωτισμό/αυταρχισμό οι δε).
Συνεπώς, αν επικρατήσει το δίπολο «μνημόνιο ή δραχμή» έχουμε «μονά ζυγά» μεταδημοκρατία ή αυταρχισμό, περαιτέρω επικράτηση των κερδισμένων της μεταπολίτευσης και μετατροπή της Ελλάδας σε «χαβούζα» της Ευρώπης (με ευρώ ή δραχμή).
Μόνη λύση έτσι για την Ελλάδα είναι η συγκρότηση του «κόμματος» της φεντεραλιστικής διαχείρισης της κρίσης χρέους σε «κόμμα για τον εαυτό του» που θα έλεγε και ο άλλος, μέσα στο επόμενο διάστημα, ώστε το κόμμα αυτό να αναλάβει δημοκρατικώ τω τρόπω τη διακυβέρνηση της χώρας και να ρίξει όλο το βάρος του «ελληνικού προβλήματος» στο ζύγι των δυνάμεων που επιθυμούν ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης, με νέα «συνέλευση της Ευρώπης», αιρετό επικεφαλής της του οργάνου που θα προκύψει από τη συγχώνευση του «ευρωπαϊκού συμβουλίου» και της «ευρωπαϊκής επιτροπής» και ανάθεση στην «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα» (ΕΚΤ) ρόλου ανάλογου με την αμερικανική FED. Το «κόμμα» αυτό να συγκροτηθεί από το ΣΥΝ (ή το ΣΥΡΙΖΑ αν ο ΣΥΝ μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του στους εταίρους του), τη ΔΗΜΑΡ, τους διαγραμμένους του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που θέλουν απόρριψη του «μνημονίου» και παραμονή στο ευρώ, τους ΟΠ και –κυρίως- τις χιλιάδες των πολιτών που θα συστρατευθούν σε μια τέτοια προοπτική.
Φυσικά, επειδή «ο Μανόλης με τα λόγια κτίζει ανώγια και κατώγια», αυτό το «φεντεραλιστικό κόμμα» έχει ορισμένες προϋποθέσεις προκειμένου να επιτύχει και να κερδίσει τις εκλογές και να μην τιναχτεί στα χέρια του η «αναδιαπραγμάτευση» ή απόρριψη του «μνημονίου» και η επιδιωκόμενη «χρεοκοπία εντός της ευρωζώνης» (ή η διαγραφή του συνόλου του ελληνικού χρέους ή η χρηματοδότησή του συνολικού παλαιού χρέους από την ΕΚΤ):
Ενδιάμεση στρατηγική: είναι πάντα χαριτωμένο να λες πράγματα όπως «στις 18 σοσιαλισμό!», «λεφτά υπάρχουν!» και τα ρέστα, αλλά η αλήθεια είναι πως η μονομερής καταγγελία του «μνημονίου» και η άμεση καταγγελία της «τρόικα» είναι στρατηγική «υψηλού ρίσκου», κυρίως διότι πολλαπλασιάζει το πολιτικό κόστος της διατήρησης της Ελλάδας εντός ευρώ για τις συντηρητικές ιθύνουσες δυνάμεις της ΕΕ. Η ανάληψη έτσι της διακυβέρνησης της Ελλάδας από τους «φεντεραλιστές» χρειάζεται να συνοδευτεί από μια πολιτική που από τη μια θα τηρεί ευλαβικά τα υπογεγραμμένα από τη χώρα μας, ενώ παράλληλα θα ξεδιπλώνει μια στρατηγική υπέρβασης του «μνημονίου» με (α) εκπόνηση «ισοδύναμων» μέτρων στην αντιμνημονιακή λογική, (β) διεκδίκηση ενδιάμεσων διορθωτικών κινήσεων από την ΕΕ και την ΕΚΤ (νέο «σχέδιο Μάρσαλ») ή παρέμβασης της ΕΚΤ στην κατεύθυνση της πρότασης Ροκάρ (Rocard)-Λαρουτιρού (Larrouturou) κ.λπ (γ) επανατοποθέτηση του ελληνικού προβλήματος στα διεθνή fora -ιδίως το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και τα ευρωπαϊκά κόμματα και την αμερικανική κοινή γνώμη (δ) αναζήτηση διεθνών συμμαχιών για «φεντεραλιστική» διαχείριση του ελληνικού χρέους (ε) καταγγελία του «μνημονίου» από τον ελληνικό λαό. Είναι ζωτικής σημασίας να δοθεί στους διεθνείς υπερασπιστές της τρόικα και της εφαρμοζόμενης πολιτικής αξιοπρεπής έξοδος από τη σημερινή κατάσταση, ώστε η «φεντεραλιστική» αναθεώρηση να εμφανισθεί ως ώριμη διαδικασία και όχι ως προϊόν ελληνικού εκβιασμού.
Νέα μεταπολίτευση: η διακυβέρνηση του «φεντεραλιστικού» κόμματος χρειάζεται να συνοδευτεί με «αποκάλυψη τώρα» για το τι σύστημα κυριαρχούσε στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό σημαίνει πόλεμο με τη φοροδιαφυγή, τη διαφθορά, τη μαφιόζικη οικονομία τη λεηλασία του περιβάλλοντος, πόλεμο με τα πολιτικά στηρίγματα του καθεστώτος (μίντια και κόμματα –με «αχίλλειο τένοντα» την οικονομική διαχείριση των κατεστημένων μεταπολιτευτικών κομμάτων, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που συμμετέχουν στο «φεντεραλιστικό» συνασπισμό), πόλεμο με το θεσμικό πλαίσιο της μεταπολίτευσης με κατάληξη μια συντακτική συνέλευση. Χρειάζεται να εμπεδωθεί στο εσωτερικό ένα εγερτήριο κλίμα «νέας μεταπολίτευσης» και στο εξωτερικό ένα κλίμα «αποκάλυψης τώρα» που θα δείξει στους ευρωπαϊκούς λαούς ποιο ακριβώς πολιτικό σύστημα δάνειζαν οι τράπεζές τους, τι κολάκευαν με τις εκθέσεις τους οι εμπειρογνώμονές τους, ποιους στήριζαν οι πολιτικοί τους! Μόνο αν αναδειχθεί μια άλλη Ελλάδα, αυτή της «νέας μεταπολίτευσης» θα πάψει να ενοχοποιείται ως «άσωτη» σύσσωμη η χώρα μας.
Διεθνής υποστήριξη: η εσωτερική ανατροπή χρειάζεται να συνδυασθεί με μια μεγάλη διεθνή καμπάνια διαφώτισης του τι συνέβη στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Ευτυχώς υπάρχουν πολλοί Έλληνες και φιλέλληνες με απήχηση στο εξωτερικό και πολλά ευήκοα ώτα να ακούσουν το μήνυμά μας! Είναι απολύτως εφικτό να στοχεύουμε στη διαμόρφωση ενός νέου φιλελληνικού κινήματος που θα θέτει ως αιχμή τη φεντεραλιστική διαχείριση της κρίσης χρέους του ευρώ.
Κύμα μεταρρυθμίσεων: κανείς «φεντεραλισμός» δεν ακυρώνει την ανάγκη για βαθιές, αναπόφευκτες και χρήσιμες στο κοινωνικό σύνολο μεταρρυθμίσεις του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, ιδίως όσον αφορά τη λειτουργία του κράτους (την ανατροπή της ανορθολογικής και πελατειακής του διάρθρωσης, της αναξιοκρατίας και της απουσίας λογοδοσίας και αξιολόγησης, των απαρχαιωμένων διαδικασιών και υποδομών του κ.λπ) και τη στήριξη προς μια ανταγωνιστική, βιώσιμη, παραγωγική και ωφέλιμη για το κοινωνικό σύνολο ιδιωτική οικονομία και επιχειρηματικότητα. Θα έλεγα πως οι δέκα αιχμές που καταγράφονται στο κείμενο «η πολιτική οικολογία στις επόμενες εκλογές» συν οι τέσσερις άξονες της «εναλλακτικής κυβερνητικής πρόταση» που περιλαμβάνεται στην πολιτική απόφαση των ΟΠ της 12/2, αποτελούν ένα επαρκές πλαίσιο για αυτή την προσπάθεια. Θα πρόσθετα πως αν θέλαμε να ορίσουμε ορισμένους ποσοτικούς στόχους για ένα επόμενο πρόγραμμα ανασυγκρότησης της χώρας («εσωτερικό μνημόνιο») για την επόμενη τετραετία αυτοί θα μπορούσαν να είναι: (α) συνεχής αύξηση του μισθολογικού κόστους επί του ΑΕΠ (που συνδέεται κυρίως με την αύξηση της απασχόλησης αλλά και την υποχώρηση της αυτοαπασχόλησης και όχι τόσο με τη αύξηση των εισοδημάτων πέραν της αυξήσεως της παραγωγικότητας, αν και αυτή δεν αποκλείεται) (β) συνεχής μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών (γ) εκτέλεση πρωτογενώς πλεονασματικών προϋπολογισμών και (δ) ελάφρυνση του «ανθρακικού αποτυπώματος» της ελληνικής οικονομικής και κοινωνικής λειτουργίας.
Σα να ακούω κιόλας τις ενστάσεις! Όσον αφορά τη συγκρότηση του «φεντεραλιστικού» κόμματος πρώτα: μα «με αυτόν» τον πουλημένο, τον τραμπούκο, τον ανεύθυνο, τον μπήξε τον δείξε... Κάθε μεγάλη πολιτική πρωτοβουλία στην ιστορία συνοδεύτηκε από παρόμοιες ενστάσεις -και ποτέ παρόμοιες ενστάσεις δεν παρήγαγαν μεγάλες πολιτικές πρωτοβουλίες. Πάει αυτό.
Ακούω και τις ενστάσεις για το βεβιασμένο του πράγματος, για την «άβολη» ανάγκη να πραγματοποιήσουν βίαιες πολιτικές αναθεωρήσεις όλες σχεδόν οι συνιστώσες του «φεντεραλιστικού» κόμματος, για το «μικρομεγαλισμό» του εγχειρήματος (από έναν πόλο πάντως που οι δημοσκοπήσεις τον καθιστούν ήδη την ισχυρότερη πολιτική δύναμη στη χώρα)... Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή είναι η πρώτη φορά σε μια γενιά που μας παρέχεται απτή η δυνατότητα να «γυρίσουμε σελίδα» στην ελληνική πολιτική και κοινωνική συγκρότηση (για να μην αναφερθώ στο ευρωπαϊκό εγχείρημα συνολικά!). Όπως λέει μια ωραία γαλλική ρήση, «η ιστορία δεν ξανασερβίρει τα πιάτα της». Αν δεν αρπάξουμε αυτήν την ευκαιρία εδώ και τώρα, απλά θα δώσουμε εμπράκτως «δαγκωτή» ψήφο εμπιστοσύνης στο μεταπολιτευτικό κατεστημένο ή θα περιθωριοποιηθούμε δια παντός στο «κόμμα της δραχμής» (που ακόμα κι αν επικρατήσει -πράγμα δύσκολο- θα το κάνει με όρους αυταρχισμού, παρεοκρατίας και εθνοκεντρισμού). Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κάνεις πολιτική: ο ένας είναι να φωνάζεις, σαν «κομμένη κεφαλή»: «να κάνουμε πολιτική!», «να κάνουμε πολιτική!», «να κάνουμε πολιτική!». Ο άλλος είναι να κάνεις πολιτική, πράττοντας κάθε φορά ό,τι χρειάζεται για να αλλάξουν τα πράγματα επί τα βελτίω.
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου