Χρήστος Χωμενίδης από την ομιλία του στο συνέδριο της Δράσης
H αλήθεια είναι ότι ανεχόμασταν σε μεγάλο βαθμό το περιρέον όργιο. Κι όχι επειδή φοβόμασταν το ρόλο της Κασσάνδρας – πολλά και διάφορα θα μπορούσε κανείς να μας προσάψει μα όχι δειλία. Ανεχόμασταν την κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος, τη σταδιακή μετατροπή κάθε θεσμού σε σκέτο πρόσχημα, τα πολυποίκιλα φαινόμενα εκφυλισμού, επειδή είχαμε κάνει δύο βασικές παραδοχές.
Η πρώτη ήταν πως η Ελλάδα διαθέτει δίχτυ ασφαλείας. Πως οι στρατηγικές της επιλογές –η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτίστως- την έχουν θωρακίσει με κεκτημένα, τα οποία δεν νοείται να τεθούν υπό αμφισβήτησιν. "Ό,τι και να συμβεί, αποκλείεται να μας πάρει ο διάολος!" καθησυχάζαμε.
Για τη δεύτερη σιωπηλή παραδοχή μας ευθύνεται –πιστεύω- η γονιδιακή σχεδόν αισιοδοξία, η οποία ανέκαθεν χαρακτηρίζει τους ανθρώπους του Διαφωτισμού. Η πίστη πως ο κόσμος αργά αλλά σταθερά προοδεύει. Πως οι συνήθειες και οι νοοτροπίες δεν γίνεται παρά να αλλάζουν επί τα βελτίω. Πως τα παιδιά είναι πάντοτε καλύτερα από τους γονείς τους, το αύριο πιο ελπιδοφόρο από το χθες. Από ετούτη την αντίληψη εμφορούμενοι, απομονώναμε λίγες ψηφίδες της γενικής εικόνας –τη μερίδα της νέας γενιάς που εμφορούνταν πράγματι από κοσμοπολιτισμό, το κομμάτι της επιχειρηματικότητας που διαπνεόταν όντως από καινοτόμο πνεύμα- τις αναδεικνύαμε, τις ευλογούσαμε και ποντάραμε πάνω τους το συλλογικό μας μέλλον.
Φευ! Οι δραματικές εξελίξεις της τελευταίας τριετίας κατέδειξαν το μέγεθος της φενάκης μας. Δεν είναι μονάχα η οικονομική κατάρρευση και ο κοινωνικός κατακερματισμός που έχει αυτή επιφέρει. Είναι -όπως το θέτει ένα αθυρόστομος φίλος μου- είναι που «βγήκαν», και που βγαίνουν, "όλα τα σκατά στο πιάτο". Οι πλέον σκοτεινές όψεις του παρελθόντος, οι πλέον παρωχημένες συμπεριφορές βρυκολάκιασαν και μάς τρίζουν τα δόντια. Η Αριστερά των παλαιοημερολογίτικων συνιστωσών και των εν πολλαίς αμαρτίαις γηρασάντων εργατοπατέρων, η Αριστερά του δογματικού κρατισμού και της στρουθοκαμηλικής άρνησης της πραγματικότητας, έχει βρεθεί ξαφνικά στο κέντρο του γηπέδου και προσδοκά να κυβερνήσει. Η πιο αντιδραστική, φοβική, μισαλλόδοξη Δεξιά, η ναζιστική Δεξιά, φιλοδοξεί βασίμως να αναδειχθεί σε φρικαλέο ρυθμιστή όχι μόνο του πολιτικού παιχνιδιού αλλά και της καθημερινότητας μας. Ο "Αυριανισμός", στη διαδικτυακή του εκδοχή, θολώνει σκούζοντας την κρίση των ανθρώπων. Το κίτς του life style μεταμορφώθηκε εν μια σχεδόν νυκτί σε κιτς της επανάστασης ή του δήθεν πατριωτισμού. Το πιο εξωφρενικό δε για μένα είναι πως ο ίδιος ακριβώς θίασος των παλιάτσων, που κατά τις ημέρες της αφθονίας τα έσπαγε στα μπουζούκια, πόζαρε σε πάρτυ και σε καλλιτεχνικά σουαρέ, ανεμίζει τώρα τα κόκκινα και τα μαύρα λάβαρα. "Τι περίμενες;" θα μου πείτε. "Ο τόπος μας είναι κλειστός" όπως το γράφει και ο Σεφέρης. Κλειστός και ανακυκλούμενος...
Πηγή
H αλήθεια είναι ότι ανεχόμασταν σε μεγάλο βαθμό το περιρέον όργιο. Κι όχι επειδή φοβόμασταν το ρόλο της Κασσάνδρας – πολλά και διάφορα θα μπορούσε κανείς να μας προσάψει μα όχι δειλία. Ανεχόμασταν την κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος, τη σταδιακή μετατροπή κάθε θεσμού σε σκέτο πρόσχημα, τα πολυποίκιλα φαινόμενα εκφυλισμού, επειδή είχαμε κάνει δύο βασικές παραδοχές.
Η πρώτη ήταν πως η Ελλάδα διαθέτει δίχτυ ασφαλείας. Πως οι στρατηγικές της επιλογές –η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτίστως- την έχουν θωρακίσει με κεκτημένα, τα οποία δεν νοείται να τεθούν υπό αμφισβήτησιν. "Ό,τι και να συμβεί, αποκλείεται να μας πάρει ο διάολος!" καθησυχάζαμε.
Για τη δεύτερη σιωπηλή παραδοχή μας ευθύνεται –πιστεύω- η γονιδιακή σχεδόν αισιοδοξία, η οποία ανέκαθεν χαρακτηρίζει τους ανθρώπους του Διαφωτισμού. Η πίστη πως ο κόσμος αργά αλλά σταθερά προοδεύει. Πως οι συνήθειες και οι νοοτροπίες δεν γίνεται παρά να αλλάζουν επί τα βελτίω. Πως τα παιδιά είναι πάντοτε καλύτερα από τους γονείς τους, το αύριο πιο ελπιδοφόρο από το χθες. Από ετούτη την αντίληψη εμφορούμενοι, απομονώναμε λίγες ψηφίδες της γενικής εικόνας –τη μερίδα της νέας γενιάς που εμφορούνταν πράγματι από κοσμοπολιτισμό, το κομμάτι της επιχειρηματικότητας που διαπνεόταν όντως από καινοτόμο πνεύμα- τις αναδεικνύαμε, τις ευλογούσαμε και ποντάραμε πάνω τους το συλλογικό μας μέλλον.
Φευ! Οι δραματικές εξελίξεις της τελευταίας τριετίας κατέδειξαν το μέγεθος της φενάκης μας. Δεν είναι μονάχα η οικονομική κατάρρευση και ο κοινωνικός κατακερματισμός που έχει αυτή επιφέρει. Είναι -όπως το θέτει ένα αθυρόστομος φίλος μου- είναι που «βγήκαν», και που βγαίνουν, "όλα τα σκατά στο πιάτο". Οι πλέον σκοτεινές όψεις του παρελθόντος, οι πλέον παρωχημένες συμπεριφορές βρυκολάκιασαν και μάς τρίζουν τα δόντια. Η Αριστερά των παλαιοημερολογίτικων συνιστωσών και των εν πολλαίς αμαρτίαις γηρασάντων εργατοπατέρων, η Αριστερά του δογματικού κρατισμού και της στρουθοκαμηλικής άρνησης της πραγματικότητας, έχει βρεθεί ξαφνικά στο κέντρο του γηπέδου και προσδοκά να κυβερνήσει. Η πιο αντιδραστική, φοβική, μισαλλόδοξη Δεξιά, η ναζιστική Δεξιά, φιλοδοξεί βασίμως να αναδειχθεί σε φρικαλέο ρυθμιστή όχι μόνο του πολιτικού παιχνιδιού αλλά και της καθημερινότητας μας. Ο "Αυριανισμός", στη διαδικτυακή του εκδοχή, θολώνει σκούζοντας την κρίση των ανθρώπων. Το κίτς του life style μεταμορφώθηκε εν μια σχεδόν νυκτί σε κιτς της επανάστασης ή του δήθεν πατριωτισμού. Το πιο εξωφρενικό δε για μένα είναι πως ο ίδιος ακριβώς θίασος των παλιάτσων, που κατά τις ημέρες της αφθονίας τα έσπαγε στα μπουζούκια, πόζαρε σε πάρτυ και σε καλλιτεχνικά σουαρέ, ανεμίζει τώρα τα κόκκινα και τα μαύρα λάβαρα. "Τι περίμενες;" θα μου πείτε. "Ο τόπος μας είναι κλειστός" όπως το γράφει και ο Σεφέρης. Κλειστός και ανακυκλούμενος...
Πηγή
0 βγηκαν μπροστα:
Δημοσίευση σχολίου